Μια γυναίκα και δυο παιδιά σκοτώθηκαν χθες Κυριακή όταν πύραυλοι έπληξαν την Μαρίμπ, πόλη στρατηγικής σημασίας και έσχατο προπύργιο της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης στο βόρειο τμήμα της Υεμένης, που προσπαθούν να κυριεύσουν οι σιίτες αντάρτες Χούθι από την αρχή της χρονιάς, ανέφεραν στρατιωτικές πηγές, κατηγορώντας για την επίθεση τους αντάρτες.
Άλλοι τουλάχιστον τριάντα άνθρωποι, ανάμεσά τους έξι γυναίκες και πέντε παιδιά, τραυματίστηκαν όταν δύο πύραυλοι έπληξαν συνοικία της Μαρίμπ, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές που μίλησαν στο Γαλλικό Πρακτορείο. Τον απολογισμό αυτό επιβεβαίωσε ιατρική πηγή.
Από τον Φεβρουάριο οι Χούθι, που πρόσκεινται στο Ιράν, προσπαθούν να αποσπάσουν τον έλεγχο της πλούσιας σε πετρέλαιο επαρχίας Μαρίμπ, που απέχει περίπου 120 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Σανάα. Τους τελευταίους μήνες προέλασαν σε διάφορα μέτωπα και προοδευτικά πλησιάζουν την ομώνυμη πρωτεύουσά της, το βασικό διακύβευμα της μάχης.
Τις τελευταίες εβδομάδες, στις εχθροπραξίες έχουν σκοτωθεί εκατοντάδες αντιμαχόμενοι.
Ο πρώτος πύραυλος έπληξε κατοικία του αρχηγού του γενικού επιτελείου του υεμενίτικου κυβερνητικού στρατού, του στρατηγού Σαγίρ μπιν Αζίζ, ο δεύτερος έπληξε σπίτια όπου βρίσκονταν πολίτες, είπαν οι στρατιωτικές πηγές.
«Το να βάζεις στο στόχαστρο γυναίκες και παιδιά είναι ανανδρία», ήταν η αντίδραση του επιτελάρχη μέσω Facebook.
Η πτώση της Μαρίμπ θα αποτελούσε οδυνηρή ήττα για την υεμενίτικη κυβέρνηση και τον βασικό σύμμαχό της, τη Σαουδική Αραβία, ενώ θα σήμαινε πως οι αντάρτες θα έχουν κυριεύσει όλη τη βόρεια Υεμένη, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας κατέλαβαν το 2014.
Ο πόλεμος στην Υεμένη προκαλεί αυτήν που ο ΟΗΕ αποκαλεί τη χειρότερη ανθρωπιστική καταστροφή στον κόσμο, προειδοποιώντας ολοένα πιο έντονα τελευταία εναντίον του κινδύνου να ξεσπάσει λιμός ευρείας κλίμακας.
Διεθνείς οργανισμοί εκτιμούν ότι η σύρραξη έχει στοιχίσει τη ζωή σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, στην πλειονότητά τους αμάχους, κι έχει εκτοπίσει εκατομμύρια άλλους.
Περίπου το 80% του πληθυσμού των 30 εκατομμυρίων κατοίκων εξαρτάται από την ανθρωπιστική βοήθεια, για την οποία λείπει χρηματοδότηση.