Ο αριθμός των θανατοποινιτών που εκτελέστηκαν στη Σαουδική Αραβία αυξήθηκε ξανά αφού η χώρα παρέδωσε την προεδρία της ομάδας των είκοσι (G20) πιο ανεπτυγμένων οικονομιών στον κόσμο, τονίζει η μη κυβερνητική οργάνωση Διεθνής Αμνηστία σε έκθεσή της που δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα.
Από τον Ιανουάριο ως τον Ιούλιο φέτος θανατώθηκαν 40 άνθρωποι στο βασίλειο, διευκρινίζει η ΜΚΟ, αριθμός υψηλότερος από αυτόν ολόκληρου του 2020.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου που το Ριάντ ασκούσε την προεδρία της G20 πέρυσι, εκτελέστηκαν συνολικά 27 άνθρωποι. Η Σαουδική Αραβία παρέδωσε την προεδρία την 1η Δεκεμβρίου· εκείνο τον μήνα μόνο, θανατώθηκαν εννιά θανατοποινίτες.
Εξάλλου, με το που «έσβησε ο προβολέας της δημοσιότητας που είχε πέσει πάνω στη Σαουδική Αραβία λόγω της προεδρίας της G20, οι αρχές συνέχισαν τον ανελέητο διωγμό ανθρώπων που τολμούν να εκφράζουν ελεύθερα τη γνώμη τους ή επικρίνουν την κυβέρνηση», τόνισε η Λιν Μααλούφ, η υποδιευθύντρια του τμήματος της Αμνηστίας που παρακολουθεί τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.
Αρκετά πρόσωπα καταδικάστηκαν σε ποινής φυλάκισης και κάθειρξης ως και στην εσχάτη των ποινών κατόπιν «κατάφωρα άδικων» ακροαματικών διαδικασιών, σύμφωνα με την κυρία Μααλούφ.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, οι σαουδαραβικές αρχές συνηθίζουν να αποσπούν «ομολογίες» με βασανιστήρια.
Το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς καταδικάστηκαν σε βαριές ποινές κάθειρξης άνθρωποι που απλά έκαναν σατιρικές αναρτήσεις σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης ή πρόβαλαν διεκδικήσεις ως προς τα ανθρώπινα ή τα γυναικεία δικαιώματα, μεταξύ άλλων, σύμφωνα με την έκθεση της ΜΚΟ.
Αφού αποφυλακιστούν, πολλοί εξ αυτών αντιμετωπίζουν απαγορεύσεις ταξιδιών και άλλους περιορισμούς.
«Η βραχεία ανάπαυλα της καταστολής, που συνέπεσε με τη φιλοξενία της συνόδου κορυφής της G20 από τη Σαουδική Αραβία τον περασμένο Νοέμβριο, δείχνει πως η όποια ψευδαίσθηση ότι θα προωθούνταν μεταρρυθμίσεις δημιουργήθηκε απλά εξαιτίας μιας εκστρατείας δημοσίων σχέσεων», επισήμανε η κυρία Μααλούφ.
Το πετρελαιοπαραγωγικό βασίλειο, η μεγαλύτερη οικονομία του αραβικού κόσμου, κατηγορείται από ΜΚΟ και ειδικούς του ΟΗΕ ότι παραβιάζει συστηματικά και κατάφωρα ανθρώπινα δικαιώματα και βάζει στο στόχαστρο αντιφρονούντες, ανάμεσά τους δημοσιογράφους και φεμινίστριες.