Μέσα σε οκτώ μήνες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι «27» της ΕΕ είχαν αντικαταστήσει το 80% του φυσικού αερίου που χρησιμοποιούσαν από τη Μόσχα.
Κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών, ακούγονταν το ένα μετά το άλλο τα χειρότερα σενάρια. Ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ προειδοποιούσε για «καταστροφικά» κλεισίματα της βιομηχανίας, για προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και για κύμα μαζικής ανεργίας. Ο Γάλλος Πρόεδρος καλούσε τους πολίτες να κλείσουν τη θέρμανση. Η Ισπανία ρωτούσε γιατί οι χώρες που δεν έχουν «αγκιστρωθεί» από το ρωσικό αέριο θα πρέπει να διασώσουν τους γείτονές τους, που τους έκαναν κάποτε μαθήματα δημοσιονομικής πειθαρχίας, με τη μομφή στο Βερολίνο να είναι εμφανής.
Αντίστοιχα, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ προέβλεπε πως οι Ευρωπαίοι θα «πάγωναν στα σπίτια τους», λέγοντας με χαιρεκακία τον περασμένο Ιούνιο πως «το κρύο έρχεται σύντομα».
Όμως, μέσα σε οκτώ μήνες από τότε που η ρωσική μπότα εισέβαλε στην Ουκρανία, το μπλοκ των 27 της ΕΕ αντικατέστησε περί το 80% του φυσικού αερίου που αντλούσε μέσω αγωγών από τη Ρωσία, είτε χτίζοντας νέες υποδομές για το LNG, είτε στηριζόμενη στην αλληλοβοήθεια εφόσον υπήρχαν ελλείψεις, ενώ παράλληλα προωθούσε πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας, όπως αναφέρει ο Guardian.
Η εξάρτηση από το ρωσικό αέριο και πως μειώθηκε στην ΕΕ
Η αλλαγή στην ενεργειακή πολιτική στην Ευρώπη – Η μείωση χρήσης του αερίου
Η Ολλανδία, για παράδειγμα, η μεγαλύτερη παραγωγός φυσικού αερίου εντός ΕΕ, βασιζόταν στο ρωσικό αέριο για το 15-20% των προμηθειών της, όμως πλέον διπλασίασε τις δυνατότητες αποθήκευσης του LNG μέσω των σχετικών υποδομών σε Ρότερνταμ και Εέμσχαβεν. Χρησιμοποίησε αυτές τις νέες δυνατότητες για να παράσχει το επιπλέον αέριο σε Τσεχία, Γερμανία και Γαλλία.
«Η Ευρώπη απέφυγε τον πειρασμό του προστατευτισμού και διατήρησε άθικτη την εσωτερική της αγορά» είπε η Σιμόνε Ταγκλιαπέτρα, ειδικός σε θέματα ενέργειας στο think-tank Bruegel.
Οι τιμές για την επί τόπου αγορά (spot) του αερίου έπεσαν στα 55 ευρώ ανά μεγαβατώρα τη Δευτέρα, ένα επίπεδο που είχαμε να δούμε από τον Σεπτέμβριο του 2021, μια τεράστια «βουτιά» σε σχέση με τα 330 ευρώ/μεγαβατώρα από το τέλος του περασμένου Αυγούστου.
Οι εκτιμήσεις του Bruegel αναφέρουν πως καθ’όλη τη διάρκεια του έτους, η ζήτηση για αέριο στην ΕΕ ήταν 12% μικρότερη κατά μέσο όρο σε σχέση με την περίοδο από το 2019 ως το 2021, τάση που ακολούθησε και η Γερμανία, που χρησιμοποίησε λιγότερο αέριο κατά 14% σε σχέση με την περίοδο από το 2018 ως το 2021. Κατά συνέπεια, μπήκε στο Φεβρουάριο με τις δεξαμενές της γεμάτες κατά 80%, ενώ αντίστοιχα την ίδια περίοδο πέρισυ ήταν γεμάτες μόνο κατά 36%.
Φυσικό αέριο και σκανδιναβικές χώρες
Ακόμη πιο επιτυχημένες ήταν οι σκανδιναβικές χώρες, με τη Δανία να περιορίζει τη συνολική ζήτηση για αέριο κατά 24%, η Σουηδία κατά 36% και η Φινλανδία σχεδόν στο μισό, κατά 47%.
Η κατάσταση στο Νότο είχε και κάποια σημεία απροθυμίας να μοιραστούν το βάρος της εξοικονόμησης ενέργιεας, με την Ισπανία να συμφωνεί σε έναν «κόφτη» στη χρήση αερίου κατά 7-8%, περίπου το μισό από το αρχικό στόχο του 15% για την ΕΕ, ωστόσο δεν απουσίασε από την πρωτοβουλία, με τη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Σάντσεθ να ανακοινώνει μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας τον Ιούλιο, κυρίως σε ό,τι αφορά τη χρήση του κλιματιστικού και της θέρμανσης και τη θερμοκρασία που θα «ανάβουν» οι συσκευές σε δημόσια και μεγάλα εμπορικά κτίρια. Θέτοντας ως στόχο τους 19 βαθμούς (για τη θέρμανση) και τους 27 βαθμούς (για τα κλιματιστικά), η Μαδρίτη μείωσε τελικά κατά 15% τις ανάγκες της σε αέριο, δηλαδή «έπιασε» τον στόχο με τον οποίο διαφωνούσε αρχικά.
Ο «ανήφορος» της Γαλλίας
Τέλος, η Γαλλία είχε έναν «ανήφορο» καθώς πυρηνικοί αντιδραστήρες-κλειδιά βρίσκονταν σε εργασίες συντήρησης, μην επιτρέποντας στο Παρίσι να βασιστεί εκεί στο εγχείρημα διαφοροποίησης των ενεργειακών του πηγών. Πλέον, όμως, η κατάσταση έχει αλλάξει, καθώς τα 3/4 του δυναμικού των αντιδραστήρων έχουν επανέλθει και πλέον η χώρα είναι και πάλι ο πρώτος εξαγωγέας ενέργειας στην ΕΕ.
Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Κάπου εδώ, όταν τα πυρηνικά εργοστάσια «τα έβρισκαν σκούρα», ήρθαν οι ΑΠΕ, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργιεας. Το 2022, η ανάλυση του thinktank Ember Climate ανέφερε πως το 22% του συνόλου της ενέργειας στην ΕΕ ερχόταν από τον ήλιο και τον άνεμο, ξεπερνώντας για πρώτη φορά το αέριο στο συνολικό μείγμα. Ιδίως στον παράγοντα «άνεμο» βασίστηκε η Σουηδία, με την αιολική ενέργεια να έρχεται τρίτη στο ενεργειακό μείγμα της χώρας και με στόχο να αυξηθεί περαιτέρω η σημασία της. Τελικά, ο «ενεργειακός εκβιασμός» Πούτιν θα σηματοδοτήσει τη στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας τουλάχιστον για τη Σκανδιναβία, με το στόχο για τη Σουηδία να είναι να αντλεί από εκεί τα 2/3 της ενέργειάς της, ενώ αντίστοιχους υψηλούς στόχους (που υπερβαίνουν το 50%) θέτουν και η Φινλανδία και η Δανία.