Στην αρχή του πολέμου στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έδωσε εντολή στον Τσετσένο ηγέτη Ραμζάν Καντίροφ να καταλάβει την έδρα της κυβέρνησης του Κιέβου και να δολοφονήσει τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σύμφωνα με Ουκρανούς αξιωματούχους στον τομέα των Πληροφοριών και της Ασφάλειας.
Όταν ο Πούτιν χρειαζόταν περισσότερους στρατιώτες στις πρώτες γραμμές, ο πολέμαρχος συγκέντρωσε χιλιάδες άνδρες, κάποιες φορές μάλιστα δια της βίας, και τους έστειλε στο πεδίο της μάχης, σύμφωνα με Τσετσένους κατοίκους.
Σήμερα, μετά από τις διαδοχικές υποχωρήσεις των Ρώσων στην Ουκρανία, οι άνδρες του Καντίροφ χτίζουν το ηθικό των Ρώσων στρατιωτών και εξοντώνουν τους φερόμενους ως κατασκόπους σε κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη, καταφεύγοντας ενίοτε στον βασανισμό, αναφέρουν Ουκρανοί αξιωματούχοι και οργανώσεις υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Από την αρχή της ρωσικής εισβολής, ο Πούτιν έχει βασιστεί σε αρκετούς στρατιωτικούς, επιχειρηματίες και διάφορους άλλους επιτήδειους προκειμένου να φροντίσουν για όλα εκείνα που χρειάζεται το Κρεμλίνο ώστε να συνεχίσει τις επιθέσεις του στην Ουκρανία, όπως χρήματα, εκπαίδευση και επαρκή αριθμό στρατιωτών.
Ο Καντίροφ ανήκει στα άτομα που έχουν δείξει τη μεγαλύτερη αφοσίωση στον Πούτιν, στο πλαίσιο του πολέμου, ενώ έχει χαρακτηρίσει τον εαυτό του ως «το βασικό στήριγμα» του Ρώσου προέδρου.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, αρνήθηκε ότι ο Πούτιν έδωσε εντολή στον Τσετσένο πολέμαρχο να δολοφονήσει τον Ζελένσκι, χαρακτηρίζοντας τον εν λόγω ισχυρισμό «απολύτως παράλογο, αβάσιμο και ψευδή». Ο Καντίροφ δεν ανταποκρίθηκε σε αιτήματα για δηλώσεις.
Ο Πούτιν χρησιμοποιεί εδώ και δεκαετίες χρήματα από τον ρωσικό προϋπολογισμό για να τα μεταβιβάζει στον Καντίροφ, σύμφωνα με έγγραφα και με συνεντεύξεις Ουκρανών αξιωματούχων αλλά και ατόμων που είναι κοντά στο Κρεμλίνο. Σήμερα, ο 46χρονος πολέμαρχος πασχίζει να ανταποκριθεί στα αιτήματα του Ρώσου ηγέτη για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η σχέση αυτή – μία μάλιστα από τις σημαντικότερες στη Ρωσία -αποτελεί παράδειγμα των κινδύνων αλλά και των επιβραβεύσεων που ανακύπτουν όταν κάποιος βοηθά το καθεστώς του Πούτιν.
Ο Καντίροφ είναι υπεύθυνος για την επιβολή της ισχύος του Κρεμλίνου στην Τσετσενία. Εδώ και περίπου είκοσι χρόνια, η Μόσχα του έχει στείλει δισεκατομμύρια δολάρια, τα οποία ο ίδιος έχει χρησιμοποιήσει για να κυβερνά την Τσετσενία ως προσωπικό του φέουδο με τον άρτια εκπαιδευμένο ιδιωτικό του στρατό.
Η συνεχιζόμενη κρατική χρηματοδότηση εξασφαλίζει στον Καντίροφ την παραμονή του στην εξουσία στην κατά κύριο λόγο μουσουλμανική περιοχή, όπου τόσο οι κάτοικοι όσο και οι αναλυτές αναφέρουν ότι είναι πολλοί εκείνοι που τον μισούν.
«Η στήριξη και τα χρήματα που λαμβάνει από τον Πούτιν, μετέτρεψαν τον Καντίροφ από μηδενικό σε ήρωα, αλλά τον κατέστησαν επίσης ευάλωτο και πλήρως εξαρτημένο», αναφέρει η Γεκατερίνα Σοκιριάνσκαγια, ειδικός σε ζητήματα που αφορούν την Τσετσενία. Σύμφωνα με την ίδια, τα αιτήματα που Πούτιν βρίσκονται στο επίκεντρο των ενεργειών του Καντίροφ αυτή την περίοδο.
Ο Τσετσένος ηγέτης απολαμβάνει το σπάνιο προνόμιο της άμεσης επικοινωνίας με τον Πούτιν, καθώς ο Ρώσος πρόεδρος συνομιλεί μαζί του προσωπικά και όχι μέσω βοηθών του όπως συμβαίνει με άλλους κυβερνήτες, σύμφωνα με πρώην αξιωματούχο του Κρεμλίνου και μιας ακόμα πηγής με γνώση του θέματος.
Σε ό,τι αφορά τον ρόλο που διαδραματίζει στον πόλεμο – τον οποίο και καταγράφει διεξοδικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης – ο Καντίροφ έχει δηλώσει ότι αξίζει να επενδυθούν εκατοντάδες δισεκατομμύρια στην Τσετσενία για νέες επενδύσεις.
Ο Πούτιν «εκτιμά τις ηγετικές ικανότητες του Καντίροφ», δήλωσε ο Πεσκόφ αλλά πρόσθεσε ότι «η σχέση τους δεν ξεπερνά εκείνη ενός αρχηγού κράτους και του επικεφαλής μιας περιοχής».
Ο Πεσκόφ δήλωσε ότι ο Πούτιν και ο Καντίροφ πραγματαποιούν συχνά συνομιλίες σχετικά με τον πόλεμο, σημειώνοντας ότι δύο τάγματα Τσετσένων βρίσκονται στις πρώτες γραμμές.
Πολιτικοί αναλυτές αναφέρουν ότι ο Καντίροφ προσπαθεί να υπονομεύσει ανταγωνιστές του σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση από το Κρεμλίνο. Έχει γίνει μάλιστα σφοδρός επικριτής του ρωσικού υπ. Άμυνας, κατηγορώντας δημοσίως τουλάχιστον έναν στρατηγό για τις αποτυχίες στο πεδίο της μάχης – ένας ισχυρισμός που θα οδηγούσε τον μέσο Ρώσο στη φυλακή για πολλά χρόνια.
Πηγή: Wall Street Journal