Νέα ήθη στο υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας φέρνει η Αναλένα Μπέρμποκ. Όπως παρατηρεί η εφημερίδα Welt σε άρθρο με τίτλο «ο νέος δρόμος της Μπέρμποκ», η γερμανική Εξωτερική Πολιτική «διεξαγόταν μέχρι τώρα τις περισσότερες φορές πίσω από κλειστές πόρτες. Τώρα η Υπουργός αναζητά την ανατροφοδότηση από τους πολίτες».
«Το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών ζητά συμβουλές από τους πολίτες. Την περασμένη Πέμπτη, δεκάδες συμμετέχοντες σε εκδηλώσεις του «Διαλόγου με τους Πολίτες για τη Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας» συμμετείχαν σε μια «Open Situation Room» εκδήλωση στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εξωτερικών, η οποία επεξεργάστηκε διάφορα σενάρια κρίσης στη γερμανική Εξωτερική Πολιτική» σημειώνει το δημοσίευμα.
Επισημαίνει δε ότι λίγο καιρό πριν, το Υπουργείο Εξωτερικών είχε ζητήσει από τα τοπικά γραφεία καταγραφής τις διευθύνσεις 3.000 πολιτών, ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού. 350 άτομα ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση και πήραν μέρος στις εκδηλώσεις του «Διαλόγου με τους Πολίτες». Στη συνέχεια ζητήθηκε από περίπου επτά άτομα ανά πόλη να μεταβούν στο Βερολίνο.
Στην πρωτεύουσα οι προσκεκλημένοι θα πρέπει τώρα εργαζόμενοι σε Ομάδες Εργασίας να ετοιμάσουν προτάσεις επί διαφόρων σεναρίων κρίσης.
Το Σεπτέμβριο θα παρουσιαστούν τα αποτελέσματα
Το άρθρο αναφέρει ότι τον Σεπτέμβριο, η Υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ (Πράσινοι) προτίθεται να παρουσιάσει τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων στο Βερολίνο. Η WELT τα έχει ήδη στη διάθεσή της. Τα αποτελέσματα δεν είναι αντιπροσωπευτικά, τονίζουν κορυφαία στελέχη του Υπουργείου.
Παρέχουν όμως μια εικόνα της διάθεσης στη Γερμανία και οδηγούν σε ορισμένες περιπτώσεις σε αξιοσημείωτα συμπεράσματα. Επιπλέον, δίδουν την αίσθηση ότι ένα χρόνο πριν, όταν η κατάσταση σε ζητήματα Εξωτερικής Πολιτικής στην Ευρώπη ήταν πολύ πιο χαλαρή, τουλάχιστον από τη σκοπιά του Βερολίνου, οι συστάσεις θα ήταν πιθανώς πολύ διαφορετικές.
Και συνεχίζει σημειώνοντας ότι: Οι τίτλοι με τους οποίους παρουσιάζονται οι λύσεις το δείχνουν ήδη: «Ισχυρή Ασφάλεια για τη Γερμανία και τους εταίρους μας», «Κυρίαρχα, με ασφάλεια και από κοινού» ή «Ισχυροί στο εσωτερικό, ενωμένοι στο εξωτερικό». Οι συνομιλητές δίδουν ιδιαίτερη σημασία στη «διαφάνεια» της κρατικής δράσης –ειδικά η Πολιτική Ασφαλείας θα πρέπει να «επικοινωνείται ξεκάθαρα» στο εσωτερικό και στη δυτική Συμμαχία. Η αξιοπιστία στην Εξωτερική Πολιτική τονίστηκε επίσης σχεδόν σε κάθε Ομάδα Εργασίας. Η Γερμανία θα πρέπει «να ενεργεί με κατανοητό τρόπο και στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και του Συντάγματος».
Όπως τονίζει η Welt κανείς δεν χρειάστηκε να εξηγήσει στους πολίτες που συμμετείχαν στην πρωτοβουλία του ομοσπονδιακού Υπουργείου Εξωτερικών ότι η Ασφάλεια της Γερμανίας δεν θα είναι δυνατόν να διατηρηθεί πλέον χωρίς μια μάχιμη Bundeswehr. Αυτό έχει ήδη γίνει σαφές σε ορισμένες συνομιλίες που διοργανώθηκαν σε Δημαρχεία γερμανικών πόλεων, στις οποίες η Μπέρμποκ απάντησε σε ερωτήσεις των πολιτών.
Αλλαγή εποχής
Στην Καρλσρούη, για παράδειγμα, – γράφει το δημοσίευμα – ένας από τους συμμετέχοντες τόνισε ότι αυτή τη στιγμή το ζητούμενο δεν είναι μόνον η ασφάλεια της Ουκρανίας. «Είναι και η Ασφάλεια της Καρλσρούης!». Η «αλλαγή εποχής» που επικαλέστηκε ο Καγκελάριος Όλαφ Σόλτς (SPD) φαίνεται να έχει αυξήσει τις προσδοκίες μεταξύ των πολιτών, και τώρα η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση καλείται να τις ικανοποιήσει.
Κατά την έναρξη της σειράς των διαλόγων, συνεχίζει η εφημερίδα, η Μπέρμποκ τόνισε ότι η στρατηγική Εθνικής Ασφαλείας «δεν συντάσσεται μόνο στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εξωτερικών, ούτε μόνο στα διάφορα Υπουργεία αυτής της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης». Αλλά ότι θα πρέπει να ακουστούν οι πολίτες, να καταγραφούν «ανησυχίες και φόβοι». Αυτό δεν φαίνεται καταρχήν πολύ συναρπαστικό, αλλά είναι κάθε άλλο παρά αυτονόητο για το ομοσπονδιακό Υπουργείο Εξωτερικών.
Γιατί στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας η Εξωτερική Πολιτική χαρασσόταν ως επί το πλείστον κεκλεισμένων των θυρών και από στενές ομάδες εμπειρογνωμόνων υπογραμμίζει η εφημερίδα. Επικεφαλής διπλωμάτες όπως οι Χανς Ντίτριχ Γκένσερ (FDP), Γιόσκα Φίσερ (Πράσινοι) ή ο Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγερ (SPD) απολάμβαναν μεγάλης δημοτικότητας στο εσωτερικό, αλλά η διαφάνεια των πράξεών τους ήταν αντίστοιχα περιορισμένη. Η δημοφιλία των Φίσερ και Στάινμαγερ ήταν σε ορισμένες περιπτώσεις άνω του 70%, όπως δείχνουν έρευνες του Ινστιτούτου Infratest Dimap. Ωστόσο, η δημοτικότητα δεν είναι ίδιον της θέσης του Υπουργού Εξωτερικών. Οι Γκίντο Βεστερβέλε (FDP), Ζίγκμαρ Γκάμπριελ και Χάικο Μάας (και οι δύο SPD) κατέγραφαν σημαντικά χειρότερες επιδόσεις, τονίζει η Welt.
Πρώτη σε δημοτικότητα η Μπέρμποκ
Η Μπέρμποκ – κατά το δημοσίευμα – βρίσκεται αυτήν την περίοδο στην κορυφή του πίνακα δημοτικότητας με 55%. Αλλά από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και μετά, η πολιτικός των Πρασίνων βρέθηκε αντιμέτωπη με διαφορετικές προκλήσεις από τους προκατόχους τους. Η Εξωτερική Πολιτική έχει συνολικά μία εντελώς διαφορετική βαρύτητα. Από τις 24 Φεβρουαρίου 2022, κάθε λέξη για την Εξωτερική Πολιτική έχει τη σημασία της και για την Εσωτερική Πολιτική. Τα πεδία δύσκολα μπορούν να διαχωριστούν μεταξύ τους στην κρίση, και αυτό το γνωρίζουν και οι αξιωματούχοι του Υπουργείου Εξωτερικών. Τα σχέδια να καταστεί η Εξωτερική Πολιτική μεγαλύτερο θέμα στο εσωτερικό μέσω της συνομιλίας με τους πολίτες βρίσκονταν στα συρτάρια του Υπουργείου εδώ και χρόνια. Τώρα όμως υλοποιούνται.
Πλέον, οι εμπειρογνώμονες του Υπουργείου Εξωτερικών δεν θα πρέπει να εξηγούν μόνο τις στρατηγικές τους στους πολίτες. Πάνω απ’ όλα θα πρέπει να τους ακούν, τονίζει το δημοσίευμα.
Αυτό επετεύχθη άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο στο «Open Situation Room» την περασμένη Πέμπτη, αναφέρει το δημοσίευμα. Αξιωματούχοι του Υπουργείου συμμετείχαν επίσης στις Ομάδες Εργασίας, όπως και πολλοί εμπειρογνώμονες από Δεξαμενές Σκέψης, όπως το Ίδρυμα Επιστήμης και Πολιτικής (SWP) ή ο Κάρλο Μασάλα, ο οποίος κατέχει την έδρα Διεθνούς Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Bundeswehr στο Μόναχο.
Ορισμένοι πολίτες παραπονέθηκαν – καταλήγει η Welt – ότι οι εμπειρογνώμονες μονοπώλησαν τις συζητήσεις στις Ομάδες Εργασίας. Άλλοι τόνισαν ότι θα ήθελαν μεγαλύτερη συμμετοχή τους. Το συμπέρασμα είναι πως και οι δύο πλευρές θα πρέπει να μάθουν πως πρέπει να διεξάγεται ο διάλογος με τους πολίτες.