Ρεπορτάζ του Guardian αναδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο οι ρώσοι καταναλωτές – και ιδίως οι πλουσιότεροι ανάμεσά τους – καταφέρνουν και συνεχίζουν να προμηθεύονται κανονικά τα προϊόντα που υποτίθεται ότι απουσιάζουν πλέον πλήρως από τη χώρα τους, εξαιτίας της φυγής πολλών από τις μεγαλύτερες δυτικές εταιρείες από τη χώρα, ως αποτέλεσμα της εισβολής στην Ουκρανία.
Υπενθυμίζεται ότι κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, πολλές δυτικές αλυσίδες που διέθεταν καταστήματα στη χώρα, αποφάσισαν να βάλουν λουκέτο, είτε ως άμεση αντίδραση, είτε εξαιτίας του φόβου ότι σε περίπτωση που συνέχιζαν τις δραστηριότητές τους φυσιολογικά, θα αντιμετώπιζαν αντιδράσεις στις χώρες της Δύσης.
Ανάμεσά τους και τα Zara, ο ισπανικός κολοσσός της ένδυσης – τα ρούχα των οποίων, όμως, συνεχίζουν να πωλούνται στη Ρωσία, όπως εξηγεί στη βρετανική εφημερίδα ο Αλεξάντρ Γκορμπούνοφ, επενδυτής ακινήτων από το Κρασνογιάρσκ της Σιβηρίας, ακόμη και αν η ίδια η εταιρεία έχει περιορισμένη εικόνα για τα τεκταινόμενα.
Παράλληλες εισαγωγές
Ο Γκορμπούνοφ εισάγει πλέον ο ίδιος ρούχα και αντικείμενα από τα Zara και τα Zara Home, μέσα από έναν πωλητή στο Καζακστάν που εμπορεύεται επίσης ενδύματα Zara.
«Είναι όλα επίσημα, παράλληλες εισαγωγές», εξηγεί, αναφερόμενος στο γεγονός ότι η ρωσική νομοθεσία πλέον επιτρέπει σχεδόν σε οποιονδήποτε να μεταπωλεί προϊόντα που αγόρασε από το εξωτερικό.
Η αποχώρηση των δυτικών εταιρειών είχε τεράστια πολιτική σημασία για τη Ρωσία, υπενθυμίζοντας σε πολλούς καθημερινούς πολίτες ότι έχουν απομονωθεί σε διεθνές επίπεδο, περισσότερο από όσο το καταφέρνουν οι κυρώσεις σε αξιωματούχους του Κρεμλίνου ή τα αποθεματικά της κεντρικής τράπεζας.
Για αυτό και η Ρωσία αντέδρασε δημοσιεύοντας μια μακρά λίστα αγαθών που προέρχονται από ξένους κατασκευαστές αυτοκινήτων, εταιρείες τεχνολογίας και δημοφιλείς μάρκες που εμπίπτουν στον λεγόμενο «μηχανισμό παράλληλου εμπορίου». Ο τελευταίος επιτρέπει σε ρωσικές εταιρείες να αγοράζουν προϊόντα από οποιαδήποτε εταιρεία εκτός Ρωσίας, χωρίς την έγκριση των ιδιοκτητών του εμπορικού σήματος, ανοίγοντας έτσι την πόρτα σε γκρίζες εισαγωγές και άλλα σχέδια που κρατούν τα ράφια των μαγαζιών γεμάτα.
Η διαδρομή των προϊόντων
Συχνά, τα προϊόντα που φτάνουν στη Ρωσία προορίζονταν αρχικά για εξαγωγή σε χώρες που ανήκουν στην Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (EEU) την οποία διοικεί η Μόσχα, που μοιράζεται επίσης μαζί τους και μια τελωνειακή ένωση. Πρόκειται για την Αρμενία, τη Λευκορωσία, το Καζακστάν και το Κιργιστάν. Τα προϊόντα αυτά στη συνέχεια αποστέλλονται στη Ρωσία και πωλούνται στην αγορά της, με τις δυτικές εταιρείες να χάνουν κάθε έλεγχο της διανομής και της πώλησής τους.
Συζητώντας αυτή τη νέα πολιτική στα τέλη Μαΐου, ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είχε δηλώσει ότι θα επιτρέψει στους Ρώσους να συνεχίσουν να εισάγουν αγαθά πολυτελείας, τα οποία «θα είναι απλώς λίγο πιο ακριβά».
Το re:store, που αυτοαποκαλείται ως ο μεγαλύτερο μεταπωλητής προϊόντων Apple στη Ρωσία, βρέθηκε σε αδιέξοδο όταν η Apple ανακοίνωσε επισήμως την αποχώρησή της από τη χώρα στις αρχές Μαρτίου. Όμως τώρα το κατάστημά τους στην οδό Tverskaya στη Μόσχα είναι γεμάτο με iPhone 13 Pro και Pro Max σε χρώμα «αλπικό πράσινο» – το οποίο κυκλοφόρησε μετά τη φυγή της εταιρείας. Πωλητής του καταστήματος εξηγεί στον Guardian ότι αναμένεται να υπάρξει μια μικρή καθυστέρηση στην άφιξη του iPhone 14, σε περίπτωση που αυτό κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβειο. «Θα πάρει περίπου ένα μήνα, οπότε θα έρθει Οκτώβριο. Αλλά θα το έχουμε».
Κανονικότητα
Ο κοινωνιολόγος Γκριγκόρι Γιουντίν, επισημαίνει ότι το Κρεμλίνο επιθυμεί να διατηρήσει μια «αίσθηση κανονικότητας στις καθημερινές ζωές των Ρώσων», για να τους ενθαρρύνει να αδιαφορήσουν για την πραγματικότητα, όπως έκαναν πολλοί εξ αυτών από την αρχή του πολέμου.
«Αυτή η αίσθηση κανονικότητας υπονοεί επίσης ότι οι Ρώσοι εξακολουθούν να έχουν πρόσβαση σε όλα τα προϊόντα που έχουν συνηθίσει να χρησιμοποιούν», αναφέρει. «Οι παράλληλες εισαγωγές, επομένως, διαδραματίζουν τον ρόλο στους στη μη διατάραξη της ζωής από τον πόλεμο. Ο Πούτιν δεν θέλει οι Ρώσοι να αλλάξουν συνήθειες εξαιτίας του πολέμου, αλλά να συνεχίσουν να ζουν όπως και πριν. Τα δυτικά καταναλωτικά αγαθά που ίσως φαντάζουν ασήμαντα μπορούννα έχουν μεγάλη αξία για τον μέσο Ρώσο».
Ο Βλαντισλάβ Σουρκόφ, βοηθός του Πούτιν, κάποτε είχε δηλώσει ότι οι κυρώσεις δεν τον έχουν επηρεάσει, από τη στιγμή που μπορούσε και πάλι να απολαύσει τη δουλειά του ράπερ Tupac και του συγγραφέα Άλεν Γκίνσμπεργκ. Οι πάμπλουτοι Ρώσοι μπορούν να πουν το ίδιο για τις Mercedes και τις BMW τους, που παραμένουν διαθέσιμες για όσους είναι πρόθυμοι να καταβάλουν το ανάλογο αντίτιμο.
«Καλύτερα να αποφεύγεις τις μη φιλικές χώρες»
Ο Αραράτ Μαντογιάν, ιδιοκτήτης της εταιρείας «Auto-Dealer University» με έδρα τη Μόσχα, έχει εισάγει αρκετές δεκάδες πολυτελή αυτοκίνητα μετά το ξέσπασμα του πολέμου. Τα παραγγέλνει από το Ντουμπάι, την Ινδία, την Κίνα ή τη Νότια Αμερική, όπως λέει, και έπειτα παραδίδονται στη Ρωσία περνώντας από χώρες όπως η Αρμενία ή από το ιρανικό λιμάνι Ανζαλί. Όπως τονίζει, είναι καλύτερο να αποφεύγει κανείς τις «μη φιλικές» χώρες όπως εκείνες της Βαλτικής ή τη Γεωργία.
«Υπάρχει ζήτηση για δυτικά αυτοκίνητα», συνεχίζει. «Τεράστια ζήτηση». Και οι μεταπωλητές είναι οι μόνοι που μπορούν να τα παραδώσουν. «Δεν θα το αποκαλούσα παράλληλες εισαγωγές. Οι πραγματικές εισαγωγές έχουν διακοπεί ολοσχερώς, επομένως είναι οι μόνες που μας έχουν μείνει».
Οι ίδιοι οι πελάτες οργανώνουν τις εισαγωγές. «Η ζήτηση για αυτοκίνητα πολυτελείας είναι πολύ μεγάλη, για αυτοκίνητα που κοστίζουν πάνω από $100.000. Πωλούμε τα αυτοκίνητα 20% ακριβότερα τώρα σε σχέση με το παρελθόν».
Ευκαιρίες και κίνδυνοι
Η νέα πολιτική μεταμορφώνει τη ρωσική αγορά, ενώ ταυτόχρονα ενέχει κινδύνους για εταιρείες που δεν έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, και οι οποίες συχνά βλέπουν τα προϊόντα τους να πωλούνται πέρα από τις επίσημες αλυσίδες τους και σε καταστήματα λιανικής που δεν αποτελούν επίσημους αντιπροσώπους τους.
Ταυτόχρονα, πολλοί ιδιώτες εμφανίζονται στο Telegram, προτείνοντας να εισάγουν οι ίδιοι προϊόντα πολυτελείας και ηλεκτρονικές συσκευές ή ακόμη και να ρυθμίσουν περίπλοκες οικονομικές συναλλαγές, όπως η μεταφορά χρημάτων από τη Ρωσία στις ΗΠΑ και αντίστροφα, χρεώνοντας προμήθεια 5%.
Ο Νούρμπεκ, ένας άνδρας από το Κιργιστάν, έχει μεταφέρει εκατοντάδες προϊόντα Apple στη Ρωσία, πολλά εκ των οποίων αργότερα πωλούνται μέσω Telegram.
«Έχω αγοράσει περίπου 300 iPhone και 100 MacBook μέχρι τώρα», λέει στον Guardian, εξηγώντας ότι τα στέλνει στη Μόσχα μέσω ταχυδρομείου ή εταιρειών διανομής. «Ξέρω φίλους που κάνουν το ίδιο στο Καζακστάν, το Ουζμπεκισάν και άλλες χώρες που ανήκαν στην ΕΣΣΔ. Παίρνω ένα μερίδιο της τάξης του 5% από την πώληση, πράγμα που σημαίνει ότι βγάζω πολύ καλά λεφτά. Είναι καλύτερα από0 το να εργάζομαι στην οικοδομή ή ως οδηγός ταξί».