Ο νέος «σκληρός» υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Χοσεΐν Αμίρ Αμπντολαχιάν

Η επιλογή του ως υπουργού Εξωτερικών του Ιράν σηματοδοτεί στροφή προς τη σφυρηλάτηση περιφερειακών συμμαχιών, σκληρή στάση απέναντι στη Δύση και ευθυγράμμιση με τους «Φρουρούς της Επανάστασης» και τη στρατηγική του «άξονα της αντίστασης»

Στο σύνθετο τοπίο του συστήματος εξουσίας στο Ιράν, που συνδυάζει τη διαπάλη (και εκλογικά) διαφορετικών πολιτικών τάσεων για τον κοινοβούλιο και τις αιρετές θέσεις, με διάφορα “checks and balances” και τον καθοριστικό ρόλο του «Ανώτατου Ηγέτη» και των θεσμών που υπάγονται σε αυτόν όπως οι «Φρουροί της Επανάστασης» («Στρατός των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης», στην πλήρη ονομασία τους), η διαδικασία χάραξης πολιτικής υπερβαίνει τα όρια της «διακυβέρνησης».

Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής, έναν τομέα που ούτως ή άλλως σε μεγάλο βαθμό πάντα περνούσε από την έγκριση του Ανώτατου Ηγέτη Αγιατολάχ Χαμενεΐ. Επιπλέον, ένα μεγάλο μέρος της πραγματικής εξωτερικής πολιτικής του Ιράν στηρίζεται στη δράστη των «Φρουρών της Επανάστασης» με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον «Άξονα της Αντίστασης», δηλαδή τη συμμαχία με φιλοϊρανικές δυνάμεις και οργανώσεις στο Ιράκ, στη Συρία, στο Λίβανο, την Υεμένη, συμπεριλαμβανομένης και της κυβέρνησης Άσαντ, μια πολιτική που πέραν όλων των άλλων συνέβαλε αποφασιστικά και στην αντοχή της κυβέρνησης της Δαμασκού στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Είναι μια πολιτική που επενδύει ιδιαίτερα στις περιφερειακές συμμαχίες και εξ αρχής αποτέλεσε και την απάντηση στις εκτεταμένες αμερικανικές κυρώσεις.

Από την άλλη μεριά, υπήρχαν πάντα ισχυρές τάσεις στο ιρανικό ισλαμικό πολιτικό κατεστημένο, αυτές που συνήθως παρουσιάζονται ως «μετριοπαθείς» και που προέκριναν την επαναπροσέγγιση με τη Δύση ως μοχλό όχι μόνο για την ενσωμάτωση του Ιράν στη διεθνή κοινότητα, αλλά και για την οικονομική ανάπτυξη. Η δεύτερη αυτή κατεύθυνση αποτυπώθηκε κατεξοχήν στη διαπραγμάτευση για τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν του 2015 και τη συνακόλουθη άρση των κυρώσεων. Η κατεύθυνση αυτή φάνηκε να αποδίδει, όμως μετά ήρθε η απόφαση του Ντοναλντ Τραμπ για μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία και για επαναφορά κυρώσεων.

Οι πρόσφατες προεδρικές εκλογές στο Ιράν σηματοδότησαν την πολιτική υποχώρηση των «μετριοπαθών», που είχαν να αντιμετωπίσουν και το πολιτικό κόστος από την επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών τα τελευταία χρόνια και το βαρύ τίμημα από την πανδημία, την μείωση της συμμετοχής (που παραπέμπει σε μια ευρύτερη κοινωνική απογοήτευση και δυσαρέσκεια) και την εκλογή του «συντηρητικού» Εμπραχίμ Ραϊσί, στη θέση του προέδρου, ανθρώπου κοντινού στις απόψεις του Χαμενεΐ. Το ερώτημα ήταν ποια επίδραση θα είχε αυτό στην εξωτερική πολιτική.

 

Ο νέος υπουργός Εξωτερικών

Στην παραδοσιακή πολιτική διαίρεση του Ιράν οι «μετριοπαθείς» είναι πιο προοδευτικοί στα ζητήματα κοινωνικής συμπεριφοράς, πιο φιλελεύθεροι στα οικονομικά και πιο φιλοδυτικοί στην εξωτερική πολιτική, ενώ οι «συντηρητικοί» είναι πιο παραδοσιακοί στα θέματα κοινωνικής συμπεριφοράς, πιο κοντά σε μια λογική αναδιανομής και κοινωνικής δικαιοσύνης, και πιο αντιδυτικοί.

Ο προηγούμενος υπουργός Εξωτερικών ο Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ ήταν ίσως το πιο χαρακτηριστικό πρόσωπο προς τα έξω της ιρανικής διπλωματίας. Σπουδασμένος στις ΗΠΑ, με άψογη γνώση αγγλικών, με προϋπηρεσία ως πρέσβης του Ιράν στα Ηνωμένα Έθνη, ο Ζαρίφ ανέλαβε υπουργός Εξωτερικών το 2013 και κατεξοχήν διαχειρίστηκε τόσο την πορεία προς τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του 2015, αλλά τις εξελίξεις μετά τη μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ και την επανεκκίνηση των άτυπων συνομιλιών με τη νέα αμερικανική κυβέρνησης. Ιδιαίτερα έμπειρος, αποτελεσματικός επικοινωνιακά προς δυτικά ακροατήρια αλλά και ικανός να μπορεί να συνεννοείται με το σύστημα εξουσίας του Ιράν (συμπεριλαμβανομένης και της ευθυγράμμισης με τις κατευθύνσεις του Αγιατοχάλ Χαμενεΐ, που άλλωστε παραδοσιακά έχει καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του υπουργού εξωτερικών), είχε κατοχυρώσει μια ιδιαίτερη θέση. Όμως, δεν έπαυε να είναι εκπρόσωπος των «μετριοπαθών». Αυτό εξηγεί το ενδιαφέρον για το πρόσωπο του διαδόχου.

Ο νέος υπουργός Εξωτερικών Χοσεΐν Αμίρ-Αμπντολαχιάν είναι επίσης ένας έμπειρος διπλωμάτης. Μόνο που ενώ ο Ζαρίφ είχε κυρίως εμπειρία από τη Δύση, ο Αμίρ Αμπντολαχιάν κυρίως έχει εμπειρία από τις προσπάθειες οικοδόμησης συμμαχιών στη Μέση Ανατολή.

Από πολλούς θεωρείται ο κατεξοχήν διπλωμάτης που εκφράζει τη γραμμή του «άξονα της αντίστασης». Συνομιλητής κατ’ επανάληψη του ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα, και με στενή σχέση με τον Κασέμ Σολεϊμανί, το ανώτατο στελέχος των «Φρουρών της Επανάστασης» που κατεξοχήν έκανε πράξη τη γραμμή του «άξονα της αντίστασης» και που δολοφονήθηκε από τις ΗΠΑ στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης τον Ιανουάριο του 2020, ο Αμίρ-Αμπντολαχιάν έχει πολύ γνώση της περιοχής της Μέσης Ανατολής, γνωρίζοντας και ηγέτες όπως ο Μπαράρ αλ-Ασαντ.

Μάλιστα, όταν το 2016 ο Ζαρίφ είχε προτείνει τον Αμίρ-Αμπντολαχιάν, που τότε ήταν υφυπουργός για τις Αραβικές και Αφρικανικές Υποθέσεις, για τη θέση του πρέσβη του Ομάν, η κίνηση είχε θεωρηθεί προσπάθεια να περιοριστεί η δράση του στην περιοχή. Ωστόσο, ο Αμίρ –Αμπντολαχιάν αρνήθηκε την προσφορά και λίγο μετά, αξιοποιώντας και τη σχέση του με το γραφείο του Ανώτατου Ηγέτη, έγινε βοηθός του Αλί Λαριτζανί, τότε προέδρου του κοινοβουλίου, που επέβλεψε τη διαπραγμάτευση για το σύμφωνο στρατηγικής συνεργασίας ανάμεσα στην Κίνα και το Ιράν.

 

Στροφή προς την περιοχή και την ανατολή – πιο αποφασιστική στάση απέναντι στη Δύση

Γράφοντας στο twitter, το αγαπημένο μέσο επικοινωνίας της ιρανικής ηγεσίας, ο Αμίρ Αμπντολαχιάν έγραψε ότι οι προτεραιότητες της κυβέρνησης Ραϊσί στην εξωτερική πολιτική θα είναι «οι ισορροπημένες διεθνείς σχέσεις, οι δυναμικές σχέσεις με την Ανατολή και τη Δύση και η ιδιαίτερη προσοχή στις γειτονικές χώρες και την Ασία».

Οι εκτιμήσεις είναι ότι σε αυτό το πλαίσιο το Ιράν θα δείξει μια πιο αποφασιστική στάση στη διαπραγμάτευση για το πυρηνικό πρόγραμμα, στοιχείο που θα κάνει πιο δύσκολη τη θέση των αμερικανών διαπραγματευτών. Άλλωστε, όπως είχε διαφανεί από καιρό, ένα ευρύ φάσμα από δυνάμεις στο Ιράκ που περιλαμβάνουν τον Χαμενεΐ, την πλειοψηφία του κοινοβουλίου (που έχει πάρει και τις αποφάσεις που καθόρισαν τους περασμένους μήνες τη διαπραγματευτική τακτική και τις επιλογές για αύξηση του ποσοστού εμπλουτισμού στο ουράνιο) και τη νέα κυβέρνηση, θεωρεί ότι η καλύτερη τακτική στη διαπραγμάτευση είναι η άρνηση υποχωρήσεων και η απαίτηση για άρση όλων των κυρώσεων και η επιλογή σταδιακή κλιμάκωσης του ίδιου του πυρηνικού προγράμματος.

Αντίστοιχα, έχει διαφανεί ότι αυτή τη στιγμή η ιρανική ηγεσία θέλει να κατοχυρώσει τον ευρύτερο ρόλο στην περιοχή, κατοχυρώνοντας τα βήματα που έχουν γίνει για τον «άξονα της αντίστασης», ευελπιστώντας σε ένα τέλος του πολέμου στην Υεμένη (όπου έχει στηρίξει τους αντάρτες), εκτιμώντας ότι υπάρχουν όρια στην ικανότητα του Ισραήλ να διαμορφώνει κλίμα έντασης (κάτι που φάνηκε και από τον αντίκτυπο που είχε η τελευταία σύγκρουση στη Γάζα που στον αραβικό κόσμο αντιμετωπίστηκε ως αντοχή της αντίστασης) και θεωρώντας ότι θα μπορούσε να υπάρξει ένας βαθμός ισορροπίας στη σχέση με τις μοναρχίες του Κόλπου (κυρίως μέσα από τις εν εξελίξει συνομιλίες με τη Σαουδική Αραβία). Άλλωστε, η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, όπως και η ολοκλήρωση της αποχώρησής τους από το Ιράκ (χώρα στην οποία η Τεχεράνη ασκεί σημαντική επιρροή) διαμορφώνει ένα διαφορετικό τοπίο σε μια ευρύτερη περιοχή (με το Ιράν να σταθμίζει τις σχέσεις και με τη νέα κατάσταση στο Αφγανιστάν προς το οποίο άρχισε ξανά τις μεταφορές καυσίμων). Παράλληλα, το Ιράν θα επιδιώξει την αναβάθμιση των σχέσεων, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών, με την Κίνα αλλά και τη Ρωσία, θεωρώντας ότι σε ένα διεθνές τοπίο που σφραγίζεται από βάθεμα των διαιρετικών γραμμών, που για το Ιράν έχουν και την ειδική βαρύτητα των κυρώσεων, κάθε βήμα προς έναν εναλλακτικό οικονομικό χώρο, που δεν διαμεσολαβείται από τη Δύση, αποκτά ξεχωριστή σημασία.

Αυτό δεν σημαίνει εγκατάλειψη της διαπραγμάτευσης με τη Δύση ή υποτίμηση της ανάγκη να αρθούν οι κυρώσεις, αλλά την επίγνωση πλέον της ιρανικής ηγεσίας ότι η σχέση με τη Δύση δεν αποτελεί ούτε μονόδρομο, ούτε ζήτημα επιβίωσης.

Προφανώς όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν απλώς με την επιλογή του Αμίρ-Αμπντολαχιάν, ιδίως από τη στιγμή που η εξωτερική πολιτική πάντα είναι υπό την επίβλεψη του Ανώτατου Ηγέτη, αλλά με συνολικότερες μετατοπίσεις της ιρανικής πολιτικής στις οποίες ο νέος υπουργός Εξωτερικών έρχεται να δώσει και ένα συγκεκριμένο πρόσωπο.