Μία εκστρατεία για να κατηγορηθεί ως «εγκληματίας πολέμου» ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ξεκινήσει την τελευταία εβδομάδα. Μέχρι και το βράδυ της Τρίτης είχαν υπογράψει στη συγκεκριμένη εκστρατεία σχεδόν 1,5 εκατ. άνθρωποι σε ολόκληροι τον κόσμο. Σύμφωνα με τους διοργανωτές ελπίζουν ότι η καμπάνια τους θα αναγκάσει το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης να ξεκινήσει τη σχετική διαδικασία κατά του Ρώσου προέδρου.
Υπενθυμίζεται πως στις 3 Μαρτίου το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης επιβεβαίωσε ότι ανοίγει έρευνα για πιθανά εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία και άρχισε τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων.
Η διαδικασία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου επιταχύνθηκε καθώς 38 χώρες παρέπεμψαν επισήμως αναφορές για φρικαλεότητες. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη παραπομπή που έχει λάβει ποτέ το δικαστήριο.
«Ειδοποιώ το προεδρείο του ΔΠΔ για την απόφασή μου να αρχίσω αμέσως να διενεργώ έρευνα για την κατάσταση» στην Ουκρανία, ανέφερε ο γενικός εισαγγελέας, ο Βρετανός Καρίμ Καν, σε ανακοίνωση του και συμπλήρωσε πως «το έργο μας για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων άρχισε», πρόσθεσε.
Μεταξύ των χωρών που ζήτησαν να διενεργηθεί τέτοιου είδους έρευνα είναι όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε, η Ελβετία, η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Νέα Ζηλανδία, καθώς και χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως η Κολομβία και η Κόστα Ρίκα.
Σύμφωνα με τον κ. Καν, υπάρχουν «εύλογες αιτίες» – κριτήριο για να αρχίσει να διενεργείται έρευνα από το ΔΠΔ – για να θεωρηθεί ότι διαπράχθηκαν εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του στην επικράτεια της Ουκρανίας. Η έρευνα αφορά όλα τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στην Ουκρανία «από την 21η Νοεμβρίου 2013», διευκρίνισε ο εισαγγελέας.
Θα συμπεριλάβει «όλες τις καταγγελίες, παρελθούσες και παρούσες, για εγκλήματα πολέμου, για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονία από όλα τα μέρη στην επικράτεια της Ουκρανίας, από τον οποιονδήποτε», πρόσθεσε.
Ο κ. Καν, ο οποίος πρόσφατα ανέλαβε τα καθήκοντα του γενικού εισαγγελέα του ΔΠΔ, υποσχέθηκε ότι θα διενεργήσει την έρευνα κατά «τρόπο αντικειμενικό και ανεξάρτητο» και ότι στόχος του είναι να «αποδοθούν ευθύνες για τα εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του ΔΠΔ». Η Ουκρανία δεν είναι κράτος μέλος του θεσμού, αλλά το 2014 αποδέχθηκε τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου.
Η Μόσχα έχει αποσύρει την υπογραφή της από το Καταστατικό της Ρώμης, το κείμενο με το οποίο ιδρύθηκε το ΔΠΔ, το οποίο ως εξ αυτού δεν μπορεί να διώξει παρά μόνο Ρώσους που έχουν συλληφθεί στην επικράτεια κράτους που αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του.
Το ΔΠΔ δεν έχει στη διάθεσή του αστυνομική δύναμη, συνεπώς εξαρτάται από την καλή προαίρεση των κρατών μελών του για τη σύλληψη υπόπτων παρόντων στην επικράτειά τους. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ιδρύθηκε το 2002 και εδρεύει στη Χάγη, αποτελεί ανεξάρτητο διεθνές δικαστήριο αρμόδιο για να δικάζει υπόπτους για γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Στο μεταξύ αρκετοί νομικοί που μίλησαν στο Reuters ότι η δίωξη του Πούτιν ή άλλων Ρώσων αξιωματούχων πιθανότατα θα συναντήσει εμπόδια και μπορεί να απέχει χρόνια.
Πώς ορίζονται τα εγκλήματα πολέμου
Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης ορίζει τα εγκλήματα πολέμου ως «σοβαρές παραβιάσεις» των Συνθηκών της Γενεύης που συμφωνήθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και καθορίζουν τους ανθρωπιστικούς νόμους που πρέπει να τηρούνται σε καιρό πολέμου. Τέτοιου είδους παραβιάσεις είναι η στόχευση πολιτών και οι επιθέσεις σε στρατιωτικούς στόχους οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα «υπερβολικές» απώλειες αμάχων.
Η Ουκρανία και οι Δυτικοί σύμμαχοί της κατηγορούν την Ρωσία ότι επιτίθεται σε πολίτες αδιακρίτως, κάτι που αρνείται η Μόσχα. Η πρώην Σοβιετική Ένωση επικύρωσε τη Συνθήκη της Γενεύης το 1954. Το 2019 απέσυρε την αναγνώριση ενός από τα πρωτόκολλα της Συνθήκης, παραμένει όμως εταίρος των υπόλοιπων συμφωνιών.
Πώς μπορεί να εξελιχθεί η υπόθεση;
Όπως σημειώνει το Reuters ο εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Καρίμ Καν δήλωσε προ ημερών ότι ανοίγει έρευνα για ενδεχόμενα εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία.
Ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία είναι μέλη του Δικαστηρίου και η Μόσχα δεν αναγνωρίζει το δικαστήριο. Η Ουκρανία όμως έδωσε τη συγκατάθεσή της στο δικαστήριο για τη διερεύνηση τυχόν εγκλημάτων στο έδαφός της από την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία το 2014.
Η Ρωσία πιθανότατα θα αποφάσιζε να μην συνεργαστεί με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και οποιαδήποτε τυχόν δίκη θα καθυστερούσε μέχρι τη σύλληψη των κατηγορουμένων.
Πότε θεωρούνται οι ενδείξεις απόδειξη;
Το Δικαστήριο θα εκδώσει ένταλμα σύλληψης αν οι εισαγγελείς έχουν «εύλογη βάση να πιστεύουν» ότι διαπράχθηκαν εγκλήματα πολέμου. Για υπάρξει καταδίκη, οι κατήγοροι πρέπει να αποδείξουν ότι οι κατηγορούμενοι είναι ένοχοι χωρίς να υπάρχει «εύλογη αμφιβολία».
Για τις περισσότερες κατηγορίες, αυτό σημαίνει απόδειξη της πρόθεσης. Ένας τρόπος να συμβεί αυτό είναι να δείξουν οι κατήγοροι ότι δεν υπήρχαν στρατιωτικοί στόχοι στην περιοχή της επίθεσης και ότι δεν επρόκειτο για ατύχημα.
«Αν συμβαίνει ξανά και ξανά και η στρατηγική δείχνει να είναι η στόχευση πολιτών σε αστικές περιοχές, αυτό αποτελεί ισχυρή ένδειξη πρόθεσης» εξήγησε ο Άλεξ Ουάιτινγκ, επισκέπτης καθηγητής της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ.
Ποιος θα μπορούσε να διωχθεί;
Οι έρευνες για εγκλήματα πολέμου μπορούν να εστιαστούν σε στρατιώτες, διοικητές καθώς και σε αρχηγούς κρατών. Οι εισαγγελείς θα μπορούσαν να παρουσιάσουν ενδείξεις ότι ο Πούτιν διέπραξε εγκλήματα πολέμου διατάσσοντας παράνομες επιθέσεις ή αποτυγχάνοντας να αποτρέψει εγκλήματα που είχαν περιέλθει σε γνώση του.
Ωστόσο είναι δύσκολο να αποδειχθεί σύνδεση ανάμεσα στις εντολές ενός ηγέτη και εγκλήματα στο πεδίο της μάχης, επισήμανε η Άστριντ Ρέισινγκερ Κορασίνι του Τμήματος Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. «Και όσο πιο ψηλά προχωράμε τόσο πιο δύσκολο γίνεται» είπε ακόμη.
Γιατί είναι δύσκολο να υπάρξουν καταδίκες;
Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών ότι ο βομβαρδισμός του μαιευτηρίου και του θεάτρου στη Μαριούπολη που ήταν γνωστό ότι προσέφεραν καταφύγιο σε παιδιά δείχνουν να υπόκεινται στον ορισμό των εγκλημάτων πολέμου. Ωστόσο εκτός από τη δυσκολία στην απόδειξη της πρόθεσης και τη σύνδεση ηγετών με τις συγκεκριμένες επιθέσεις, οι εισαγγελείς πιθανώς θα δυσκολεύονταν να συλλέξουν πειστήρια, για παράδειγμα αναφορές μαρτύρων που ίσως είναι απρόθυμοι να μιλήσουν από φόβο.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας, οι εισαγγελείς θα πρέπει να εξετάζουν δημόσια διαθέσιμες φωτογραφίες και βίντεο. «Σε καμία περίπτωση δεν είναι γρήγορη διαδικασία» επισήμανε η Ρεμπέκα Χάμιλτον, καθηγήτρια Νομικής στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο.
Δύσκολη μπορεί να είναι και η προσαγωγή των κατηγορουμένων στο δικαστήριο, δεδομένου ότι η Μόσχα σχεδόν σίγουρα θα αρνηθεί να εφαρμόσει εντάλματα σύλληψης. Μόνη ελπίδα είναι ο εντοπισμός τους στο εξωτερικό.
Υπάρχει προηγούμενο;
Από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει δικάσει 30 υποθέσεις, ορισμένες με πολλούς κατηγορουμένους. Οι δικαστές του έχουν καταδικάσει πέντε άτομα για εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονία, ενώ απάλλαξαν τέσσερις άλλους. Ο κογκολέζος πολέμαρχος Τόμας Λουμπάνγκα Ντίλο καταδικάστηκε το 2012. Επίσης εκδώσει εντάλματα σύλληψης για αρκετούς κατηγορουμένους που παραμένουν ελεύθεροι.
Το 1993, ο ΟΗΕ δημιούργησε το ανεξάρτητο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την Πρώην Γιουγκοσλαβία για εγκλήματα που διαπράχθηκαν στα Βαλκάνια. Το δικαστήριο απήγγειλε κατηγορίες σε 161 άτομα και καταδίκασε 90 για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία. Από ξεχωριστό δικαστήριο που δημιουργήθηκε ad hoc καταδικάστηκε ο πρώην πρόεδρος της Λιβερίας Τσαρλς Τέιλορ. Ειδικοί δεν θεωρούν απίθανο να δημιουργηθεί ξεχωριστό δικαστήριο και στην περίπτωση της Ουκρανίας, κάτι που θα μπορούσε να γίνει μέσω του ΟΗΕ ή νέας συνθήκης.