Quantcast

Ουκρανία: Αυξάνει τις στρατιωτικές δαπάνες η Σουηδία – Ο Καναδάς απαγορεύει επισήμως τα RT και RT France

Αυξάνονται συνεχώς οι κυρώσεις προς τη Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία

Η κυβέρνηση της Σουηδίας ανακοίνωσε χθες Τετάρτη ότι θα αυξήσει τις στρατιωτικές της δαπάνες κατά περίπου 3 δισεκατομμύρια σουηδικές κορόνες (289 εκατ. ευρώ) φέτος, για να επιταχύνει τον επανεξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεών της μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Σκοπός είναι «να ενισχύσουμε τις δυνατότητές μας στο Γκότλαντ», το μεγαλύτερο νησί της χώρας, «να αυξήσουμε τον αριθμό» των στρατιωτικών, «να αυξήσουμε τα εφόδιά μας σε καύσιμα και πυρομαχικά», καθώς και να βελτιωθεί ο «εφοδιασμός με υλικά και οχήματα», εξήγησε ο υπουργός Άμυνας Πέτερ Χούλτκβιστ, σύμφωνα με σουηδικά τηλεοπτικά δίκτυα.

Την περασμένη εβδομάδα, η Στοκχόλμη ανακοίνωσε ότι πρόθεσή της είναι να αυξήσει τον στρατιωτικό της προϋπολογισμό στο 2% του ΑΕΠ το ταχύτερο δυνατό και ότι βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση για την επιτάχυνση της διαδικασίας.

 

Κυρώσεις και από τον Καναδά

Οι αρχές του Καναδά απαγόρευσαν επίσημα χθες Τετάρτη στους πάροχους να μεταδίδουν το πρόγραμμα των ρωσικών ειδησεογραφικών δικτύων RT (πρώην Russia Today) και RT France, κρίνοντας ότι το περιεχόμενό τους δεν είναι προς «όφελος του κοινού».

«Η ελευθερία της έκφρασης και η ποικιλομορφία των απόψεων είναι απαραίτητα συστατικά της δημοκρατίας μας. Ωστόσο, το να μεταδίδεται ένα πρόγραμμα στον Καναδά είναι προνόμιο και όχι δικαίωμα», σημείωσε ο Ίαν Σκοτ, πρόεδρος του Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και Τηλεπικοινωνιών του Καναδά (CRTC).

Ο δημόσιος οργανισμός εξέφρασε την ανησυχία του για το «πρόγραμμα που προέρχεται από ξένη χώρα η οποία επιδιώκει να υπονομεύσει την εθνική κυριαρχία μιας άλλης», να «μειώσει τους Καναδούς συγκεκριμένης εθνικής καταγωγής» και να «υπονομεύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς στον Καναδά».

Μερικές ημέρες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία την 24η Φεβρουαρίου, αρκετοί μεγάλοι πάροχοι στον Καναδά, ιδίως οι όμιλοι Bell και Rogers & Shaw, είχαν ήδη αποφασίσει να σταματήσουν να μεταδίδουν το πρόγραμμα του RT.

Στις αρχές του Μαρτίου, το CRTC άρχισε δημόσια διαβούλευση. Σε αυτή υπήρξαν 350 παρεμβάσεις υπέρ της διακοπής της μετάδοσης του προγράμματος των ρωσικών τηλεοπτικών δικτύων και 16 υπέρ της συνέχισής του.

Καθώς κατηγορούνται πως είναι όργανα «παραπληροφόρησης» της Μόσχας, ειδικά όσον αφορά τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης RT και Sputnik απαγορεύθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η απαγόρευση της μετάδοσης του περιεχομένου τους στην τηλεόραση και στο Διαδικτυο τέθηκε σε εφαρμογή τη 2η Μαρτίου.

Το RT, που άρχισε να εκπέμπει το 2005, τότε ακόμη ως Russia Today, με χρηματοδότηση του ρωσικού κράτους, αναπτύχθηκε δημιουργώντας τηλεοπτικό περιεχόμενο και ιστότοπους σε διάφορες γλώσσες, ανάμεσά τους την αγγλική, τη γαλλική, την ισπανική, τη γερμανική και την αραβική.