Quantcast

Ο συνιδρυτής των Ταλιμπάν επέστρεψε μετά από 20 χρόνια στο Αφγανιστάν ως θριαμβευτής (Βίντεο)

Το 2018, αφέθηκε ελεύθερος από φυλακή στο Πακιστάν κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης Τραμπ στο πλαίσιο των εν εξελίξει διαπραγματεύσεών τους με τους Ταλιμπάν στο Κατάρ, προκειμένου να βοηθήσει στην διαμεσολάβηση της ειρήνης

Θριαμβευτική είσοδο στο Κανταχάρ του Αφγανιστάν έκανε ένας από τους συνιδρυτές των Ταλιμπάν, με τους ντόπιους να επευφημούν την αυτοκινητοπομπή.

Η ισλαμική οργάνωση έδωσε στη δημοσιότητα το βίντεο της άφιξής του μουλά Αμπντούλ Γκάνι Μπαραντάρ την ώρα της επιστροφής του στο Αφγανιστάν μετά από 20 χρόνια εξορίας εν μέσω της δυτικής προσπάθειας για την εξάλειψη των Ταλιμπάν.

Την Κυριακή, οι δυνάμεις του κατέλαβαν την Καμπούλ και ο Μπαραντάρ, επικεφαλής του πολιτικού γραφείου των Ταλιμπάν, αναμένεται τώρα να γίνει ο επόμενος ηγέτης της χώρας, μετά την κατάρρευση του προηγούμενου καθεστώτος που υποστηριζόταν από τις ΗΠΑ.

 

Ο 53χρονος ήταν αναπληρωτής ηγέτης υπό τον πρώην αρχηγό μουλά Μοχάμεντ Ομάρ, η υποστήριξη του οποίου στον ηγέτη της Αλ Κάιντα, Οσάμα Μπιν Λάντεν οδήγησε στην εισβολή στο Αφγανιστάν μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.

Ο Μπαραντάρ έφτασε στην επαρχία Κανταχάρ χθες και προσγειώθηκε στην πρώην πρωτεύουσα της αντάρτικης ομάδας, λίγες ημέρες αφότου ανέλαβαν τον έλεγχο της χώρας. Ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, Μ Ναίμ, ανέβασε πλάνα από την προσγείωση της πτήσης του και μια αυτοκινητοπομπή από οχήματα 4×4 που είχαν την λευκή σημαία της οργάνωσης.

Στην ανάρτησή του έγραψε: «Σήμερα το απόγευμα, μια υψηλού επιπέδου αντιπροσωπεία από το Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν, με επικεφαλής τον μουλά Μπαραντάρ Αχούντ έφυγε από το Κατάρ και έφτασε στην αγαπημένη μας χώρα και προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Κανταχάρ».

Σχολιαστές επισήμαναν ομοιότητες μεταξύ της επιστροφής του Μπαραντάρ και του Αγιατολάχ Χομεϊνί στο Ιράν το 1979, μετά από 14 χρόνια εξορίας στο Παρίσι.

 

Συνιδρυτής των Ταλιμπάν, εξόριστος για 20 χρόνια

Ο Μπαραντάρ, ο οποίος γεννήθηκε στην επαρχία Ουρουζγκάν το 1968, μεγάλωσε στο Κανταχάρ, τη γενέτειρα του κινήματος των Ταλιμπάν και συνέχισε να πολεμά με τους μουτζαχεντίν εναντίον των Σοβιετικών τη δεκαετία του 1980. Στη συνέχεια, καθώς η χώρα είχε κυριευτεί από έναν εμφύλιο πόλεμο μεταξύ αντιπάλων πολέμαρχων, ο Μπαραντάρ δημιούργησε ένα ισλαμικό σχολείο στην Κανταχάρ με τον πρώην διοικητή του Μοχάμεντ Ομάρ και οι δύο μουλάδες βοήθησαν στην ίδρυση του κινήματος των Ταλιμπάν.

Οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την εξουσία το 1996 αφού κατέκτησαν τις επαρχιακές πρωτεύουσες προτού πορευτούν στην Καμπούλ όπως και τους τελευταίους μήνες, και ο Μπαραντάρ συνέχισε να εκτελεί διάφορους ρόλους κατά τη διάρκεια της πενταετούς κυριαρχίας της οργάνωσης. Ήταν αναπληρωτής υπουργός Άμυνας όταν οι ΗΠΑ εισέβαλαν το 2001 και παρόλο που κρύφτηκε, παρέμεινε ενεργός στην ηγεσία των Ταλιμπάν από την εξορία.

Αποφυλακίστηκε πριν από 3 χρόνια μετά από αίτημα των ΗΠΑ

Ο Μπαραντάρ είχε αποφυλακιστεί από φυλακή στο Πακιστάν πριν από τρία χρόνια, κατόπιν αιτήματος της αμερικανικής κυβέρνησης. Μόλις πριν από 9 μήνες, φωτογραφήθηκε με τον υπουργό Εξωτερικών του Ντόναλντ Τραμπ, Μάικ Πομπέο, για να υπογράψει μια ειρηνευτική συμφωνία στη Ντόχα.

Το 2020, η CIA, τον εντόπισε στην πακιστανική πόλη Καράτσι και τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους η πακιστανική υπηρεσία πληροφοριών (ISI) τον συνέλαβε. Όμως το 2018, αφέθηκε ελεύθερος κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης Τραμπ στο πλαίσιο των εν εξελίξει διαπραγματεύσεών τους με τους Ταλιμπάν στο Κατάρ, προκειμένου να βοηθήσει στην διαμεσολάβηση της ειρήνης.

Τον Φεβρουάριο του 2020, ο Μπαραντάρ υπέγραψε τη Συμφωνία της Ντόχα, στην οποία οι ΗΠΑ δεσμεύτηκαν να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν με βάση ότι οι Ταλιμπάν θα συνάψουν συμφωνία κατανομής εξουσίας με την κυβέρνηση του Προέδρου Ασράφ Γκανί στην Καμπούλ.

Εμφανίστηκε τον Σεπτέμβριο με τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, ο οποίος «παρότρυνε τους Ταλιμπάν να αδράξουν αυτήν την ευκαιρία για να σφυρηλατήσουν μια πολιτική διευθέτηση και να επιτύχουν μια συνολική και μόνιμη κατάπαυση του πυρός», ανέφεραν οι ΗΠΑ σε ανακοίνωσή τους.

Ο Πομπέο «καλωσόρισε την αφγανική ηγεσία και την προσπάθεια να τερματιστεί ο πόλεμος 40 ετών και να διασφαλιστεί ότι το Αφγανιστάν δεν αποτελεί απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες ή τους συμμάχους τους». Η συμφωνία της Ντόχα χαρακτηρίστηκε ως μια σημαντική δήλωση ειρήνης, αλλά αποδείχθηκε ότι δεν ήταν παρά ένα κόλπο των Ταλιμπάν.

Οι τζιχαντιστές περίμεναν μέχρι να φύγουν χιλιάδες Αμερικανοί στρατιώτες προτού ξεκινήσουν μια μεγάλη επίθεση για την ανακατάληψη της χώρας, αναιρώντας δύο δεκαετίες εργασιών του συνασπισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.