Quantcast

Τουρκία: Ο πρώην αρχικατάσκοπος της MIT που εξόπλισε τζιχαντιστές έγινε υπεύθυνος του ΟΑΣΕ για την καταπολέμηση της ισλαμοφοβίας (ΕΓΓΡΑΦΑ)

Όπως αναφέρει το Nordic Monitor μυστικά έγγραφα των μυστικών υπηρεσιών αποκάλυψαν ότι ο İsmail Hakkı Musa, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως νούμερο δύο στην MIT για τέσσερα χρόνια, υπέγραψε εμπιστευτικές επιστολές που ομολογούσαν την εμπλοκή του με μεταφορές όπλων που προορίζονταν για τζιχαντιστές στη Συρία

Μετάφραση: Αντώνης Χρυσουλάκης

Ένας πρώην αξιωματικός των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος παραδέχθηκε την παράνομη διακίνηση όπλων και μαχητών τζιχαντιστών στη Συρία από την Εθνική Οργάνωση Πληροφοριών της Τουρκίας (MIT), διορίστηκε σε ανώτερη θέση στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) για την καταπολέμηση της ισλαμοφοβίας.

Όπως αναφέρει το Nordic Monitor μυστικά έγγραφα των μυστικών υπηρεσιών αποκάλυψαν ότι ο İsmail Hakkı Musa, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως νούμερο δύο στην MIT για τέσσερα χρόνια, υπέγραψε εμπιστευτικές επιστολές που ομολογούσαν την εμπλοκή του με μεταφορές όπλων που προορίζονταν για τζιχαντιστές στη Συρία, όταν του το ζήτησαν οι εισαγγελείς. Παραδέχτηκε επίσης εγγράφως ότι τα λεωφορεία που μετέφεραν κρυφά τζιχαντιστές μέσω του τουρκικού εδάφους ήταν μέρος της επιχείρησης της MIT.

Ο Musa διορίστηκε ως προσωπικός εκπρόσωπος του ασκούντος την Προεδρία του ΟΑΣΕ για την καταπολέμηση της μισαλλοδοξίας και των διακρίσεων κατά των μουσουλμάνων κατά τη διάρκεια της προεδρίας της Πολωνίας τον Ιούλιο του 2022 χάρη στις πιέσεις της ισλαμιστικής κυβέρνησης της Τουρκίας, με επικεφαλής τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Ο Musa διευκόλυνε επίσης το ταξίδι τζιχαντιστών μαχητών στην Τουρκία

Το βιογραφικό του Musa που αναρτήθηκε στον ιστότοπο του ΟΑΣΕ δεν αναφέρει ότι είχε εργαστεί για τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες και αντ’ αυτού αναφέρει μόνο διάφορες θέσεις που κατείχε ως Τούρκος διπλωμάτης. Η ανακοίνωση τύπου που εξέδωσε το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών σχετικά με τη νέα του θέση στον ΟΑΣΕ παρέλειψε επίσης αυτή τη βασική λεπτομέρεια του ιστορικού του και αγνόησε εντελώς το έργο του στο MIT.

Φαίνεται ότι ο Musa κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να κρύψει το παρελθόν του στη διαβόητη υπηρεσία πληροφοριών της Τουρκίας και να συγκαλύψει το ιστορικό του στην τροφοδοσία της σύγκρουσης στη Συρία, στέλνοντας χιλιάδες φορτηγά με όπλα. Μάλιστα, αυτό το παραδέχτηκε και το αφεντικό του σε ηχογράφηση που διέρρευσε τον Μάρτιο του 2014. Ο Musa διευκόλυνε επίσης το ταξίδι τζιχαντιστών μαχητών στη χώρα.

Αντ’ αυτού, το βιογραφικό του στον ιστότοπο του ΟΑΣΕ αναφέρει ότι είχε υπηρετήσει στο γραφείο του πρωθυπουργού μεταξύ 2012 και 2016, χωρίς να αποκαλύπτει το γεγονός ότι στην πραγματικότητα εργαζόταν για τη ΜΙΤ, η οποία υπάγεται στο πρωθυπουργικό υπουργείο.

Ο Musa ανέλαβε μάλιστα την MIT για ένα μήνα ως υπηρεσιακός επικεφαλής

Ο 64χρονος διπλωμάτης μετατέθηκε στη MIT το 2012 και βοήθησε στη δημιουργία μιας νέας μονάδας με την ονομασία Διεύθυνση Στρατηγικής Ανάλυσης (Stratejik Analiz Başkanlığı), αναφερόμενος απευθείας στον επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Hakan Fidan, έμπιστο πρόσωπο του Ερντογάν και φιλοϊρανό ισλαμιστή. Υπηρέτησε στη δεύτερη θέση ως αναπληρωτής υφυπουργός της υπηρεσίας, διευθύνοντας τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικών και Τεχνικών Πληροφοριών (Elektronik ve Teknik İstihbarat Başkanlığı) και αργότερα τη μονάδα Εξωτερικών Πληροφοριών (Dış İstihbarat).

Φωτογραφία του İsmail Hakkı Musa

Έστω και για λίγο, ο Musa ανέλαβε μάλιστα την υπηρεσία για ένα μήνα ως υπηρεσιακός επικεφαλής μεταξύ 10 Φεβρουαρίου και 10 Μαρτίου 2015, όταν ο Fidan παραιτήθηκε για να διεκδικήσει μια βουλευτική έδρα. Ο πρόεδρος Ερντογάν δεν ενέκρινε τη μετακίνηση του Fidan στην πολιτική και τον ανάγκασε να επιστρέψει στην υπηρεσία ως υφυπουργός.

Δύο εμπιστευτικές επιστολές που φέρουν το επίσημο λογότυπο της ΜΙΤ και την υπογραφή του Musa αποκάλυψαν ότι είχε στενή ανάμειξη σε παράνομες αποστολές όπλων και οχημάτων στη Συρία για ένοπλες τζιχαντιστικές ομάδες, καθώς και στη μεταφορά μαχητών μέσω του τουρκικού εδάφους σε μυστικές επιχειρήσεις της ΜΙΤ.

Φορτηγά που μετέφεραν παράνομα όπλα σε τζιχαντιστές στη Συρία αναχαιτίστηκαν δύο φορές από την αστυνομία σε μια παραμεθόρια επαρχία την 1η Ιανουαρίου και στις 19 Ιανουαρίου 2014, ενώ δύο λεωφορεία που μετέφεραν μαχητές από μια περιοχή της Συρίας που ελέγχεται από την Αλ Κάιντα στις 9 Ιανουαρίου 2014 και τους έφεραν πίσω στην Τουρκία υπό την επίβλεψη πρακτόρων της ΜΙΤ αποτέλεσαν αντικείμενο ποινικής έρευνας από τον τοπικό εισαγγελέα.

Ο Musa χρειάστηκε να στείλει επιστολές στους Τούρκους εισαγγελείς που ερευνούσαν τη μεταφορά παράνομων όπλων και τη μεταφορά μαχητών από τα τουρκοσυριακά σύνορα κατά παράβαση της τουρκικής νομοθεσίας.

Μια επιστολή, με την ένδειξη «απόρρητο» και υπογεγραμμένη από τον Musa με τον τίτλο του αναπληρωτή υφυπουργού της ΜΙΤ, ενημέρωνε έναν εισαγγελέα ότι οι πληροφορίες σχετικά με τους μεταφερόμενους τζιχαντιστές και τα όπλα ήταν «κρατικό μυστικό» που δεν έπρεπε να δημοσιοποιηθεί.

Αναφερόταν σε τρεις υποθέσεις που αποκάλυπταν ότι η ΜΙΤ συνεργαζόταν με τζιχαντιστές και οι εισαγγελείς έψαχναν να βρουν γιατί η ΜΙΤ εμπλέκεται σε παράνομες επιχειρήσεις που παραβιάζουν μια σειρά από τουρκικούς νόμους.

Μία από τις υποθέσεις αναφέρεται σε μια μυστική επιχείρηση που έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 2014 και αποκαλύφθηκε όταν τοπικές μονάδες της αστυνομίας κλήθηκαν να αναζητήσουν δύο λεωφορεία που χρησιμοποιούνταν για να μεταφέρουν ένοπλους τζιχαντιστές μαχητές από το ένα σημείο των συριακών συνόρων στο άλλο, προκειμένου να αλλάξουν τη δυναμική στο έδαφος στη συριακή πλευρά.

Ακολουθεί η μυστική επιστολή της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών που υπογράφεται από τον Ismail Hakki Musa επιβεβαίωσε τις παράνομες αποστολές όπλων και τη μεταφορά μαχητών και οχημάτων κατά παράβαση της τουρκικής νομοθεσίας:

Οι μαχητές μεταφέρθηκαν πέρα από τα σύνορα τη νύχτα της 9ης Ιανουαρίου 2014 με λεωφορεία που είχαν μισθωθεί από τη ΜΙΤ, η οποία πίστευε ότι όλα είχαν κυλήσει ομαλά, χωρίς να υπάρχουν κίνδυνοι αποκάλυψης της παράνομης επιχείρησης.

Οι παράνομες διαδρομές και η σύλληψη από την Αστυνομία

Έφτασαν στη συνοριακή πύλη στην τουρκική πόλη Akçakale στην επαρχία Şanlıurfa και πέρασαν την πύλη χωρίς κανένα έλεγχο με τη βοήθεια πρακτόρων της ΜΙΤ σε αυτοκίνητο συνοδείας. Η εκφόρτωση των μαχητών, των όπλων και των πυρομαχικών ολοκληρώθηκε γύρω στις 5 π.μ. Οι οδηγοί διατάχθηκαν να μεταφέρουν τα λεωφορεία πίσω στην Τουρκία.

Την επόμενη ημέρα, η αστυνομία έλαβε μια πληροφορία που υποστήριζε ότι δύο λεωφορεία που ήταν σταθμευμένα σε χώρο ανάπαυσης σε αυτοκινητόδρομο εμπλέκονταν σε διακίνηση ναρκωτικών, με αποτέλεσμα να γίνει έφοδος και έρευνα στα λεωφορεία. Δεν βρέθηκαν ναρκωτικά κατά τη διάρκεια της έρευνας, η οποία πραγματοποιήθηκε σε αυτοκινητόδρομο στο Ιντσιρλίκ της επαρχίας Αδάνων, αλλά η αστυνομία βρήκε 40 κιβώτια με πυρομαχικά για πολυβόλα βαρέως διαμετρήματος PKM στον αποθηκευτικό χώρο των λεωφορείων.

Οι οδηγοί, Şahin Güvenmez (37 ετών) και Esat Lütfi Er (48 ετών), συνελήφθησαν μαζί με τον ιδιοκτήτη της εταιρείας λεωφορείων, Mihraç Sarı (42 ετών), στο πλαίσιο της έρευνας της υπ’ αριθμ. 2014/53 δικογραφίας. Στις καταθέσεις τους ο ιδιοκτήτης της εταιρείας και οι οδηγοί κατέθεσαν ότι τα λεωφορεία ήταν μισθωμένα από τη ΜΙΤ. Μάλιστα, ένα αυτοκίνητο συνοδείας που οδηγούσαν πράκτορες της ΜΙΤ τα ακολουθούσε κατά τη διαδρομή τους προς τη Συρία και δύο αυτοκίνητα συνοδείας της ΜΙΤ συνόδευαν τα λεωφορεία κατά την επιστροφή τους.

Ο εισαγγελέας ξεκίνησε ποινική έρευνα για τους οδηγούς και τον ιδιοκτήτη της εταιρείας λεωφορείων

Οι οδηγοί παραδέχθηκαν ότι είχαν κάνει παρόμοιες διαδρομές στο παρελθόν, παραδίδοντας τόσο πυρομαχικά όσο και τζιχαντιστές μαχητές σε στρατόπεδο στη συριακή πλευρά που διοικούνταν από τζιχαντιστικές ομάδες.

Σύμφωνα με τις καταθέσεις που έδωσαν οι ύποπτοι, η ΜΙΤ μετέφερε 72 τζιχαντιστές από ένα συνοριακό σημείο κοντά στο χωριό Bükülmez ακριβώς απέναντι από τον προσφυγικό καταυλισμό Atmeh στη συριακή πλευρά των συνόρων στην τουρκική πόλη Akçakale. Αφού ταξίδεψαν μέσω του τουρκικού εδάφους, οι μαχητές εισήλθαν εκ νέου στη Συρία για να βοηθήσουν ομάδες τζιχαντιστών να καταλάβουν το Τελ Αμπάντ.

Οι μαχητές δεν μπορούσαν να μεταφερθούν μέσω του συριακού εδάφους επειδή οι τζιχαντιστές δεν είχαν τον έλεγχο μιας μεγάλης περιοχής μεταξύ Atmeh και Tel Abad. Εκείνη την εποχή το συριακό έδαφος κοντά στο Κομπάνι -μια πόλη κυρίως κουρδική κοντά στα σύνορα της Συρίας με την Τουρκία- κατείχαν και υπερασπίζονταν οι κουρδικές Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG).

Ο εισαγγελέας Mustafa Sırlı ξεκίνησε ποινική έρευνα για τους οδηγούς και τον ιδιοκτήτη της εταιρείας λεωφορείων. Ήθελε επίσης να κυνηγήσει τους αξιωματικούς των μυστικών υπηρεσιών, αλλά απομακρύνθηκε απότομα από την υπόθεση. Ωστόσο, κατάφερε να ολοκληρώσει μια επιτόπια εξέταση των σημείων όπου οι τζιχαντιστές παραλαμβάνονταν και όπου αποβιβάζονταν. Τα στοιχεία αποκάλυψαν ότι το κτίριο στη Συρία που οι οδηγοί κατέθεσαν ότι ήταν το σημείο αποβίβασης πυρομαχικών και μαχητών είχε υψωμένη στην κορυφή του μια σημαία του Ισλαμικού Κράτους και μηνύματα της Τζαμπχάτ Νούσρα γραμμένα στους εξωτερικούς τοίχους του.

Η επιστολή που υπέγραψε και έστειλε στην εισαγγελία ο Musa αφορούσε επίσης πράκτορες της ΜΙΤ που αποκαλύφθηκαν όταν διαπιστώθηκε ότι συνεργάζονταν με μια ομάδα της Αλ Κάιντα στην Τουρκία που έκλεβε φορτηγά για να τα στείλει στη Συρία. Στο στόχαστρο μπήκαν κυρίως ημιφορτηγά με επίπεδη καρότσα στα οποία ήταν δυνατόν να τοποθετηθούν πολυβόλα και τα οποία είχαν μεγάλη ζήτηση από ομάδες τζιχαντιστών στη Συρία. Τρεις από τους 19 υπόπτους που συνελήφθησαν από τις διωκτικές αρχές το 2013 ήταν μαχητές της Αλ Κάιντα και συμμετείχαν επίσης στη μεταφορά ξένων μαχητών στη Συρία. Έξι ύποπτοι ήταν πράκτορες της ΜΙΤ, ενώ οι υπόλοιποι ταυτοποιήθηκαν ως έμποροι ναρκωτικών.

Μια άλλη επιστολή με την ένδειξη «απόρρητο» και υπογεγραμμένη από τον Musa παραδέχθηκε ότι υποκλάπηκαν αποστολές όπλων που προορίζονταν για τζιχαντιστές στη Συρία:

Στις 27 Μαρτίου 2014 ο Musa έγραψε επιστολή στο γραφείο του εισαγγελέα επιβεβαιώνοντας ότι οι έξι αυτοί ύποπτοι ήταν πράγματι πράκτορες της ΜΙΤ και ισχυρίστηκε ότι εκτελούσαν μια αποστολή, παρόλο που χρησιμοποιούσαν τα ιδιωτικά τους τηλέφωνα για να επικοινωνούν. Προσπάθησε να συγκαλύψει την αποκάλυψη επικαλούμενος το κρατικό απόρρητο και προειδοποίησε ότι οι πληροφορίες σχετικά με την εμπλοκή της ΜΙΤ με υπόπτους της Αλ Κάιντα δεν πρέπει να αποκαλυφθούν στο κοινό.

Οι εισαγγελείς που ξεκίνησαν έρευνες κατά της ΜΙΤ, απολύθηκαν ή μετατέθηκαν και αργότερα συνελήφθησαν με κατασκευασμένες κατηγορίες 

Η ίδια δικαιολογία χρησιμοποιήθηκε από τον Musa όταν μονάδες της αστυνομίας και της χωροφυλακής κοντά σε παραμεθόριες επαρχίες αναχαίτισαν παράνομα φορτία όπλων με προορισμό τη Συρία την 1η και 19η Ιανουαρίου 2014. Τα φορτία συνοδεύονταν από την τουρκική υπηρεσία πληροφοριών, αν και δεν υπήρχε επίσημη άδεια, όπως απαιτεί ο νόμος. Τα φορτία περιείχαν χιλιάδες βλήματα πυροβολικού, βλήματα βαρέων πολυβόλων και βλήματα όλμων.

Και πάλι, ο Μούσα επιβεβαίωσε ότι το φορτίο ανήκε στη ΜΙΤ σε μυστική επιστολή προς την εισαγγελία, ζητώντας μη δημοσιοποίηση, ενώ κυβερνητικοί αξιωματούχοι υποστήριξαν δημοσίως ότι τα φορτηγά που αναχαιτίστηκαν μετέφεραν ανθρωπιστική βοήθεια στη Συρία. Αμέσως μετά την αποκάλυψη, οι εισαγγελείς που ξεκίνησαν ποινικές έρευνες κατά των πρακτόρων της ΜΙΤ για μεταφορά παράνομων όπλων απολύθηκαν ή μετατέθηκαν και αργότερα συνελήφθησαν και δικάστηκαν με κατασκευασμένες κατηγορίες για κατασκοπεία.

Το 2016 ο Musa διορίστηκε πρεσβευτής στη Γαλλία και εργάστηκε εκεί για να οργανώσει και να προωθήσει την πολιτική ισλαμιστική ιδεολογία της κυβέρνησης Ερντογάν. Το Στρασβούργο, όπου η θρησκευτική αρχή της Τουρκίας, η Diyanet, έχει εγκαταστήσει έδρα για να αναθρέψει μια νέα γενιά ισλαμιστών μεταξύ της ευρωπαϊκής νεολαίας, ήταν στο χαρτοφυλάκιο του Musa.

Με την επιστροφή του στην Τουρκία το 2021, ο Musa συνέχισε παρόμοιες επιχειρήσεις, αυτή τη φορά από τη θέση του στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών ως γενικός διευθυντής της υπηρεσίας για τους Τούρκους πολίτες στο εξωτερικό και την εκπαίδευση. Η νέα του θέση στον ΟΑΣΕ του παρέχει μια νέα κάλυψη για να συνεχίσει το έργο των μυστικών υπηρεσιών που έκανε επί χρόνια και του δίνει επίσης πρόσβαση σε μέρη και ανθρώπους που κατά τα άλλα θα ήταν αδύνατη.

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Nordic Monitor