Σχεδόν έξι μήνες μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στη Δύση υπάρχει ακόμα εκτεταμένη διαφωνία σχετικά με τα κίνητρα του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Πρόκειται για μία συζήτηση η οποία δεν περιορίζεται μόνο σε ένα ακαδημαϊκό ενδιαφέρον: Εάν δεν συμφωνήσουμε γιατί ο Πούτιν αποφάσισε να εισβάλει στην Ουκρανία και τι θέλει να πετύχει, δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε τι θα συνιστούσε νίκη ή ήττα για καμία από τις αντιμαχόμενες πλευρές, γράφει στον Guardian ο Φίλιπ Σορτ. βετεράνος ανταποκριτής του BBC και βιογράφος του Πούτιν.
Όπως όλοι οι πόλεμοι, η κρίση στην Ουκρανία θα τελειώσει. Η ίδια η γεωγραφία «καταδικάζει την Ουκρανία και τη Ρωσία να ζουν η μια δίπλα στην άλλη και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Θα πρέπει τελικά να βρουν ένα modus vivendi. Αυτό ισχύει επίσης για την Ευρώπη και τη Ρωσία, αν και μπορεί να χρειαστούν δεκαετίες για να αποκατασταθεί η ζημιά».
Γιατί, λοιπόν, ο Πούτιν ποντάρει σε μια επιχείρηση υψηλού κινδύνου που στην καλύτερη περίπτωση θα του φέρει ισχνό έλεγχο σε μια κατεστραμμένη γη;
Τρελός ή αποφασισμένος;
«Αρχικά, ειπώθηκε ότι ήταν ανισόρροπος –τρελός, σύμφωνα με τον βρετανό υπουργό Άμυνας Μπεν Γουάλας» σημειώνει ο Σορτ. «Είδαμε τον Πούτιν να συνομιλεί με τους τους επικεφαλής του ρωσικού στρατού ζαρωμένος στην άλλη άκρη ενός τραπεζιού μήκους 6 μέτρων. Λίγο αργότερα, ωστόσο, οι ίδιοι αξιωματούχοι παρουσιάστηκαν να κάθονται στο πλευρό του. Αποδείχθηκε πως το μακρύ τραπέζι ήταν μέρος μίας παράστασης –πρόκειται για εφαρμογή της “θεωρίας του τρελού” του Νίξον προκειμένου να εμφανίζεται ο Πούτιν τόσο παράλογος που όλα ήταν πιθανά, ακόμη και ένας πυρηνικός πόλεμος».
Αργότρερα, δυτικοί αξιωματούχοι υποστήριξαν ότι η προοπτική μιας δημοκρατικής Ουκρανίας στα σύνορα της Ρωσίας τρομοκρατούσε τον Πούτιν, καθώς η χώρα θα απειλούσε την εξουσία του, δείχνοντας στους Ρώσους ότι και αυτοί θα μπορούσαν να ζήσουν διαφορετικά.
Εκ πρώτης όψεως, αυτή η θεωρία φαινόταν εύλογη. Ο Πούτιν μισούσε τις «έγχρωμες επαναστάσεις» που από το 2003 και έπειτα οδήγησαν σε αλλαγή καθεστώτος σε κράτη του πρώην σοβιετικού μπλοκ. Ωστόσο η γοητεία που θα μπορούσε να ασκήσει η Ουκρανία ως χώρα – μοντέλο είναι περιορισμένη.
Πρόκειται για μία βαθιά διεφθαρμένη χώρα, όπου το Κράτος Δικαίου είναι ανύπαρκτο και οι δισεκατομμυριούχοι ολιγάρχες της κατέχουν δυσανάλογα μεγάλη δύναμη. Αν αυτά αλλάξουν, η ρωσική ιντελιγκέντσια ενδεχομένως να το αντιληφθεί, όμως η πλειονότητα των Ρώσων –όσων τρέφονται με την κρατική προπαγάνδα και οι οποίοι αποτελούν την πολιτική βάση του Πούτιν– δεν θα έδιναν δεκάρα.
ΕΣΣΔ;
Επιπλέον, η ρωσική εισβολή έχει επίσης παρουσιαστεί ως μια ευθεία ιμπεριαλιστική αρπαγή εδαφών, κατά τον αρθρογράφο. «Μια αναφορά του Πούτιν στον Μέγα Πέτρο νωρίτερα το καλοκαίρι εκλήφθηκε ως επιβεβαίωση της θεωρίας ότι ο ρώσος πρόεδρος ήθελε να αποκαταστήσει τη ρωσική αυτοκρατορία ή –αν αυτό αποτύχει– την ΕΣΣΔ. Λογικοί κατά τ’ άλλα άνθρωποι, στην ανατολική Ευρώπη κυρίως αλλά και αλλού, υποστήριξαν ότι η Ουκρανία ήταν απλώς ένα πρώτο βήμα».
Ο Φίλιπ Σορτ παραθέτει στο σημείο αυτό τη στιχομυθία που είχε με έναν πολιτικό της Σουηδίας: «“Δεν θα εκπλαγώ”, μου είπε ένας πρώην Σουηδός υπουργός την περασμένη εβδομάδα, “αν, σε λίγα χρόνια, η Εσθονία και η Λετονία είναι οι επόμενες στη σειρά”». Και συμπλήρωσε: «Δεδομένου ότι ο Πούτιν χαρακτήρισε στο παρελθόν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης ως “τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του 20ου αιώνα”, αυτό το σενάριο μπορεί να φαίνεται λογικό. Αλλά. ο ρώσος πρόεδρος) είπε επίσης: «Όποιος δεν μετανιώνει για την καταστροφή της δεν έχει καρδιά∙ όποιος επιθυμεί την αποκατάστασή της δεν έχει μυαλό».
Εξάλλου, αφήνοντας κατά μέρος το γεγονός ότι ο ρωσικός στρατός πιέζεται ήδη να επιτύχει έστω και μέτριες επιτυχίες στην Ουκρανία, μια επίθεση στα κράτη της Βαλτικής ή στην Πολωνία θα έφερνε τη Ρωσία σε άμεση σύγκρουση με το ΝΑΤΟ, το τελευταίο πράγμα που επιδιώκει η Μόσχα (ή η Δύση).
Η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ;
Για τον Φίλιπ Σορτ τα κίνητρα για τον πόλεμο του Πούτιν είναι διαφορετικά. ‘Οπως υποστηρίζει, ο ρώσος πρόεδρος έχει στρέψει την προσοχή του στην Ουκρανία πολύ πριν έρθει στην εξουσία. «Ήδη από το 1994, όταν ήταν αντιδήμαρχος της Αγίας Πετρούπολης, εξέφρασε την οργή του για την ένωση της Κριμαίας με την Ουκρανία. “Η Ρωσία κέρδισε την Κριμαία από τους Τούρκους!”, είπε σε έναν γάλλο διπλωμάτη εκείνο το έτος, αναφερόμενος στην ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τη Ρωσία τον 18ο αιώνα».
‘Όμως η στάση του μετατράπηκε σε «τοξική» όταν τέθηκε το ενδεχόμενο η Ουκρανία να γίνει πλήρες μέλος του ΝΑΤΟ σε Σύνοδο Κορυφής της δυτικής συμμαχίας το 2008. «Ο Μπιλ Μπερνς, ο νυν επικεφαλής της CIA, ο οποίος ήταν τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Μόσχα, έγραψε σε ένα μυστικό τηλεγράφημα προς τον Λευκό Οίκο: «Η είσοδος της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ είναι η πιο φωτεινή από όλες τις κόκκινες γραμμές για τη ρωσική ελίτ (όχι μόνο Πούτιν). Στα περισσότερα από δυόμισι χρόνια συνομιλιών μου με βασικούς ρώσους παίκτες, από τους ανόητους στους σκοτεινούς διαδρόμους του Κρεμλίνου μέχρι τους πιο οξυδερκείς φιλελεύθερους επικριτές του Πούτιν, δεν έχω βρει ακόμη κανέναν που να βλέπει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ ως οτιδήποτε άλλο παρά μια άμεση πρόκληση για τα συμφέροντα της Ρωσίας… Η σημερινή Ρωσία θα απαντήσει».
Διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις αγνόησαν την προειδοποίηση του Μπερνς και ο Πούτιν απάντησε. Το 2014, προσάρτησε την Κριμαία. Στη συνέχεια υποκίνησε μια αυτονομιστική εξέγερση στο Ντονμπάς. Τελικά, τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, εξαπέλυσε έναν βάναυσο, ακήρυχτο πόλεμο για να γονατίσει την Ουκρανία».
Από την άλλη, «η διεύρυνση του ΝΑΤΟ ήταν απλώς η κορυφή του παγόβουνου» κατά τον Σορτ.. «Πολλά άλλα παράπονα κατά της Δύσης είχαν συσσωρευτεί στις δύο δεκαετίες που ο Πούτιν ήταν στην εξουσία. Μέχρι το τέλος του 2020, όταν ξεκίνησε ο σχεδιασμός για μια νέα επίθεση εναντίον του Κιέβου, ο τροχός είχε κάνει τον κύκλο του. Ο νεαρός ρώσος ηγέτης που τόσο είχε εντυπωσιάσει τον Τόνι Μπλερ και τον Μπιλ Κλίντον, ο οποίος είχε υποστηρίξει τα μέγιστα τον Τζορτζ Μπους μετά την 11η Σεπτεμβρίου και ο οποίος επέμενε ότι η θέση της Ρωσίας ήταν με την Ευρώπη και τον δυτικό κόσμο, είχε σιγά-σιγά μεταμορφωθεί σε έναν ανελέητο αντίπαλο, πεπεισμένο ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ήταν αποφασισμένοι να γονατίσουν τη Ρωσία».
Οι δυτικοί πολιτικοί απορρίπτουν την εκδοχή αυτή ως παρανοϊκή, γράφει ο Σορτ για να επισημάνει: «Το πρόβλημα δεν είναι οι δυτικές προθέσεις, είναι το πώς τις ερμηνεύει το Κρεμλίνο». Στόχος του Πούτιν δεν είναι μόνο να εξουδετερώσει το καθεστώς στο Κίεβο, αλλά και να δείξει ότι το ΝΑΤΟ είναι ανίσχυρο να τον σταματήσει. Η δεύτερη αυτή στόχευση είναι και η σημαντικότερη για τον ρώσο πρόεδρο. Και αν στην πορεία εκριζώσει τον ουκρανικό πολιτισμό στις περιοχές που καταλαμβάνει η Ρωσία, δεν πρόκειται για «παράπλευρη ζημία» αλλά για «κέρδος».
Η έκβαση του πολέμου
Το αν θα καταφέρει να επιτύχει τους στόχους αυτούς «θα εξαρτηθεί από την κατάσταση στο πεδίο της μάχης, η οποία με τη σειρά της θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της δυτικής υποστήριξης το φθινόπωρο και τον χειμώνα, όταν οι ενεργειακές ελλείψεις και το αυξανόμενο κόστος ζωής θα ενέχουν τον κίνδυνο να θέσουν σε μεγάλη πίεση τους δυτικούς εταίρους της Ουκρανίας».
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο, άλλωστε, «η Μόσχα δεν χρειάζεται να πετύχει πολλά ώστε να μπορέσει ο Πούτιν να διακηρύξει τη νίκη του. Θα ήταν αρκετό για τη Ρωσία να ελέγξει όλο το Ντονμπάς και την εδαφική “γέφυρα” προς την Κριμαία. Σίγουρα θα ήθελε περισσότερα. Εάν τα ρωσικά στρατεύματα καταλάβουν την Οδησσό και τις παρακείμενες ακτές της Μαύρης Θάλασσας, θα μείωναν την Ουκρανία σε υποτελές κράτος. Αλλά ακόμη και πιο μέτρια κέρδη θα καταδείκνυαν τα όρια της ισχύος των ΗΠΑ. Είναι πιθανό η Ουκρανία, με ισχυρή δυτική υποστήριξη, να μπορέσει να αποτρέψει κάτι τέτοιο από το να συμβεί. Ομως απέχει πολύ από το να είναι σίγουρο αυτό».
Στο μεταξύ, ενώ «η Ρωσία αμφισβητεί την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη, η Κίνα την αμφισβητεί στην Ασία […] Εχει ξεκινήσει μία γεωπολιτική μετάβαση τα αποτελέσματα της οποίας μπορεί να μην είναι εξολοκλήρου ορατά για δεκαετίες. Όμως η μεταψυχροπολεμική τάξη πραγμάτων που κυβέρνησε τον κόσμο τα τελευταία 30 χρόνια πλησιάζει στο τέλος της και από την κατάρρευσή της θα προκύψει μια νέα ισορροπία δυνάμεων».