Ο 62χρονος Βρετανός επιχειρηματίας Γράχαμ Μπόναμ-Κάρτερ (Graham Bonham-Carter) συνελήφθη στο Λονδίνο με την κατηγορία ότι συνέδραμε τον Ρώσο ολιγάρχη Όλεγκ Ντεριπάσκα να παρακάμψει τις αμερικανικές κυρώσεις, ανακοίνωσε χθες Τρίτη το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Στην ανακοίνωση του υπουργείου επισημαίνεται ότι ο Μπόναμ -Κάρτερ συνελήφθη κατόπιν αμερικανικού αιτήματος και πως οι ΗΠΑ θα ζητήσουν την έκδοση του.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Μπόναμ -Κάρτερ διαχειριζόταν την περιουσία του Ντεριπάσκα παραβιάζοντας την αμερικανική νομοθεσία και τις κυρώσεις, εργαζόταν σε εταιρείες που ήλεγχε ο Ρώσος δισεκατομμυριούχος από το 2003 και μετά διαχειριζόταν το σπίτι του Ντεριπάσκα στην Μπελγκρέιβ Σκουέαρ σε αριστοκρατική συνοικία του Λονδίνου. Παράλληλα , σύμφωνα με την ανακοίνωση, ο κατηγορούμενος απέκρυπτε τις πηγές των εισοδημάτων του.
Ο Μπόναμ -Κάρτερ, θεωρείται επίσης ύποπτος για το ότι αποπειράθηκε να μεταφέρει έργα τέχνης, που είχε αγοράσει ο Ντεριπάσκα και να τα εκποιήσει σε δημοπρασία στη Νέα Υόρκη. Σύμφωνα με την εκδοχή του υπουργείου, ο Βρετανός απέκρυπτε εν γνώσει του ότι αυτά ήταν ιδιοκτησία του Ρώσου ολιγάρχη.
Οι κυρώσεις κατά του Όλεγκ Ντεριπάσκα
Η Ουάσιγκτον είχε επιβάλλει κυρώσεις κατά του Ντεριπάσκα το 2018, υποστηρίζοντας ότι ο Ρώσος ολογάρχης όπως είχε ανακοινωθεί , εκπροσωπεί τα συμφέροντα της ρωσικής κυβέρνησης σε όλον τον κόσμο, έχει μετοχές και ξεπλένει χρήματα του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο Ντεριπάσκα είχε επίσης κατηγορηθεί για παρέμβαση στις αμερικανικές εκλογές.
Τον Σεπτέμβριο του 2022 το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ κατηγόρησε τον Nτεριπάσκα για παραβίαση του καθεστώτος των κυρώσεων, παράβαση που συνιστά ποινικό αδίκημα. Σύμφωνα με την δικογραφία, ο Ρώσος ολιγάρχης χρησιμοποιούσε την περιουσία του στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ η φίλη του πήγε δύο φορές στις ΗΠΑ για να γεννήσει τα παιδιά του.
Ο Όλεγκ Ντεριπάσκα είναι ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ρωσίας. Το περιοδικό Forbes εκτιμά ότι η περιουσία του ανέρχεται σε 1,7 δισεκ. δολάρια. Ο Ντεριπάσκα έχει δηλώσει ότι οι απώλειες που υπέστη λόγω των κυρώσεων έφτασαν τα 7,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες που του προσάπτουν και εφεσίβαλε δικαστικά την απόφαση βάσει της οποίας συμπεριελήφθη στον κατάλογο των κυρώσεων των ΗΠΑ.