Στη Βρετανία ο βασιλιάς έχει κυρίως τελετουργικό ρόλο και δεν αναμένεται από αυτόν να παρεμβαίνει στις πολιτικές υποθέσεις. Ωστόσο ως αρχηγός του κράτους διατηρεί ορισμένες συνταγματικές εξουσίες.
– Ρόλος στο Κοινοβούλιο –
Το κοινοβούλιο είναι η ανώτατη νομοθετική αρχή στη Βρετανία και περιλαμβάνει τη Βουλή των Κοινοτήτων, τη Βουλή των Λόρδων και το Στέμμα -άλλος όρος για την μοναρχία.
Το Στέμμα είναι η πιο παλιά συνιστώσα του βρετανικού συστήματος διακυβέρνησης, αλλά οι εξουσίες του έχουν εξασθενήσει με την πάροδο του χρόνου και σήμερα είναι σε μεγάλο βαθμό τιμητικές.
– Διορισμός κυβέρνησης –
Την επομένη των βουλευτικών εκλογών, ο μονάρχης καλεί τον αρχηγό του κόμματος που κέρδισε τις περισσότερες έδρες βουλευτών στην Βουλή των Κοινοτήτων να αναλάβει την πρωθυπουργία και να σχηματίσει κυβέρνηση.
– Έναρξη κοινοβουλευτικής περιόδου ή διάλυση του κοινοβουλίου –
Ο μονάρχης κηρύσσει την έναρξη των εργασιών του κοινοβουλίου κάθε χρόνο σε μια τελετή γεμάτη παραδόσεις, που ονομάζεται η Ομιλία του Θρόνου, και προχωράει στην ανάγνωση των σχεδίων της κυβέρνησης για τους επόμενους 12 μήνες.
Αυτό το μεγάλο ετήσιο γεγονός αρχίζει εν γένει με την άφιξη του μονάρχη στο Ουέστμινστερ, με πομπή από τα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ. Φορώντας το αυτοκρατορικό στέμμα, ο βασιλιάς ή η βασίλισσα εισέρχεται στην Βουλή των Λόρδων.
Ο αξιωματούχος του κοινοβουλίου που είναι γνωστός ως “Black Rod” πηγαίνει τότε να καλέσει τους βουλευτές της Βουλής των Κοινοτήτων, όπου αυτοί του κλείνουν συμβολικά την πόρτα στο πρόσωπο, σε μια ένδειξη ανεξαρτησίας από τη μοναρχία.
Το Στέμμα διαλύει με την ίδια επισημότητα το κοινοβούλιο πριν από τη διεξαγωγή νέων βουλευτικών εκλογών.
– Βασιλική έγκριση –
Όταν ένα σχέδιο νόμου εγκρίνεται από την Βουλή των Κοινοτήτων και την Βουλή των Λόρδων, αυτό επιδίδεται στον μονάρχη για να επικυρωθεί και να αποκτήσει την ισχύ νόμου.
Αν και ο βασιλιάς μπορεί να αρνηθεί να επικυρώσει ένα νομοσχέδιο, στην πραγματικότητα πρόκειται απλώς για μια τυπική διαδικασία.
Ο τελευταίος μονάρχης που αρνήθηκε να δώσει την έγκρισή του ήταν η βασίλισσα Άννα, το 1708.
– Εμπιστοσύνη στον πρωθυπουργό –
Η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ δεχόταν τους πρωθυπουργούς μία φορά την εβδομάδα, σε μια ακρόαση κατά τη διάρκεια της οποίας αυτοί την ενημέρωναν για τα σχέδιά τους και τις ανησυχίες τους. Η συνάντηση αυτή γινόταν όλο και περισσότερο μέσω τηλεδιάσκεψης προς το τέλος της βασιλείας της.
“Μου λένε τι συμβαίνει ή αν έχουν προβλήματα, και μερικές φορές μπορώ επίσης να τους βοηθήσω με τον έναν ή τον άλλο τρόπο”, δήλωνε η εκλιπούσα βασίλισσα σε ένα ντοκιμαντέρ που μεταδόθηκε το 1992, σημειώνοντας ότι “αυτοί γνωρίζουν ότι μπορώ να είμαι αμερόληπτη”.
– Αξιώματα –
Ο μονάρχης έχει την εξουσία να διορίσει Λόρδους στο κοινοβούλιο, αλλά η εξουσία αυτή ασκείται μόνον βάσει της γνώμης των υπουργών της κυβέρνησης.
Ο βασιλιάς απονέμει επίσης προσωπικά τον τίτλο του ιππότη, τιμώντας αυτούς που είχαν σημαντική συμβολή στην βρετανική κοινωνία, σε όλους τους τομείς.
Η κυβέρνηση παραδίδει στον μονάρχη κάθε χρόνο κατάλογο με τους υποψηφίους προς έγκριση για δημόσιες τιμές.
– Συνταγματικές κρίσεις –
Ο μονάρχης έχει την εξουσία να ασκήσει τα βασιλικά του προνόμια “σε περίπτωση σοβαρής συνταγματικής κρίσης”- τότε εξουσιοδοτείται να διαφωνήσει με την γνώμη των υπουργών, αλλά αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ στην σύγχρονη εποχή.
– Επικεφαλής της Αγγλικανικής Εκκλησίας –
Ως κεφαλή της Εκκλησίας της Αγγλίας, ο βασιλιάς έχει την εξουσία να διορίζει επισκόπους και αρχιεπισκόπους, αλλά ακόμη και σε αυτό, αυτή του η εξουσία ασκείται σύμφωνα με τη γνώμη εκκλησιαστικής επιτροπής.