H 5η Νοεμβρίου έχει καθιερωθεί από το 2015 ως Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για το Τσουνάμι, με πρωτοβουλία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, για να ενημερώσει την παγκόσμια κοινότητα και ιδιαίτερα όσους ζουν σε παράκτιες περιοχές για τις καταστροφικές συνέπειες του φυσικού αυτού φαινομένου.
Το τσουνάμι ή σεισμικό θαλάσσιο κύμα είναι ένα καταστροφικό ωκεάνιο κύμα, που προκαλείται συνήθως από υποθαλάσσιους σεισμούς βάθους μικρότερου των 50 χιλιομέτρων και μεγέθους μεγαλύτερου των 6,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Διεθνώς έχει επικρατήσει ο ιαπωνικός όρος τσουνάμι, σύνθεση των λέξεων tsu (λιμάνι) και nami (κύμα).
Τα τελευταία 100 χρόνια, περί τους 260.000 ανθρώπους έχουν χάσει τη ζωή τους από τσουνάμι, από τους οποίους οι 227.000 στο τσουνάμι του Δεκεμβρίου του 2004, που εκδηλώθηκε στον Ινδικό Ωκεανό και έπληξε 14 χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Το μεγαλύτερο σε μέγεθος τσουνάμι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ήταν αυτό που δημιουργήθηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου Κρακατόα της Ινδονησίας, στις 27 Αυγούστου 1883. Το μέγιστο ύψος των κυμάτων που δημιουργήθηκαν εκτιμήθηκε στα 30 – 40 μέτρα.
Σύμφωνα με το σχετικό ψήφισμα του ΟΗΕ (70/203 της 22ας Δεκεμβρίου 2015), η επιλογή της 5ης Νοεμβρίου ως Παγκόσμιας Ημέρας Ευαισθητοποίησης για το Τσουνάμι έγινε σε ανάμνηση περιστατικού που έμεινε στην ιστορία ως «Inamura – no – hi» («Φωτιά στα δεμάτια ρυζιού»). Συνέβη στις 5 Νοεμβρίου 1854 στις ακτές της δυτικής Ιαπωνίας, όταν ο Γκοχέι Χαμαγκούτσι, προεστός ενός παραθαλάσσιου χωριού, προτίμησε να κάψει τη σοδειά ρυζιού του, προκειμένου να ειδοποιήσει τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής για επερχόμενο τσουνάμι. Η ιστορία έγινε γνωστή στη Δύση από το άρθρο «Ο ζωντανός θεός» του ελληνικής καταγωγής γιαπωνέζου συγγραφέα Λευκάδιου Χερν, που δημοσιεύτηκε στο αμερικανικό περιοδικό «The Atlantic Monthly» τον Δεκέμβριο του 1896.