Quantcast

Προπαγάνδα, καταστολές και κοινωνικές παροχές: Πώς ενισχύεται η υποστήριξη προς τον Πούτιν

Καθώς η εισβολή του Ρώσου Προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία διανύει τον δεύτερο χρόνο της, ο μετασχηματισμός της ρωσικής κοινωνίας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη

Ο Ρώσος ηγέτης έχει εξαπολύσει ένα κύμα καταστολής που δεν έχει παρατηρηθεί από τότε που κυβερνούσε ο Γιούρι Αντρόπωφ, φυλακίζοντας πολίτες για την παραμικρή ένδειξη αμφισβήτησης της επίσημης γραμμής του, ένα μείγμα ρωσικής αυτοκρατορικής και σοβιετικής νοσταλγίας που έχει μπει στα προγράμματα σπουδών των σχολείων και των πανεπιστημίων σε όλη τη χώρα. Καλλιτέχνες, συγγραφείς και ηθοποιοί έχουν διωχθεί από τις δουλειές τους ακόμη και για την αναφορά κριτικών απόψεων, ενώ τα έργα τους έχουν αντικατασταθεί από νέα. Μαθητές καταγγέλλουν δασκάλους και ιερείς επειδή είναι υπέρ της ειρήνης αντί του πολέμου.

Για να στηρίξει την υποστήριξή του, η κυβέρνησή του χορήγησε πληρωμές σε μετρητά στους πολίτες των φτωχών περιοχών της χώρας και έκλεισε τα λίγα εναπομείναντα μέσα ενημέρωσης που αμφισβητούσαν την επίσημη κρατική εκδοχή των γεγονότων. Σε σκηνοθετημένες εκδηλώσεις που καλύπτονται φαντασμαγορικά από τα κρατικά μέσα ενημέρωσης, ο Πούτιν διατηρεί την εικόνα ότι ο πόλεμος είναι μακριά, σπανίως αναφερόμενος άμεσα σε αυτόν, τονίζοντας τις οικονομικές επιτυχίες, τις νέες παροχές κοινωνικής πρόνοιας και τις ανακαινισμένες κλινικές. Αυτό ήταν το μήνυμα της ομιλίας του για την κατάσταση του έθνους αυτή την εβδομάδα, κατά την οποία κατηγόρησε τη Δύση για το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά δεν παρείχε καμία ένδειξη για το πότε θα μπορούσε να τελειώσει η σύγκρουση. Αντ’ αυτού, ο Πούτιν προσέφερε νέες παροχές στους βετεράνους και τις οικογένειές τους, προβάλλοντας την αξία της πολεμικής εμπειρίας ως το “καλύτερο σχολείο της ζωής”.

Μέχρι στιγμής, το μήνυμα αυτό έχει αποτέλεσμα. Παρά το γεγονός ότι η εισβολή έχει τραβήξει πολύ περισσότερο από τις λίγες ημέρες που αρχικά ήλπιζε το Κρεμλίνο και το ότι οι απώλειες έχουν ανέλθει σε δεκάδες χιλιάδες, η πλειοψηφία των Ρώσων δηλώνει έτοιμη να συνεχίσει να πολεμά, σύμφωνα με ανεξάρτητες δημοσκοπήσεις. Μόνο το ένα πέμπτο περίπου των Ρώσων θέλει να υπάρξει ένα γρήγορο τέλος στον πόλεμο, ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υποστεί η Ρωσία την ήττα, σύμφωνα με έναν σύμβουλο του Κρεμλίνου που επικαλείται το πρακτορείο Bloomberg.

Η Ντάρια, μια 36χρονη λογίστρια, δήλωσε ότι ήταν κάθετα αντίθετη με το σχέδιο του συζύγου της να πάει εθελοντικά να πολεμήσει, όταν εκείνος το ανακοίνωσε για πρώτη φορά λίγο μετά την εισβολή πέρυσι, απειλώντας ότι θα τον εγκαταλείψει αν το έκανε. Ο σύζυγός της, βετεράνος με εμπειρία στις μάχες, κατατάχθηκε ούτως ή άλλως. Όταν επέστρεψε με άδεια το καλοκαίρι, η Ντάρια άλλαξε γνώμη.

“Τώρα πιστεύω ότι ο σύζυγός μου είναι ήρωας”, δήλωσε η Ντάρια, ζητώντας να μην χρησιμοποιηθούν το επώνυμό της και η επαρχιακή πόλη στην οποία ζει, επειδή φοβόταν να μιλήσει ανοιχτά σε αμερικανικό μέσο ενημέρωσης. “Οι άνδρες δεν πρέπει να κρύβονται πίσω από τις φούστες των μητέρων όταν η χώρα τους τούς χρειάζεται”, πρόσθεσε. “Όταν επιστρέψει τον Μάρτιο, σχεδιάζουμε να ξεπληρώσουμε το στεγαστικό δάνειο με τα κέρδη του”, είπε.

Σε όλη τη χώρα, η ρητορική του Πούτιν ότι η Ρωσία δεν πολεμά την Ουκρανία αλλά ολόκληρη τη “συλλογική Δύση” – μια αφήγηση που υιοθετήθηκε μετά από μια σειρά από ήττες από τις ουκρανικές δυνάμεις του Κιέβου – έχει μεγαλύτερη απήχηση από τους αρχικούς ισχυρισμούς ότι ο πόλεμος αφορούσε την απομάκρυνση της κυβέρνησης στο Κίεβο, σύμφωνα με τους δημοσκόπους. Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους δεν πολεμούν στην πραγματικότητα δεν κλονίζει αυτή την πεποίθηση.

Η αντιληπτή ισχύς της υποστήριξης ενισχύει την αυτοπεποίθηση του Κρεμλίνου ότι μπορεί να θριαμβεύσει στη σύγκρουση νικώντας την Ουκρανία και τους συμμάχους της, ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ανεχθεί πολύ μεγαλύτερες θυσίες, σύμφωνα με άτομα που βρίσκονται κοντά στην ηγεσία.

Από τότε που ήρθε στην εξουσία το 2000, ο Πούτιν αναδιαμορφώνει τη Ρωσία για να αυξήσει τον έλεγχό του επί της κοινωνίας για τέτοιου είδους συγκρούσεις, καταστέλοντας τις πιθανές απειλές για την εξουσία του και εξαλείφοντας τους αντιπάλους και τις αντίθετες απόψεις. Από τότε που έστειλε στρατεύματα στην Ουκρανία πριν από ένα χρόνο, η προσπάθεια αυτή έχει επιταχυνθεί σε μεγάο βαθμό. Οι επιτελείς του καταστρώνουν ήδη σχέδια για την εκστρατεία επανεκλογής του το 2024, η οποία θα τον κρατήσει στην εξουσία τουλάχιστον μέχρι το 2030, ανέφεραν οι πηγές του Bloomberg.

Το Κρεμλίνο ξόδεψε δύο δεκαετίες για να σφυρηλατήσει την πλειοψηφία υπέρ του Πούτιν – τα δεκάδες εκατ. Ρώσων που είναι σίγουροι ότι ο πρώην πράκτορας της KGB γνωρίζει καλύτερα – και είναι σίγουρο ότι η πλειοψηφία αυτή εξακολουθεί να είναι σταθερή και έτοιμη για ό,τι κι αν αποφασίσει ο Ρώσς πρόεδρος, ανέφεραν οι πηγές. Αυτός είναι πιθανόν να είναι ένας πόλεμος που μπορεί να διαρκέσει χρόνια. Οι έρευνες δείχνουν ότι οτιδήποτε φέρνει τον πόλεμο κοντά στο σπίτι των Ρώσων – όπως η περσινή επιτράτευση 300.000 ανδρών – τροφοδοτεί την ανησυχία και την υποστήριξη για μια διευθέτηση με διαπραγματεύσεις.

Η μορφωμένη μεσαία τάξη στις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, η οποία για δεκαετίες ήταν λιγότερο ανταγωνιστική προς τη Δύση, έχει μεταμορφωθεί ή εξαλειφθεί. Πάνω από ένα εκατομμύριο Ρώσοι, πολλοί από αυτούς νέοι επαγγελματίες, έχουν εγκαταλείψει τη χώρα στη μεγαλύτερη έξοδο από τη δεκαετία του 1990. Όσοι από την ελίτ θεωρούνταν κάποτε “φιλελεύθεροι” και παρέμειναν, έχουν σιωπήσει υπό το φόβο της τιμωρίας ή έχουν ασπαστεί την αντιδυτική γραμμή του Κρεμλίνου.

Ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, ο οποίος ως ο εκλεκτός πρόεδρος του Πούτιν από το 2008 έως το 2012 ενσάρκωνε τις ελπίδες της “φιλελεύθερης” πτέρυγας, έχει γίνει ένας από τους πιο σκληροπυρηνικούς, απειλώντας με πυρηνικό πόλεμο σε αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εντός του Κρεμλίνου, η επιρροή του αυξάνεται, σύμφωνα με γνώστες, καθώς ο Πούτιν εκτιμά τη δέσμευσή του. Ανώτεροι αξιωματούχοι παρευρίσκονται πλέον τακτικά σε συναντήσεις που συγκαλεί ο Μεντβέντεφ, ανέφεραν οι πηγές. Ο Πούτιν τον έχει στείλει στην Κίνα, έναν βασικό σύμμαχο, και του έχει δώσει έναν διευρυμένο ρόλο στην εποπτεία της στρατιωτικής παραγωγής.

Η ελάχιστη δημόσια κριτική που γίνεται ανεκτή στην επίσημη γραμμή περιορίζεται κυρίως σε σκληροπυρηνικούς που ζητούν ακόμη μεγαλύτερη δέσμευση στην πολεμική προσπάθεια, με περισσότερα χτυπήματα σε πολιτικούς στόχους στην Ουκρανία ή ακόμη και στο ΝΑΤΟ.

“Για πολλούς είναι πλέον αδύνατο να διατηρήσουν ουδέτερη στάση”, δήλωσε η Σβετλάνα Ερπιλέβα από το Εργαστήριο Δημόσιας Κοινωνιολογίας, μια ομάδα ερευνητών που έχει διεξάγει εκατοντάδες ανώνυμες συνεντεύξεις με Ρώσους σχετικά με τις απόψεις τους για τον πόλεμο. “Νιώθουν την πίεση του περιβάλλοντος και επιλέγουν την υποστήριξη”.

Η σκλήρυνση των φιλοπολεμικών απόψεων έχει απομονώσει ακόμη περισσότερο τους λίγους Ρώσους που είναι πρόθυμοι να μιλήσουν ανοιχτά εναντίον του πολέμου.

Η Μαρία Πονομαρένκο, μια 44χρονη ακτιβίστρια από την πόλη Μπαρνάουλ της Σιβηρίας, κατηγορήθηκε πέρυσι βάσει του αυστηρού νόμου περί λογοκρισίας που ψηφίστηκε μετά την εισβολή επειδή δημοσίευσε στο Telegram για τους θανάτους Ουκρανών αμάχων στη Μαριούπολη, μια πόλη που πολιορκήθηκε από τα ρωσικά στρατεύματα.

Αλλά αφού πέρασε μερικές ημέρες σε κατ’ οίκον περιορισμό με τον πρώην σύζυγό της και την οικογένειά του, ζήτησε από το δικαστήριο να την στείλει πίσω στη φυλακή λόγω της έντασης που προκαλούσαν οι φιλοπολεμικές απόψεις τους. Ο δικαστής αρχικά αρνήθηκε, υποχωρώντας μόνο αφού ένας άλλος καυγάς τους για την εισβολή κατέληξε με τον σύζυγό της να γίνεται βίαιος, σύμφωνα με την Πονομαρένκο. Την περασμένη εβδομάδα, η ακτιβίστρια καταδικάστηκε σε έξι χρόνια φυλάκισης.

“Για να αποδείξω την αθωότητά μου, αρκεί να ανοίξω το σύνταγμα και να το διαβάσω”, είπε στο δικαστήριο κατά την αγόρευσή της. “Αν υπάρχει πόλεμος, ονομάστε τον πόλεμο”, είπε. Οι νόμοι περί λογοκρισίας που ψηφίστηκαν πέρυσι απαγορεύουν τη χρήση αυτής της λέξης καθώς το Κρεμλίνο αποκαλεί τον πόλεμο ως “ειδική στρατιωτική επιχείρηση”.

Η ρωσική διακυβέρνηση έχει διεισδύσει στα χαμηλότερα επίπεδα του συστήματος. “Εμπιστεύεστε τον αρχιστράτηγό μας, τον πρόεδρο Πούτιν;” ήταν η τελευταία ερώτηση της εισαγγελέως κατά την αντεξέταση ενός φοιτητή από τη Μόσχα που κατηγορείται για την ανάρτηση “ψευδών ειδήσεων” σχετικά με τον πόλεμο σε κανάλι του στο Telegram. “Όχι, δεν εμπιστεύομαι τον Πούτιν”, είπε ο 22χρονος από το γυάλινο κλουβί του κατηγορουμένου. “Για αυτό βρίσκομαι εδώ”. Ο φοιτητής βρίσκεται αντιμέτωπος με ποινή φυλάκισης έως και εννέα ετών σε περίπτωση καταδίκης.

Μετά τη σύλληψη χιλιάδων ανθρώπων, οι σποραδικές διαδηλώσεις που παρατηρήθηκαν στην αρχή του πολέμου έχουν εκλείψει. Ο ακτιβιστής Ιβάν Ζντάνοφ δήλωσε ότι η αντιπολίτευση περιορίζεται εν μέσω της καταστολής σε σχετικά ασήμαντες πράξεις όπως αντιπολεμικά γκράφιτι και χάκινγκ. Όπως και πολλοί άλλοι σύμμαχοι του φυλακισμένου ηγέτη της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι, ο Ζντάνοφ εγκατέλειψε τη Ρωσία πριν από την εισβολή.

Αφού οι δημοσκοπήσεις έδειξαν αύξηση της ανησυχίας του κοινού και της υποστήριξης των διαπραγματεύσεων για τον τερματισμό του πολέμου μετά τη διαταγή του Πούτιν στις 21 Σεπτεμβρίου για την επιστράτευση 300.000 ανδρών για τον πόλεμο, το Κρεμλίνο προέβη εκ νέου σε άμεσες προσπάθειές για να προστατεύσει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού από τις επιπτώσεις των μαχών. Οι δημοσκόποι λένε ότι ο δημόσιος συναγερμός πέρασε γρήγορα, αλλά η υποστήριξη παραμένει σε μεγάλο βαθμό παθητική.

Παρ’ όλα αυτά, οι τοπικές δράσεις υποστήριξης των στρατευμάτων αυξάνονται. Ενώ πολλές από αυτές οργανώνονται ή ενθαρρύνονται από τις αρχές, πολλές είναι πρωτοβουλίες των ίδιων των πολιτών.

Σε ολόκληρη τη Ρωσία, οι πολίτες καταγγέλλουν άλλους ακόμα και για την παραμικρή υπόνοια κριτικής του πολέμου.

Στη νότια πόλη Κρασνοντάρ, δικαστήριο επέβαλε το περασμένο καλοκαίρι πρόστιμο σε κάτοικο της περιοχής επειδή δημοσίευσε σε συνομιλία του WhatsApp για τους κατοίκους της πολυκατοικίας του τα απομνημονεύματα ενός Σοβιετικού βετεράνου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που αφηγείται την κακομεταχείριση των στρατευμάτων κατά των Γερμανών πολιτών μετά την πτώση του Βερολίνου. Ένας γείτονας τον κατήγγειλε στην αστυνομία, η οποία του απήγγειλε κατηγορίες βάσει ενός νέου νόμου που απαγορεύει την κριτική για τον ρόλο του Κόκκινου Στρατού στον πόλεμο. Ο Πούτιν προσπάθησε να παραλληλίσει αυτόν τον αγώνα με τις μάχες του Β’ Π.Π. για να συγκεντρώσει υποστήριξη για την εισβολή του στην Ουκρανία.

“Κάθε υποστηρικτής του πολέμου παρακολουθεί τηλεόραση, αυτή η προπαγάνδα είναι όντως ένα όπλο μαζικής καταστροφής”, δήλωσε ο συνήγορος υπεράσπισης Αλεξέι Αβανεσιάν.

Οι Ρώσοι παρουσιάζουν μια αυξανόμενη θέληση για περισσότερα κατασταλτικά μέτρα κατά όσων θεωρούνται προδότες και επικριτές, σύμφωνα με τον σύμβουλο του Κρεμλίνου. Οι αρχές ανταποκρίθηκαν γρήγορα. Αν και εξακολουθούν να είναι πολύ λιγότερο σαρωτικές από εκείνες που παρατηρήθηκαν κατά τη σοβιετική εποχή, η καταστολή κατά τη διάρκεια του πολέμου έχει οδηγήσει σε διώξεις περισσότερους από 400 ανθρώπους για ενέργειες που θεωρήθηκαν διαμαρτυρίες ή παραβιάσεις των νέων νόμων περί λογοκρισίας, σύμφωνα με την ομάδα παρακολούθησης OVD-Info.

Νωρίτερα αυτό το μήνα, αφού το ρωσικό Υπουργείο Πολιτισμού, ανταποκρινόμενο στην καταγγελία ενός επισκέπτη, ξεκίνησε επίσημη έρευνα για το αν η Πινακοθήκη Tretyakov της Μόσχας τηρεί τις “παραδοσιακές αξίες” του Πούτιν στα εκθέματά της, ο διευθυντής απομακρύνθηκε.

Η κυβέρνηση εξετάζει μάλιστα σχέδια για την αφαίρεση της περιουσίας και της ιθαγένειας από τους επικριτές που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, ποινές που εφαρμόστηκαν για τελευταία φορά στη σοβιετική εποχή. Ένα άλλο σχέδιο νόμου αφορά την “προστασία της ρωσικής γλώσσας από την υπερβολική χρήση ξένων λέξεων”.

“Το Κρεμλίνο σφυρηλατεί μια νέα αυτοκρατορική ταυτότητα για τη ρωσική κοινωνία από τα συναισθήματα του πόνου, της δυσαρέσκειας, της ανασφάλειας και της παρανοϊκής καταστολής των “προδοτών” και των “ξένων πρακτόρων””, δήλωσε ο Μαξίμ Κρούπσκι, ένας δικηγόρος που υπερασπίζεται ακτιβιστές και άλλους που έχουν εμπλακεί στη σταθερά αυξανόμενη εκστρατεία της κυβέρνησης να στιγματίσει τους αντιπάλους με αυτούς τους όρους.\

Ο Πούτιν έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στη διασφάλιση ότι το όραμά του για την ιστορία και την αποστολή της Ρωσίας αντικατοπτρίζεται στα σχολικά βιβλία και στο εκπαιδευτικό σύστημα. Την περασμένη εβδομάδα, το Κρεμλίνο διέθεσε 18,6 δισ. ρούβλια (250 εκατ. δολάρια) για ένα νέο δίκτυο “πατριωτικών” θερινών κατασκηνώσεων για παιδιά. Τα ειδικά σχολικά μαθήματα που τονίζουν τον ισχυρισμό του Κρεμλίνου ότι η Ρωσία πολεμάει τη δυτική καταπάτηση εδώ και αιώνες θα επεκταθούν και στους γονείς.

“Αν το σημερινό πολιτικό σύστημα παραμείνει με τους υπάρχοντες ηγέτες για άλλα 10 χρόνια περίπου, θα πρόκειται για έναν πλήρη σχολικό κύκλο κατήχησης”, δήλωσε η Εκατερίνα Σούλμαν, Ρωσίδα πολιτικός επιστήμονας που εδρεύει τώρα στο Βερολίνο. “Και όχι τόσο στον πατριωτισμό και σε αυτές τις επεκτατικές ανοησίες, αλλά στην υποκρισία και στην εξοικείωση με τα ψέματα”.