“Δεν θα ήταν καιρός για μία ειλικρινή συζήτηση γύρω από το σεξ και το φύλο στην Εκκλησία; Οφείλουν εκείνοι οι επιρρεπείς να κατακρίνουν τον τρόπο ζωής των άλλων είτε είναι χειροτονημένοι Επίσκοποι ή αναγκαστικοί επικριτές ‘να βγάλουν πρώτα τη δοκό από τα δικά τους μάτια’ όπως είπε ο Χριστός”. Αυτό επισημαίνει σε άρθρο του ο Αρχιδιάκονος και Θεολογικός Σύμβουλος της Αρχιεπισκοπής Αμερικής Ιωάννης Χρυσαυγής (δεξί χέρι του Ελπιδοφόρου) και απαντάει στην έντονη αντίδραση της Εκκλησίας της Ελλάδος σχετικά με την βάπτιση που τέλεσε στην Αθήνα ο Αμερικής Ελπιδοφόρος.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο θρησκευτικού ειδησεογραφικό πρακτορείο «Religious News Service» και ανάμεσα στα άλλα, αναγράφεται πως «στις αρχές του μηνός μία απρόκλητη κακόβουλη θύελλα ξέσπασε έπειτα που ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος, η κεφαλή της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αμερικής, ενώ επισκεπτόταν την Ελλάδα βάπτισε δύο παιδιά τα οποία γεννήθηκαν παρενθετικώς για να ανατραφούν από ζεύγος ομοφυλόφιλων.
Όπως συνηθίζεται, ο Ελπιδοφόρος ενημέρωσε τον τοπικό Επίσκοπο, Μητροπολίτη Γλυφάδας Αντώνιο, πως ερχόταν να τελέσει τη βάπτιση στη Μητρόπολή του. Ωστόσο, δεν αναφέρθηκε στη φύση της γέννησης των παιδιών ή στη σεξουαλικότητα των γονιών τους. Την περασμένη Τρίτη 19 Ιουλίου η Ελληνική Εκκλησία κατέθεσε καταγγελία στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στην Ιστανμπούλ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πήραν φωτιά συζητήσεων».
Υπογραμμίζει ο Χρυσαυγής πως «ξεκάθαρα, αυτή δεν είναι δημόσια συζήτηση περί της μυστηριακής χάριτος. Αυτό που συνέβη ήταν απλώς ένα άλλο βάπτισμα, αλλά αυτό που επακολούθησε ήταν κάτι που όλοι στον κόσμο της θρησκείας γνωρίζουν τελευταία: Άλλο ένα επεισόδιο στον πόλεμο των πολιτισμών. Επίσης, αποκάλυψε πόσο εκτός επαφής με την πραγματικότητα και τον κόσμο είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Το παρατηρήσαμε στην αντιμετώπιση του Covid-19, το είδαμε στην υπεράσπιση του πολέμου της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας. Μία σύντομη ματιά στα ταμπλόιντ και στα ηλεκτρονικά μπλοκ αντικατοπτρίζει πως η Ορθόδοξη Εκκλησία ζει στη δική της πομφόλυγα. Εκεί, υπερτερούμε στα επιδεικτικά τελετουργικά και αστραφτερά άμφια».
Προς τι τόση διαμάχη;
Σε άλλο σημείο του δημοσιεύματός του ο Χρυσαυγής τονίζει πως «υπάρχουν συγκεκριμένα θέματα για τα οποία οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν αισθάνονται άνετα να τα ανοίξουν, και το πλέον κορυφαίο ανάμεσα σ’ αυτά είναι η ομοφυλοφιλία, η οποία εγείρει παθιασμένο συναισθηματισμό, αλλά λίγη λογική ομιλία. Απλώς αναμασούν τη γνωστή φράση ‘μισούμε την αμαρτία, αλλά αγαπούμε τον αμαρτωλό’ μπορεί συχνά να είναι καταδίκη φαινόμενη ως συμπάθεια – είναι εύκολα να χαρακτηρίζουμε, παρά να ακούμε».
Ο Χρυσαυγής υπογραμμίζει πως «δεν οφείλει να υπάρχει διαμάχη για το βάπτισμα το οποίο ανήκει σε όλα τα παιδιά. Τότε γιατί η ενέργεια του Ελπιδοφόρου δημιούργησε τόση φιλονικία και κατηγορία; Όταν μία ανεξάρτητη Εκκλησία επικοινωνήσει με το Οικουμενικό Πατριαρχείο για το τι διημείφθη, διερωτώμαι τι ακριβώς θα αποκαλύψουν οι φόβοι μας γι’ αυτό το θέμα. Φοβόμαστε μήπως διαλυθούν η παράδοση και η αλήθεια; Φοβόμαστε ίσως ότι θα σχίσει κάποιο άραφο ύφασμα;
Ενώ η ιστορική Εκκλησία δεν είχε ποτέ δυσκολία να μιλήσει στις συνόδους ανά τους αιώνες και ιδιαίτερα όταν υπήρχαν διαμφισβητούμενα και περίπλοκα θέματα όπως το φύλο του (ή η σάρκα) του Χριστού και η σπουδαιότητα απεικόνισης του ιερού. Φοβόμαστε να ανοίξουμε το κουτί της Πανδώρας; Όφειλε ο Μητροπολίτης Γλυφάδας να ήταν περισσότερο ενήμερος για το τι συμβαίνει στη Μητρόπολή του ή μήπως υπάρχει άλλος λόγος και έσπευσε να νίψει τα χέρια του για να καλύψει τα ίχνη του;
«Να βγάλουν πρώτα τη δοκό από τα δικά τους μάτια»
Παραδέχεται ότι δεν θα είχε το θάρρος να αποφασίσει εάν είχε όλες τις πληροφορίες. Όφειλε ο Αρχιεπίσκοπος Ελπιδοφόρος να είχε διευκρινίσει γραπτώς πως τα παιδιά δεν ανήκουν σ’ αυτό που ο Μητροπολίτης Γλυφάδας ονομάζει ‘παραδοσιακή οικογένεια’; Περιμένουμε το ίδιο για παιδιά μονογονικού γονέως; Τι γίνεται με τα παιδιά άθεων γονέων ή για γονείς που έχουν κάνει πολιτικό γάμο ή δεν έχουν τελέσει κανέναν γάμο; Σ’ αυτές τις περιπτώσεις επιβάλλομε περιορισμούς για τη φωτογράφιση ή τη δημοσιότητα όπως έχει λεχθεί για την προκειμένη περίπτωση;».
Σε άλλο σημείο, ο Χρυσαυγής διερωτάται ως εξής: «Φοβόμαστε να παραδεχθούμε τη δική μας δυσφορία ή ντροπή για συζήτηση σεξουαλικών αρχών ή πρακτικών; Δεν θα ήταν καιρός για μία ειλικρινή συζήτηση γύρω από το σεξ και το φύλο στην Εκκλησία; Οφείλουν εκείνοι οι επιρρεπείς να κατακρίνουν τον τρόπο ζωής των άλλων είτε είναι χειροτονημένοι Επίσκοποι ή αναγκαστικοί επικριτές ‘να βγάλουν πρώτα τη δοκό από τα δικά τους μάτια’ όπως είπε ο Χριστός;».