Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς έσβησε τις ελπίδες ότι θα υπάρξει “στο άμεσο μέλλον” συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ενώ το Ισραήλ τάχθηκε υπέρ μιας “αξιόπιστης στρατιωτικής απειλής” προκειμένου να αυξηθεί η πίεση στην Τεχεράνη.
Ο Σολτς δήλωσε σήμερα από το Βερολίνο, κατά τη συνάντησή του με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Γιαΐρ Λαπίντ, ότι “λυπάται που το Ιράν δεν έχει ακόμη απαντήσει θετικά στις προτάσεις των Ευρωπαίων συντονιστών”.
“Δεν υπάρχει κανένας λόγος το Ιράν να μην δεχθεί αυτές τις προτάσεις. Αλλά πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτό συμβαίνει και ότι δεν θα υπάρξει (συμφωνία) στο άμεσο μέλλον”, παρατήρησε ο Γερμανός καγκελάριος στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Έπειτα από ενάμιση χρόνο συνομιλιών με στόχο τη διάσωση της διεθνούς συμφωνίας του 2015, από την οποία αποχώρησαν μονομερώς το 2018 οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Βρετανία και η Γαλλία εξέφρασαν το Σάββατο “σοβαρές αμφιβολίες” σχετικά με την πραγματική βούληση του Ιράν.
Σε ανακοίνωσή τους οι τρεις ευρωπαϊκές χώρες κατηγόρησαν την Τεχεράνη ότι “συνεχίζει την κλιμάκωση του πυρηνικού της προγράμματος, πέρα από αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι προορίζεται για πολιτικούς σκοπούς”.
Το Ιράν, που διαβεβαιώνει ότι το πυρηνικό του πρόγραμμα είναι καθαρά ειρηνικό, έκρινε “μη εποικοδομητική” αυτή την ανακοίνωση, την οποία όμως χαιρέτισε ο Λαπίντ που είναι αντίθετος στη διάσωση της συμφωνίας του 2015.
“Στρατιωτική απειλή”
Σύμφωνα με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό, αυτές οι διαπραγματεύσεις οδεύουν προς “αποτυχία” και “δεν θα πετύχουν τον στόχο που μοιραζόμαστε όλοι: να εμποδίσουν το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα”.
“Όλος ο κόσμος μάς ρωτά: ποια θα είναι η συνέχεια; Έχει έρθει η ώρα να συνομιλήσουμε με τους Αμερικανούς και τους Ευρωπαίους (…) για να βάλουμε στο τραπέζι μια αξιόπιστη στρατιωτική απειλή εναντίον του Ιράν με στόχο να το πιέσουμε προς μια καλύτερη συμφωνία”, επεσήμανε υψηλόβαθμος αξιωματούχος της ισραηλινής διπλωματίας στο περιθώριο της επίσκεψής του στο Βερολίνο.
Η Τεχεράνη ζήτησε πρόσφατα για άλλη μια φορά να κλείσει η έρευνα του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) για τα ίχνη εμπλουτισμένου ουρανίου που βρέθηκαν σε τρεις μη δηλωμένες εγκαταστάσεις, κάτι που ο διευθυντής του Οργανισμού, ο Ραφαέλ Γκρόσι, αρνήθηκε να κάνει.
“Αυτό το τελευταίο αίτημα εγείρει σοβαρές αμφιβολίες για τις προθέσεις του Ιράν και τη δέσμευσή του για ένα θετικό αποτέλεσμα σε ό,τι αφορά την JCPOA (σ.σ. της συμφωνίας του 2015) ”, σημείωσαν οι τρεις ευρωπαϊκές χώρες το Σάββατο. “Η στάση του Ιράν δεν είναι σύμφωνη με τις νομικά δεσμευτικές υποχρεώσεις του και υπονομεύει τις προοπτικές επαναφοράς της JCPOA”, την οποία είχαν υπογράψει τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου του ΟΗΕ (ΗΠΑ, Γαλλία, Βρετανία, Κίνα, Ρωσία), η Γερμανία και το Ιράν.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν σχολίασε την Παρασκευή από τις Βρυξέλλες ότι η τελευταία απάντηση του Ιράν στις διαπραγματεύσεις ήταν ένα “βήμα προς τα πίσω”.
Ο Λαπίντ μετέβη το καλοκαίρι στο Παρίσι για να συζητήσει αυτό το ευαίσθητο θέμα των πυρηνικών του Ιράν με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ενώ έχει συνομιλήσει και με τους ηγέτες των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Γερμανίας.
Το Ισραήλ ανησυχεί ότι, σε περίπτωση αναβίωσης της συμφωνίας, η άρση των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στο Ιράν, θα αυξήσει τα έσοδα της Τεχεράνης, η οποία ενδέχεται να χρησιμοποιήσει τα χρήματα αυτά για να ενισχύσει την υποστήριξή της στη Χεζμπολάχ του Λιβάνου, την παλαιστινιακή Χαμάς και σε άλλες φιλοϊρανικές ομάδες.