Η λήξη των ενισχυμένων επιδομάτων ανεργίας στις Ηνωμένες Πολιτείες ήρθε και παρήλθε χωρίς καμία αξιοσημείωτη επίδραση στον αριθμό των Αμερικανών που αναζητούν εργασία. Αυτό δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη.
Επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν από ανενημέρωτους και ιδιοτελείς εργοδότες, που απασχολούσαν χαμηλόμισθους εργαζόμενους, οι οποίοι κατηγόρησαν το δίχτυ ασφαλείας της εποχής της πανδημίας για την αδυναμία τους να καλύψουν κενές θέσεις, ποτέ δεν ήταν αληθοφανή.
Έρευνα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ του Σαν Φρανσίσκο έδειξε ότι η πρόωρη αναστολή των παροχών σε ορισμένες πολιτείες δεν είχε αξιοσημείωτη επίδραση στα ποσοστά ανεργίας τους.
Η πρόκληση της απασχόλησης
Η πρόκληση της απασχόλησης περισσότερων από οκτώ εκατομμυρίων ανέργων Αμερικανών δεν θα λυθεί με τη μείωση των επιδομάτων.
Μάλλον, χρειαζόμαστε μια πιο ουσιαστική αλλαγή στο κοινωνικό μας συμβόλαιο, ιδιαίτερα για να υποστηρίξουμε θέσεις εργασίας στην αγορά της περίθαλψης.
Πριν από την πανδημία, η αμερικανική οικονομία ήταν κοντά στην πλήρη απασχόληση (όπως ορίζεται παραδοσιακά), με ποσοστό ανεργίας 3,5% τον Φεβρουάριο του 2020.
Η οικονομία είχε προσθέσει περισσότερες από δύο εκατομμύρια θέσεις εργασίας κατά το προηγούμενο έτος, στην πιο μακροβιότερη οικονομική επέκταση στην ιστορία των ΗΠΑ.
Αλλά ο COVID-19 -και τα lockdown που εφαρμόστηκαν για την καταπολέμησή του- άλλαξαν αυτό το σκηνικό σχεδόν εν μια νυκτί. Μέσα σε ένα μήνα χάθηκαν 20,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ και το ποσοστό ανεργίας έφτασε σχεδόν στο 15%.
Η ταχεία δράση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και μια άνευ προηγουμένου δημοσιονομική απάντηση μέσω του Αμερικανικού Σχεδίου Διάσωσης και του Νόμου περί Βοήθειας, Ανακούφισης και Οικονομικής Ασφάλειας του Κορωνοϊού (CARES) αναχαίτισαν το κύμα.
Πολλές θέσεις εργασίας μετατράπηκαν σε εξ αποστάσεως εργασία και η οικονομία σταθεροποιήθηκε μέχρι να φτάσουν τα εμβόλια, επιτρέποντας την επαναλειτουργία.
Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021, η απασχόληση αυξήθηκε κατά 17,4 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο και το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 4,8%.
Στο τέλος του μήνα, υπήρχαν περισσότερες θέσεις εργασίας (δέκα εκατομμύρια) από όσους αναζητούσαν εργασία (8,4 εκατομμύρια).
Η Fed αναμένεται να αρχίσει να μειώνει την υποστήριξή της για την οικονομία τα επόμενα δύο τρίμηνα.
Στην επιφάνεια βαθιές ανισότητες
Αλλά η COVID-19, και η πρώιμη απάντηση σε αυτή, έφερε στην επιφάνεια βαθιές ανισότητες που έχουν επιδεινωθεί.
Η ανάκαμψη δεν ωφέλησε γυναίκες, έγχρωμους ή χαμηλόμισθους εργαζόμενους στη βιομηχανία φιλοξενίας, ταξιδιών και φροντίδας (από όλες τις ομάδες, οι μαύρες γυναίκες έχουν ωφεληθεί λιγότερο από την ανάκαμψη).
Μέχρι τον Μάιο του 2021, οι εργαζόμενοι με πτυχία είχαν ανακτήσει πλήρως τις απώλειες θέσεων εργασίας λόγω πανδημίας, ενώ οι εργαζόμενοι χωρίς πτυχία, που είναι πάνω από τους μισούς ανέργους, έχουν 4,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας λιγότερες από τα επίπεδα προ πανδημίας.
Παρόλο που η συνολική σύσφιγξη της αγοράς εργασίας έχει αρχίσει να επηρεάζει τους μισθούς, τα οφέλη και τις συνθήκες εργασίας, οι παράγοντες της αγοράς από μόνοι τους δεν θα καλύψουν τα υπόλοιπα κενά, ειδικά σε θέσεις εργασίας με χαμηλούς μισθούς εκκίνησης ή μεταβαλλόμενες ώρες εργασίας.
Χωρίς ακόμη μεγαλύτερες αλλαγές στους μισθούς και πιο προβλέψιμο προγραμματισμό, πολλά εστιατόρια και επιχειρήσεις λιανικής θα δυσκολευτούν και άλλο για να καλύψουν θέσεις.
Ο αυτοματισμός μπορεί να, και θα, αντιμετωπίσει, μερικές από αυτές τις ελλείψεις. Η χρήση της ταμειακής αυτοεξυπηρέτησης σε μεγάλες εταιρίες λιανικής είναι στα ύψη και η McDonald’s τεστάρει περίπτερα στα οποία οι πελάτες μπορούν να παραγγέλνουν τα προϊόντα που θέλουν.
Αυτές οι τεχνολογίες όχι μόνο διευκολύνουν τις συναλλαγές με λιγότερους υπαλλήλους, αλλά επίσης ωθούν τους πελάτες να παραγγείλουν περισσότερα μέσω συστάσεων προϊόντων.
Δεν μπορούν να αυτοματοποιηθούν όλες οι εργασίες
Όμως πολλές εργασίες προσωπικής εξυπηρέτησης είναι δύσκολο να αυτοματοποιηθούν.
Τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας Εργασίας δείχνουν ότι η αύξηση των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ αναμένεται να περιλαμβάνει περισσότερες από τρία εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην προσωπική φροντίδα, την εστίαση και τη φιλοξενία.
Ταυτόχρονα, η γήρανση του πληθυσμού θα εμποδίσει την ανάπτυξη της αγοράς εργασίας και οι πιέσεις που ασκούνται στις γυναίκες για τη φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων θα περιορίσουν περαιτέρω το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό.
Τα πράγματα είναι χειρότερα, σε μια πρόσφατη έρευνα, το 42% των γυναικών και το 35% των ανδρών δηλώνουν ότι πάσχουν από εξουθένωση και ενδέχεται να παραιτηθούν τους επόμενους μήνες.
Ορισμένες πολιτείες έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της πρόκλησης του εργατικού δυναμικού και της περίθαλψης.
Η Καλιφόρνια, για παράδειγμα, επέκτεινε την οικογενειακή άδεια μετ’ αποδοχών, επέκτεινε την πίστωση φόρου εισοδήματος (EITC) και τώρα πληρώνει για καθολικό προσχολικό, δωρεάν κοινοτικό κολέγιο και γενναιόδωρα προγράμματα περίθαλψης Medicaid και Affordable Care Act (Medi-Cal και Covered California).
Αλλά χρειάζεται ομοσπονδιακή δράση για τη διατήρηση και την κλιμάκωση αυτών των καινοτομιών πολιτικής. Για το σκοπό αυτό, η πρόταση προϋπολογισμού των Δημοκρατικών του Κογκρέσου περιλαμβάνει αρκετές βασικές προτάσεις που θα βοηθήσουν τους εργαζόμενους Αμερικανούς.
Το Σχέδιο Αμερικανικών Οικογενειών 1,8 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, για παράδειγμα, θα παρέχει καθολική προσχολική μέριμνα, θα θέτει όρια στο κόστος φροντίδας των παιδιών ενώ θα αυξάνει την αμοιβή των παρόχων, θα υποστηρίζει την φοίτηση σε κοινοτικά κολέγια χωρίς δίδακτρα και θα επεκτείνει τις πιστώσεις φόρου παιδιών και την οικογενειακή άδεια μετ’ αποδοχών.
Τα σχέδια των Δημοκρατικών αναμένεται να αυξήσουν την απασχόληση κατά 20 εκατομμύρια και να ενισχύσουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, ωφελώντας κυρίως οικογένειες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος.
Είναι συνεπώς απαραίτητο να εγκρίνει το Κογκρέσο τις προτάσεις προϋπολογισμού με όλες αυτές τις βελτιώσεις για τις εργαζόμενες οικογένειες να διατηρούνται ανέπαφες.
Θα χρειαστεί επιπλέον δουλειά για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προκλήσεων στην οικονομία της περίθαλψης. Μέχρι το 2050, ο αριθμός των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω με Αλτσχάιμερ ή άνοια μπορεί να αυξηθεί σε 12,7 εκατομμύρια.
Ωστόσο, αυτή τη στιγμή, το 83% της βοήθειας που παρέχεται στους ηλικιωμένους στις ΗΠΑ προέρχεται από μέλη της οικογένειας, φίλους ή άλλους απλήρωτους φροντιστές.
Επειδή οι περισσότερες θέσεις εργασίας για φροντίδα επ’ αμοιβή χρηματοδοτούνται τουλάχιστον εν μέρει από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση μέσω Medicaid και Medicare, απαιτείται παρέμβαση σε εθνικό επίπεδο. Οι πολλά υποσχόμενες καινοτομίες περιλαμβάνουν την επέκταση της πίστωσης φόρου εισοδήματος EITC σε εκείνους που φροντίζουν παιδιά ή ηλικιωμένους στο σπίτι και την επένδυση σε συνέργειες εργαζομένων για μετεκπαίδευση όπως το Futuro Health.
Επιπλέον, οι ΗΠΑ είναι πολύ μακριά από τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ όσον αφορά την έλλειψη δημόσιας στήριξης για τη φροντίδα των παιδιών (παρέχοντας μόλις $ 500 ετησίως για τη φροντίδα ενός παιδιού, σε σύγκριση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ άνω των $ 14.000 που φτάνει σχεδόν τα $ 30.000 στη Νορβηγία).
Η επέκταση της οικογενειακής άδειας με αποδοχές στο επίπεδο άλλων προηγμένων χωρών είναι πιθανό να επιτρέψει σε περισσότερες μητέρες να εισέλθουν στο εργατικό δυναμικό. Αυτό, με τη σειρά του, θα συμβάλει στη μείωση του κόστους εργασίας για πολλές μικρές επιχειρήσεις χωρίς να προκαλέσει αύξηση του κλεισίματος των επιχειρήσεων, όπως συνέβη στην Καλιφόρνια.
Καθώς οι ΗΠΑ αφήνουν πίσω τους την ύφεση που προκαλείται από την πανδημία, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τις μεγάλες προκλήσεις στις αγορές εργασίας μας. Ο αυτοματισμός, οι ομοσπονδιακοί πόροι και η καινοτομία πολιτικής είναι απαραίτητες για να διασφαλιστεί ότι η ανάκαμψη θα φτάσει σε όλους.