Τη στροφή 180 μοιρών που πραγματοποίησε η ΕΕ στις σχέσεις της με την Πολωνία σχολιάζει ανάλυση των Times της Νέας Υόρκης.
Η αμερικανική εφημερίδα παρατηρεί ότι κατά τη διάρκεια της αυξημένης ροής προσφύγων το 2015, όταν εκατομμύρια αιτούντες άσυλο έφτασαν στην Ευρώπη, η ΕΕ «σχεδόν διχοτομήθηκε», καθώς τη στιγμή που πολλά κράτη-μέλη προσφέρθηκαν να υποδεχτούν τους πρόσφυγες, άλλα, όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, αρνήθηκαν να αναλάβουν την οποιαδήποτε ευθύνη.
Και παρά το γεγονός ότι, όπως παρατηρούν οι Times, η σημερινή κατάσταση στα σύνορα της Πολωνίας με τη Λευκορωσία φέρνει στην επιφάνεια μνήμες εκείνης της περιόδου, οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι αυτή τη φορά επιμένουν ότι τα κράτη-μέλη πρέπει να παραμείνουν ενωμένα και να υπερασπιστούν τα ευρωπαϊκά σύνορα, τονίζοντας ότι δεν θα επιτραπεί ξανά η «ανεξέλεγκτη» ροή μεταναστών.
«Κατασκευασμένη» κρίση
Σύμφωνα με την Ευρώπη, η διαφορά της σημερινής κατάστασης – που αφορά εξάλλου συντριπτικά μικρότερο αριθμό αιτούντων άσυλο – διαφέρει με εκείνη του 2015, επειδή η κρίση έχει «κατασκευαστεί» από τον πρόεδρο της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο, ως αντίδραση στις κυρώσεις που επέβαλε στη χώρα του η ΕΕ, μετά τις καταγγελίες για νοθεία στις προεδρικές εκλογές του Αυγούστου του 2020 και για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Η περιοχή μεταξύ της Πολωνίας και της Λευκορωσίας δεν βιώνει αυτή την κρίση ως αποτέλεσμα της μετανάστευσης, αλλά είναι μέρος της επιθετικότητας του Λουκασένκο προς την Πολωνία, τη Λιθουανία και τη Λετονία, με σκοπό την αποσταθεροποίηση της Ευρώπης», δήλωσε στη διάρκεια του καλοκαιριού η Ίλβα Γιόχανσον, η ευρωπαία επίτροπος εσωτερικών υποθέσεων.
Η κρίση ξεκίνησε στα τέλη Αυγούστου, όταν αυξανόμενοι αριθμοί μεταναστών, με προέλευση κυρίως από χώρες της Μέσης Ανατολής, άρχισαν να συγκεντρώνονται στα σύνορα της Πολωνίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας, με τις τρεις χώρες να κατηγορούν τη Λευκορωσία ότι τους καθοδηγεί στο σημείο. Οι ροές πλέον έχουν αυξηθεί σημαντικά, με την Πολωνία να εκτιμά ότι περίπου 4.000 άτομα βρίσκονται αυτή τη στιγμή εγκλωβισμένα στη «νεκρή ζώνη» μεταξύ των δύο χωρών.
Ανάμεσά τους και γυναίκες, παιδιά και ασθενείς, που υποφέρουν από το κρύο και τις κακουχίες. Από το καλοκαίρι, τουλάχιστον δέκα άτομα έχουν χάσει τις ζωές τους στην περιοχή.
Τόσο η Πολωνία όσο και η Λευκορωσία έχουν κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης και έχουν ενισχύσει τη φύλαξη των συνόρων τους, ενώ λευκορωσικές δυνάμεις φέρονται να βοηθούν τους μετανάστες να περάσουν τα σύνορα προς την Ευρώπη. Οι δημοσιογράφοι και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν αποκλειστεί από τις περιοχές πλησίον των συνόρων, όμως τα κοινωνικά δίκτυα έχουν γεμίσει από ανατριχιαστικές εικόνες αιτούντων άσυλο πίσω από τα συρματοπλέγματα, τις οποίες συχνά διακινεί η ίδια η Λευκορωσία, σύμφωνα με τους Times.
«Παιχνίδι εξουσίας»
Την Τετάρτη, ο Χάικο Μάας αποκάλεσε τις τακτικές του Λουκασένκο «κυνικό παιχνίδι εξουσίας» και δήλωσε ότι ο εκβιασμός που επιδιώκει δεν θα πετύχει. Στην Ουάσινγκτον, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, συναντήθηκε με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, και δήλωσε ότι αυτό που συμβαίνει στα σύνορα της Λευκορωσίας είναι «υβριδική επίθεση και όχι μεταναστευτική κρίση».
Όπως αναφέρουν οι Times, η υποστήριξη της ΕΕ προς την Πολωνία είναι ιδιαιτέρως εντυπωσιακή, τη στιγμή που η ΕΕ βρίσκεται σε έντονη αντιπαράθεση με την ακροδεξιά πολωνική κυβέρνηση, που αρνείται την κυριαρχία του ευρωπαϊκού επί του εθνικού δικαίου, αλλά και για ζητήματα καταπάτησης της ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας στη χώρα. Εξαιτίας της αντιπαράθεσης αυτής, οι Βρυξέλλες κρατούν δεσμευμένα κονδύλια δισεκατομμυρίων ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία κανονικά θα έπρεπε να διοχετευτούν προκειμένου η χώρα να σχεδιάσει την επόμενη ημέρα από την πανδημία.
«Αλληλεγγύη και ενότητα»
Οι δηλώσεις του Σαρλ Μισέλ, του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, περί αλληλεγγύης προς την Πολωνία – η οποία ενδέχεται να μεταφραστεί και σε κονδύλια για την ενίσχυση των συνόρων – κατά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό της χώρας, Ματέους Μοραβιέτσκι, αποτελεί ένδειξη του ότι για τις Βρυξέλλες, η αντιπαράθεση με τη Λευκορωσία προηγείται.
«Η Πολωνία, η οποία αντιμετωπίζει σοβαρή κρίση, θα έπρεπε να απολαμβάνει την αλληλεγγύη και την ενότητα ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης», δήλωσε ο Μισέλ. «Πρόκειται για μια υβριδική επίθεση, μια βάναυση επίθεση, μια βίαιη επίθεση και μια ξεδιάντροπη επίθεση», πρόσθεσε. «Και μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση, η μόνη κατάλληλη αντίδραση είναι να δράσουμε αποφασιστικά, με ενότητα και σε σύμπνοια με τις θεμελιώδεις αρχές μας».
Ένα πολύπλευρο πρόβλημα
Η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ κάλεσε τον ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, για να τον παροτρύνει να ασκήσει πιέσεις στη Λευκορωσία, προκειμένου η δεύτερη να σταματήσει τις «απάνθρωπες και απαράδεκτες πράξεις της στα σύνορα με την Πολωνία», σύμφωνα με τον εκπρόσωπό της.
Η Μόσχα, από την πλευρά της, υποστηρίζει τον Λουκασένκο με χρήματα και στρατιωτικές δυνάμεις. Όπως ήταν αναμενόμενο, ανέφερε το Κρεμλίνο, ο Πούτιν είπε στη Μέρκελ ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι για το ζήτημα και ότι η ΕΕ θα πρέπει να απευθυνθεί απευθείας στον Λουκασένκο. Πράγμα που οι Βρυξέλλες αρνούνται να κάνουν.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η θέση τους είναι εύκολη. Η ΕΕ είναι αντιμέτωπη με ένα πολύπλευρο πρόβλημα: από τη μία, επιθυμεί να δείξει αλληλεγγύη στην Πολωνία για τη φύλαξη των συνόρων της, αλλά και να φανεί συνεπής με τις ανθρωπιστικές της αξίες, να υπερασπιστεί το ευρωπαϊκό δίκαιο, αλλά και να αποφύγει την περαιτέρω κλιμάκωση της κρίσης. Το τελευταίο είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, καθώς στην ανησυχία για το ενδεχόμενο η κατάσταση να εξελιχθεί σε στρατιωτική σύγκρουση, προστέθηκαν και οι απειλές του Λουκασένκο ότι θα κλείσει τη στρόφιγγα του σημαντικού αγωγού που μεταφέρει φυσικό αέριο στην ΕΕ από τη Ρωσία μέσω της χώρας του, σε μια περίοδο που η Ένωση βιώνει τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης.
Εκατέρωθεν απειλές
Ως αντίδραση, οι Βρυξέλλες βρίσκονται σε συζητήσεις για την επιβολή νέου γύρου κυρώσεων, ενδεχομένως ήδη από την ερχόμενη Δευτέρα, εις βάρος λευκορώσων αξιωματούχων αλλά και αερογραμμών που μεταφέρουν αιτούντες άσυλο από τη Μέση Ανατολή προς το Μινσκ.
Ελάχιστοι, όμως, είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι οι κυρώσεις θα μεταπείσουν το Λουκασένκο, που δεν έδειξε να κλονίζεται ούτε από τους προηγούμενους γύρους τους, ιδίως από τη στιγμή που η στάση του φέρεται να αποτελεί αντίδραση προς την τιμωρία της Ευρώπης.
«Πρόκειται για μια πολύ σοβαρή κρίση για την ΕΕ, όχι μόνο για την Πολωνία», τονίζει στους Times ο Πιοτρ Μπούρας, ερευνητής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων με έδρα τη Βαρσοβία. «Πρόκειται για μια κρίση ασφαλείας, που θα μπορούσε να επιδεινωθεί πολύ περισσότερο αν οι πολωνοί και λευκορώσοι φρουροί ανταλλάξουν πυρά. Και παράλληλα πρόκειται για μια πολύ σοβαρή ανθρωπιστική κρίση, επειδή η Ευρώπη δεν μπορεί να αποδεχτεί ότι υπάρχουν άνθρωποι που λιμοκτονούν και πεθαίνουν από το κρύο στα σύνορά της».
Δεδομένου του χαρακτήρα της κρίσης, τονίζει ο Μπούρας, οι Βρυξέλλες θα πρέπει να τη διαχωρίσουν από την αντιπαράθεσή τους με την Πολωνία. «Ό,τι κι αν σκεφτόμαστε για την κρίση του πολωνικού κράτους δικαίου, η ΕΕ θα πρέπει να δράσει για την υπεράσπιση των συμφερόντων της».
Γιατι η Πολωνία αρνείται τη βοήθεια της Ευρώπης;
Όμως η πολωνική κυβέρνηση, η οποία πλέον δεν κατέχει καθαρή πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, αντιμετωπίζει τα δικά της προβλήματα, προσθέτει ο Μπούρας στην αμερικανική εφημερίδα. «Το πρόβλημα δεν είναι ότι η ΕΕ δεν θέλει να βοηθήσει την Πολωνία λόγω του κράτους δικαίου», εξηγεί. «Πρόκειται για το αντίστροφο: είναι πολύ δύσκολο για την πολωνική κυβέρνηση να δεχτεί την υποστήριξη των ευρωπαϊκών θεσμών τη στιγμή που βρίσκονται σε ανοιχτή αντιπαράθεση σε άλλο μέτωπο. Και η κυβέρνηση θέλει να αυτοπαρουσιαστεί ως ο μόνος σωτήρας και υπερασπιστής των Πολωνών».
Η ΕΕ έχει προσφέρει στην Πολωνία την υποστήριξη της Frontex, η οποία έχει γιγαντωθεί μετά το 2015, εξηγεί ο Καμίνο Μορτέρα-Μαρτίνεζ, ερευνητής του Κέντρου για την Ευρωπαϊκή Μεταρρύθμιση, με έδρα τις Βρυξέλλες. Και οι Βρυξέλλες διαθέτουν επίσης προσωπικό επιφορτισμένο με τον έλεγχο αιτούντων άσυλο, που θα μπορούσαν επίσης να βοηθήσουν.
Ζήτημα ανεξέλεγκτης δράσης;
Όμως η Πολωνία αρνήθηκε και τις δύο προσφορές κα επιμένει να κρατά σφραγισμένα τα σύνορά της. Μια αιτία είναι η διαμάχη με τις Βρυξέλλες. Η άλλη, είναι προφανώς η απροθυμία της Βαρσοβίας για ευρωπαϊκή επιτήρηση των πράξεών της στα σύνορα, αναφέρει στους Times ο Λουίτζι Σκατσιέρι, ερευνητής του Κέντρου για την Ευρωπαϊκή Μεταρρύθμιση με έδρα το Λονδίνο. Φυσικά, αν πιστέψει κανείς τις εκατοντάδες καταγγελίες για επαναπροωθήσεις στα ελληνικά σύνορα με την ανοχή ή και την υποστήριξη της Frontex, η τελευταία ανησυχία της Πολωνίας μπορεί να μην είναι παρά σύνδρομο καταδίωξης.
Απροθυμία της ΕΕ να δεχθεί αιτήσεις για άσυλο
Ταυτόχρονα, ούτε η Βαρσοβία ούτε οι Βρυξέλλες επιθυμούν τη διενέργεια ελέγχου των στοιχείων των ανθρώπων που βασανίζονται στα σύνορα, καθώς θεωρούν ότι μια τέτοια κίνηση θα έδινε στον Λουκασένκο το κίνητρο να συνεχίσει – και σε άλλους μετανάστες την ελπίδα ότι θα καταφέρουν να φτάσουν στην Ευρώπη μέσω αυτής της οδού.
«Η ανησυχία εκ μέρους της κυβέρνησης, και η αιτία για την τόση αυστηρότητά τους, είναι ότι αν κινηθούν διαδικασίες εισόδου αυτών των ανθρώπων, θα δημιουργηθεί ένα αφήγημα ότι πρόκειται για ένα μέρος στο οποίο άνθρωποι από το Ιράκ και τη Συρία μπορούν να αιτηθούν άσυλο στην Ευρώπη, μέχρι που οι αριθμοί τους δεν θα περιορίζονται στους σημερινούς 4.000 αλλά θα φτάσουν τους 30.000», εξηγεί στους Times ο Μίχαλ Μπαρανόβσκι, διευθυντής του παραρτήματος του German Marshall Fund στη Βαρσοβία.
Έτσι προκύπτει το αδιέξοδο που περιέγραψε ο Σκατσιέρι. Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, υποστηρίζει ότι οι κυρώσεις εις βάρος αεροπορικών εταιρειών θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μείωση του αριθμού των μεταναστών. Και αν τα σύνορα παραμείνουν κλειστά και συνεχίσουν να ενισχύονται, λιγότεροι θα είναι εκείνοι που θα τολμούν το ταξίδι.
Κάποια στιγμή, προσθέτει, ο Λουκασένκο «θα καταλάβει ότι οι υπερβολικά μεγάλοι αριθμοί μεταναστών στη Λευκορωσία θα προκαλέσουν εγχώρια προβλήματα».
Φυσικά, μέχρι όλες οι πλευρές να κατανοήσουν τα εκάστοτε μηνύματα και να συνειδητοποιήσουν τα ακριβή όρια της δυνατότητάς τους για ελιγμούς, δεκάδες ακόμη άνθρωποι μπορεί να χάσουν τη ζωή τους στα παγωμένα σύνορα των δύο κρατών.