Σοκ και αποτροπιασμό προκάλεσε το άκουσμα της είδησης ότι αστυνομικός από τα Τρίκαλα ασέλγησε στην κόρη του.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η δράση του πατέρα της 4χρονης αποκαλύφθηκε όταν η 23χρονη μητέρα ανακάλυψε σημάδια στην ευαίσθητη περιοχή του παιδιού και το κατήγγειλε στην Αστυνομία.
Οι «αδιάφθοροι» της Ελληνικής Αστυνομίας ξεδίπλωσαν το κουβάρι της φρικτής υπόθεσης ξεκινώντας από την εξέταση όλων όσων τους είπε η 23χρονη μητέρα της 4χρονης και εν διαστάσει σύζυγος του κατηγορούμενου στην κατάθεσή της.
Η κατάθεση – σοκ της μητέρας
Όπως είπε παντρεύτηκε με τον κατηγορούμενο τον Απρίλιο του 2017 και από το γάμο απέκτησαν ένα κοριτσάκι το οποίο γεννήθηκε τον Ιούνιο του ίδιου έτους. Ανέφερε στους Αστυνομικούς ότι ο γάμος τους έληξε ένα χρόνο αργότερο καθώς ο κατηγορούμενος ήταν βίαιος.
«Ένα χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του 2018, χωρίσαμε καθώς ο σύζυγός μου ήταν επιθετικός και βίαιος ενώ έκανε χρήση ναρκωτικών. Υπογράψαμε ένα συμφωνητικό διάρκειας δύο ετών, στο οποίο καθορίζονταν επιμέρους ζητήματα όπως το ύψος της διατροφής και την επικοινωνία του πρώην άντρα μου με το παιδί. Το συμφωνητικό έληξε τον Οκτώβριο του 2020 και έκτοτε τα ζητήματα που αφορούσαν στην διατροφή και στην επικοινωνία του αστυφύλακα διευθετούνταν με δυσκολίες και αντεγκλήσεις», κατέθεσε στους αστυνομικούς.
«Ο αστυνομικός, σύμφωνα με τη συμφωνία, έπαιρνε το παιδί κάθε Τρίτη και Πέμπτη από τις τρεις μέχρι το βράδυ και κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο από το πρωί του Σαββάτου έως το απόγευμα της Κυριακής. Ο άντρας μου δεν ήταν ασυνεπής και πολλές φορές καθυστερούσε να επιστρέψει το παιδί», πρόσθεσε στην κατάθεσή της, περιγράφοντας τη στιγμή που ανακάλυψε τα σημάδια πάνω στο σώμα του παιδιού της.
Όπως λέει, «το Σάββατο 6 Νοεμβρίου ο πρώην άντρας μου ήρθε στο σπίτι μου και πήρε το παιδί, καθώς ήταν το Σαββατοκύριακο που θα περνούσε μαζί του με βάση τη συμφωνία που είχαμε κάνει. Το απόγευμα του Σαββάτου είχαμε τηλεφωνική επικοινωνία και το μεσημέρι της Κυριακής επικοινώνησε και πάλι για να πληροφορηθεί την ακριβή ώρα επιστροφής του παιδιού. Ο πρώην άντρας επικοινώνησε μαζί μου και ζήτησε να κρατήσει το παιδί και το βράδυ της Κυριακής. Εγώ αρνήθηκα. Για να δικαιολογήσει την επιθυμία του είπε ότι είχε μεταβεί στο χωριό των Τρικάλων από όπου κατάγεται και δεν ήθελε να οδηγήσει μέσα στη νύχτα. Την Κυριακή επέστρεψε το παιδί στο σπίτι μου.
Εγώ κατάλαβα ότι κακό είχε συμβεί στο παιδί καθώς ήταν ιδιαίτερα ντροπαλό κάτι που ήταν ασυνήθιστο ενώ όταν έβγαλε τα ρούχα της για να βάλει τις πιτζάμες διαπίστωσα ότι το παιδί ήταν ερυθρό στην ευαίσθητη περιοχή. Μια εικόνα την οποία ποτέ δεν είχε αντικρίσει στο παρελθόν».
Στη συνέχεια αναφέρει στην κατάθεσή της ότι φωτογράφισε με το κινητό το παιδί για να στείλει τις φωτογραφίες στον παιδίατρο της. «Φωτογράφισα με το κινητό μου τηλέφωνο το παιδί και το μεσημέρι της Δευτέρας επικοινώνησα με τον παιδίατρο που παρακολουθεί το παιδί και του ζήτησα να το εξετάσει. Μετά πήγα το παιδί στο νοσοκομείο Τρικάλων.
Εκεί εξετάστηκε από παιδιάτρους και γυναικολόγο και εισήχθη προληπτικά στη μαιευτική κλινική. Η γυναικολόγος μετά από την εξέταση ανέφερε πως διαπίστωσε μία ένδειξη τραυματισμού στην περιοχή χωρίς όμως να μπορεί να προσδιορίσει από που έρχεται και πού οφείλεται».