Κρίση στις αγορές, δύσπιστοι επενδυτές, εκτόξευση του κόστους δανεισμού: το πέρασμα της Λιζ Τρας από την Ντάουνινγκ Στριτ μπορεί να ήταν σύντομο, όμως αφήνει πίσω του βαθιές ουλές στη βρετανική οικονομία, σύμφωνα με πολλούς παρατηρητές.
Οι αγορές έδειχναν σημάδια ανακούφισης σήμερα το απόγευμα, μετά την παραίτηση της πρωθυπουργού: η ισοτιμία της στερλίνας έναντι του δολαρίου ενισχύθηκε, τα επιτόκια μειώνονται.
«Το μεγάλο πολιτικό στοίχημα της Λιζ Τρας της γύρισε μπούμερανγκ, όμως εν παρόδω προκάλεσε σημαντικές ζημιές στην οικονομία», σχολίασε η Σουζάνα Στρίτερ, αναλύτρια της Hargreaves Lansdown.
«Η πολιτική των τελευταίων εβδομάδων υπονόμευσε την εμπιστοσύνη των ανθρώπων, των επιχειρήσεων, των αγορών και των διεθνών επενδυτών στη Βρετανία», είπε ο Τόνι Ντάνκερ, ο γενικός διευθυντής της CBI, της μεγαλύτερης ομοσπονδίας εργοδοτών της χώρας.
Γύρω στις 18.00 (ώρα Ελλάδας) η απόδοση του 10ετούς ομολόγου κυμαινόταν στο 3,82% και του 30ετούς στο 3,86%. Οι αποδόσεις των ομολόγων παραμένουν πάντως πολύ πάνω από το επίπεδο όπου βρίσκονταν στα τέλη του 2021, κάτι που δείχνει ότι το αντιστάθμισμα που ζητούν οι επενδυτές για να χρηματοδοτήσουν το βρετανικό χρέος δεν έχει εξαφανιστεί.
Την ίδια ώρα, η ισοτιμία της λίρας έναντι του δολαρίου ήταν στο 1,1323 δολάριο.
Δύο εβδομάδες αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά της, η Τρας και ο ακόμη πιο εφήμερος από την ίδια υπουργός Οικονομικών Κουάζι Κουάρτενγκ προκάλεσαν τρικυμία στις αγορές, όταν παρουσίασαν τον κακώς αποκαλούμενο «μίνι προϋπολογισμό» που προέβλεπε δραστικές περικοπές φόρων και ταυτόχρονη κάλυψη του υψηλού ενεργειακού κόστους, χωρίς να εξηγεί πού θα βρεθούν οι απαιτούμενοι πόροι. Καθώς η χρηματοδότησή του θα έπρεπε να γίνει μέσω της αγοράς χρέους από τις αγορές και επειδή ερχόταν σε αντίθεση με τις προσπάθειες της Τράπεζας της Αγγλίας να ρίξει τον πληθωρισμό που φτάνει το 10%, προκάλεσε απότομη απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών και αναβρασμό στις αγορές. Η απόδοση των 30ετών ομολόγων εκτοξεύτηκε σε πάνω από 5% (υψηλό 20ετίας) και η Τράπεζα της Αγγλίας αναγκάστηκε να παρέμβει. Η λίρα έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών. Αναμίχθηκε και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καλώντας την βρετανική κυβέρνηση να κάνει διορθώσεις και να «συγχρονιστεί» με τις νομισματικές αρχές.
Όλα αυτά είχαν άμεσες συνέπειες στην πραγματική οικονομία: εκτοξεύτηκαν τα επιτόκια των στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων, σε μια περίοδο που η οικονομία βρίσκεται ήδη στο χείλος της ύφεσης.
Εν μέσω της κρίσης του κόστους διαβίωσης, με εκατομμύρια Βρετανούς να περιορίζουν ήδη την ποσότητα του φαγητού τους ή τη θέρμανση στα σπίτια τους, το οικονομικό πρόγραμμα της Τρας, μιας πολιτικού που ξεκίνησε την καριέρα της από την πετρελαϊκή εταιρεία Shell, ευνοούσε τους εύπορους, αφού εκείνοι θα επωφελούνταν περισσότερο από τις φοροελαφρύνσεις που σχεδίαζε. Η Τρας υποχώρησε τελικά στις πιέσεις και έδιωξε από την κυβέρνησή της τον Κουαρτένγκ. Τον αντικατέστησε με τον Τζέρεμι Χαντ, ο οποίος ακύρωσε σχεδόν όλον τον «μίνι προϋπολογισμό». Αφήνει δε να εννοηθεί ότι θα πρέπει να ληφθούν «πολύ σκληρές αποφάσεις», ενδεχομένως περικοπές στις δαπάνες και επιστροφή στη λιτότητα.
Μην μπορώντας να ανατρέψει το χάος, η Λιζ Τρας πέταξε λευκή πετσέτα: ανακοίνωσε την παραίτησή της.
Η οργάνωση Greenpeace κάλεσε το Λονδίνο να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές του: «αυτή η θλιβερή σάγκα μας δείχνει ότι μια πρωθυπουργός που θέλει να καταστήσει τους πλούσιους πλουσιότερους, να βάλει τα κέρδη των (παραγωγών) ορυκτών καυσίμων πάνω από την ευημερία των ανθρώπων, να στηρίξει την υδραυλική ρωγμάτωση, να καταργήσει την περιβαλλοντική προστασία, δεν θα έχει διάρκεια (…) Η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να πάρει μαθήματα από αυτό».