Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αναγκάστηκε να διακόψει την περιοδεία του στην Αφρική μόλις ενημερώθηκε για τις δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία. Στο ταξίδι της επιστροφής δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι «για εμάς, η απόφαση της Ρωσίας είναι απαράδεκτη». Κάλεσε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν σύνεση και να τηρήσουν το διεθνές δίκαιο. Επιπλέον, ξεκαθάρισε ότι θα λάβει και ο ίδιος «συγκεκριμένα μέτρα», τα οποία, όμως, δεν έχει προσδιορίσει ακόμη.
Στην Άγκυρα επικρατεί μεγάλη ανησυχία. Όχι μόνο γιατί η Τουρκία είναι μία σχεδόν γειτονική χώρα, που συνορεύει με χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα, όπως συμβαίνει με τη Ρωσία και την Ουκρανία. Αλλά επίσης γιατί διατηρεί ιδιαίτερες πολιτικές και στενές οικονομικές σχέσεις και με τις δύο χώρες.
Για παράδειγμα, ενώ η Τουρκία αγοράζει από τη Ρωσία αντιαεροπορικά πυραυλικά συστήματα, προκαλώντας μάλιστα έντονες επικρίσεις στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, την ίδια στιγμή προμηθεύει στην Ουκρανία μη επανδρωμένα αεροσκάφη, που κατασκευάζει η ίδια.
Εξάρτηση στο φυσικό αέριο και στο… ψωμί
Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι σήμερα η τουρκική οικονομία εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από τη Ρωσία. Από εκεί καλύπτει το 40% των αναγκών της σε πετρέλαιο και το 25% των αναγκών σε φυσικό αέριο. Επιπλέον, μεγαλώνει συνεχώς η εξάρτηση από αγροτικά προϊόντα όπως το σιτάρι, το κριθάρι, η σόγια και το καλαμπόκι, τα οποία εισάγονται κυρίως από τη Ρωσία.
Μόνο το 2021 η Τουρκία είχε καλύψει το 70% των αναγκών της σε σιτάρι με εισαγωγές από τη Ρωσία. Χωρίς αυτές το αγαπημένο λευκό ψωμί των Τούρκων, που συνοδεύει το καθημερινό τραπέζι, είτε δεν θα υπήρχε, είτε θα ήταν πολύ πιο ακριβό.
Όλα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία στη σημερινή συγκυρία, με τις τιμές να αυξάνονται συνεχώς. Τον Ιανουάριο ο πληθωρισμός στα τρόφιμα έφτασε το 48%, σε ετήσια βάση. Εδώ και μήνες οι περισσότεροι Τούρκοι υποφέρουν από τις συνεχείς ανατιμήσεις σε είδη πρώτης ανάγκης.
Καθημερινή εικόνα αποτελούν πλέον οι ουρές στις αγορές που διαθέτουν το λεγόμενο «ψωμί του λαού» (Halkekmek), το οποίο επιδοτούν δήμοι και κοινότητες, για να καλύψουν ένα μέρος του κόστους. Ζυγίζει 250 γραμμάρια και πωλείται για δύο λίρες στην Κωνσταντινούπολη. Χωρίς την επιδότηση οι τιμές φτάνουν τις τρεις λίρες για 210 γραμμάρια.
Ψωμί, το φαγητό του φτωχού
Στην Τουρκία το ψωμί είναι πολύτιμο αγαθό. Σύμφωνα με σχετικές έρευνες ένας Τούρκος καταναλώνει, κατά μέσο όρο, από 150 έως 180 κιλά ψωμί κάθε χρόνο. Οι οικονομικά ασθενέστεροι καταναλώνουν ακόμη μεγαλύτερη ποσότητα. Σε κάθε πόλη της Τουρκίας το τοπικό εμπορικό επιμελητήριο προτείνει μία τιμή για το ψωμί, η οποία οριστικοποιείται μετά από συνεννόηση με τις τοπικές αρχές και το υπουργείο Εμπορίου.
Το 2017 στην Κωνσταντινούπολη το καθημερινό ψωμί (χωρίς επιδότηση) ζύγιζε 220 γραμμάρια και στοίχιζε μόλις 1,25 λίρες. Σήμερα ζυγίζει δέκα γραμμάρια λιγότερα, αλλά η τιμή έχει εκτοξευθεί στις τρεις λίρες, περίπου 20 λεπτά του ευρώ με βάση την ισοτιμία της 23ης Φεβρουαρίου. Το κόστος παραγωγής αυξάνεται συνεχώς. Πολλοί φοβούνται ότι η κρίση στην Ουκρανία θα προκαλέσει αλυσιδωτές αυξήσεις σε είδη πρώτης ανάγκης, ακόμη και στο ψωμί. Αυτό πιστεύει και ο Μουράτ Καπικιριάν, πρόεδρος του επιμελητηρίου αγρονόμων μηχανικών της Κωνσταντινούπολης.
«Η τιμή του ψωμιού θα ξεπεράσει κατά πολύ τις πέντε λίρες», λέει ο Καπικιριάν στην DW. Ο ίδιος επισημαίνει ότι, από τη στιγμή που πολλές ποικιλίες σιταριού ευδοκιμούν στην Ανατολία, είναι θλιβερό να εξαρτάται σήμερα η Τουρκία από τις ρωσικές εξαγωγές. Κατά την άποψή του η εξάρτηση αυτή είναι το αποτέλεσμα μίας εσφαλμένης οικονομικής πολιτικής. Επιπλέον, προκαλεί ανησυχία το γεγονός ότι δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιος προγραμματισμός για να εξασφαλιστεί η τροφοδοσία του πληθυσμού σε περίπτωση κρίσης.
Την αυξανόμενη εξάρτηση από τη Ρωσία επισημαίνει στην DW και ο Αλί Εκμπέρ Γιλντιρίμ, δημοσιογράφος και οικονομικός αναλυτής με εξειδίκευση στην αγορά τροφίμων. Όπως τονίζει, η εξάρτηση από τα ρωσικά δημητριακά μεγάλωνε διαρκώς τα προηγούμενα χρόνια, κι ας περιστρεφόταν η δημόσια συζήτηση περισσότερο γύρω από τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία ή τα εξοπλιστικά προγράμματα. Ο Γιλντιρίμ επισημαίνει ότι σήμερα η Τουρκία εισάγει από τη Ρωσία ακόμη και …ρεβίθια, τα οποία στη συνέχεια δωρίζει για τις ανάγκες του επισιτιστικού προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην αγορά τροφίμων στο εσωτερικό της Τουρκίας. “Δεν λέω ότι οπωσδήποτε θα υπάρξει έλλειψη αγαθών, ασφαλώς μπορούμε να εισάγουμε προϊόντα και από άλλες χώρες, αλλά σίγουρα θα αυξηθούν οι τιμές”, λέει ο ίδιος. Το σιτάρι θεωρείται ασφαλώς το πιο “στρατηγικό” προϊόν, καθώς είναι απαραίτητο για την παραγωγή του ψωμιού. Από την πλευρά του ο Οζκάν Τασπινάρ, επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου για το Σιτάρι, υποστηρίζει ότι η Τουρκία διαθέτει επαρκείς ποσότητες. Για την ακρίβεια, η χώρα χρειάζεται κάθε χρόνο, κατά μέσο όρο, είκοσι εκατομμύρια τόνους σιταριού και αυτή ακριβώς την ποσότητα παράγει και η ίδια, λέει ο Τασπινάρ.
Φιλόδοξες επενδύσεις στη Ρωσία
Ας μην ξεχνάμε όμως ότι μεγάλο μέρος της διαθέσιμης ποσότητας σιταριού πηγαίνει στις εξαγωγές. Ο Χασάν Χατζηαλίογλου, επικεφαλής της εταιρείας Taban Gida, από τις μεγαλύτερες του κλάδου με εξαγωγές σε είκοσι χώρες, υπενθυμίζει ότι η Τουρκία είναι σήμερα ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς παγκοσμίως σε ζυμαρικά, μπισκότα και αλευροειδή. Κι όμως, εξακολουθεί να εισάγει τις απαραίτητες ποσότητες σιταριού από τη Ρωσία. Κατά συνέπεια, λέει ο Χατζηαλίογλου, η κρίση στην Ουκρανία θα μπορούσε να υπονομεύσει τις σημερινές εξαγωγικές επιδόσεις της Τουρκίας.
Λόγω του αυξανόμενου κόστους παραγωγής στην ίδια την Τουρκία πολλές τουρκικές επιχειρήσεις είχαν μάλιστα καταφύγει στη Ρωσία στο πρόσφατο παρελθόν, ιδρύοντας εκεί μονάδες παραγωγής με πιο χαμηλό κόστος. Ακόμη και η Taban Gida έχει εξαγγείλει μία μεγάλη επένδυση 100 εκατ. δολαρίων στη Ρωσία για τα επόμενα τρία χρόνια. Από τις εξελίξεις στην Ουκρανία θα εξαρτηθεί, εάν θα υλοποιήσει τελικά τα σχέδιά της…
Πηγή: ΟΤ