Επτά άνθρωποι, ανάμεσά τους τέσσερα παιδιά, σκοτώθηκαν από ρωσικούς βομβαρδισμούς στην επαρχία Ιντλίμπ (βορειοδυτική Συρία), τελευταίο μεγάλο προπύργιο των τζιχαντιστών και των ανταρτών στη χώρα, σύμφωνα με το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το Παρατηρητήριο επιβεβαίωσε τον θάνατο “επτά ανθρώπων, τεσσάρων παιδιών της ίδιας οικογένειας, δύο ανδρών και ενός ακόμη προσώπου που δεν έχει ταυτοποιηθεί (…) έπειτα από ρωσικά αεροπορικά πλήγματα” στον τομέα Τζισρ-αλ-Σουγκούρ.
Σύμφωνα με τον διευθυντή του Παρατηρητηρίου, Ράμι Αμπντέλ Ραχμάν, τα παιδιά ήταν ηλικίας κάτω των έξι ετών και έξι από τα επτά θύματα ήταν άμαχοι. Άλλοι άνθρωποι παραμένουν παγιδευμένοι στα ερείπια, διευκρίνισε.
Τα θύματα ήταν στην πλειονότητά τους Σύροι εκτοπισμένοι από τη γειτονική επαρχία Χάμα, σύμφωνα με την ίδια πηγή. Η Ρωσία, σύμμαχος με τη Συρία εδώ και δεκαετίες, είναι ο κύριος υποστηρικτής του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσαντ και από το 2015 επεμβαίνει στρατιωτικά στη χώρα αυτή.
Περίπου η μισή έκταση της επαρχίας Ιντλίμπ, όπως και τμήματα των επαρχιών του Χαλεπίου, της Χάμα και της Λαττάκειας, τελούν υπό τον έλεγχο παρατάξεων αντίθετων στο καθεστώς της Δαμασκού, όπως η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ, πρώην παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία. Η ζώνη αυτή στεγάζει επίσης οργανώσεις ανταρτών, που υποστηρίζονται σε διάφορους βαθμούς από την Τουρκία, και από άλλους τζιχαντιστικούς σχηματισμούς, όπως η Χουράς αλ-Ντιν. Όλες αυτές οι παρατάξεις έχουν αποτελέσει ήδη στόχο αεροπορικών επιδρομών του συριακού καθεστώτος, και των Ρώσων συμμάχων του, αλλά και του διεθνούς αντιτζιχαντιστικού συνασπισμού και των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών. Αφότου ξέσπασε το 2011, η σύγκρουση στη Συρία έχει προκαλέσει τον θάνατο περίπου μισού εκατομμυρίου ανθρώπων, καταστροφή υποδομών και τη μεγαλύτερη μετακίνηση πληθυσμού μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.