Ο Ερντογάν πληρώνει αδρά τους πληροφοριοδότες του

Ρεπορτάζ του Nordic Monitor ξεσκεπάζει τις τακτικές του Σουλτάνου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που δίνει αμοιβή σε όσους του καρφώνουν πληροφορίες για τους «επικηρυγμένους» επικριτές και πολιτικούς αντιπάλους του

«Χρυσές αμοιβές» δίνει η τουρκική κυβέρνηση σε όσους δίνουν πληροφορίες και στοιχεία για επικριτές και πολιτικούς αντιπάλους του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σύμφωνα με αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Nordic Monitor.

Η συγκεκριμένη τακτική συνιστά ακόμη ένα «όπλο» στη φαρέτρα του Τούρκου ηγέτη στη μάχη που δίνει κατά όσων είναι αρνητικά διακείμενοι απέναντί του, ειδικά όσο πλησιάζουμε στο καλοκαίρι και στις επερχόμενες εκλογές που θα κρίνουν το μέλλον του. Άλλωστε, όπως είναι γνωστό στη «μαύρη λίστα» των… επικηρυγμένων του Ερντογάν είναι δεκάδες άτομα εδώ και πολλά έτη. Πολιτικοί του αντίπαλοι και δημοσιογράφοι είναι κατά κύριο λόγο οι βασικοί του στόχοι και ιδιαίτερα όσοι εξ’ αυτών βρίσκονται σε χώρες της Δύσης όπου κατοικούν πολλοί Τούρκοι και μουσουλμάνοι.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται σε εμπιστευτικά έγγραφα, τα οποία είναι στη διάθεση του συντάκτη που υπογράφει το ρεπορτάζ, τα χρήματα δίνονται προκειμένου να δελεαστούν πληροφοριοδότες, αλλά και πράκτορες σε διάφορα μέρη, κοινότητες και χώρες. Μάλιστα, στο δημοσίευμα γίνεται και αναφορά σε έγγραφο, στο οποίο τονίζεται πως στη Γερμανία υπήρχε ένα πληροφοριοδότης, ο οποίος έδωσε πληροφορίες για έναν δημοσιογράφο με βάση του τις ΗΠΑ, ο οποίος ήταν ιδιαζόντως επικριτικός κατά του Ερντογάν. Ειδικότερα, σύμφωνα με το δημοσίευμα στις 26 Μαρτίου του 2021 η Σάντα Σουλτάν, με καταγωγή από την Τουρκία, έστειλε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στη Γενική Διεύθυνση Ασφαλείας. Σε αυτό ανέφερε πως είχε στην κατοχή της τη διεύθυνση κατοικίας, το τηλέφωνο και το email του Αχμέτ Κουρακάν, ο οποίος ζούσε για πάνω από 20 χρόνια στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και έγραφε επικριτικά άρθρα κατά του Ερντογάν στην εφημερίδα «Ζαμάν». Όπως τόνιζε στο μήνυμά της, ήταν διατεθειμένη να μοιραστεί τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της, δεχομένη φυσικά την κατάλληλη αμοιβή.

Τι ανέφερε το email της καταδότριας

Η πληροφοριοδότρια στη Γερμανία έγραψε στο email της ότι βρήκε την ιστοσελίδα της Emniyet, η οποία απαριθμούσε άτομα καταζητούμενα από την Τουρκία και εντόπισε τον Κουρακάν στη λίστα. Εξέφρασε την επιθυμία της να παραδώσει τις πληροφορίες και να πάρει την ανταμοιβή που προσφέρει η κυβέρνηση. Αρχικά δήλωσε πως δεν γνώριζε καλά τα τουρκικά και έγραψε το μήνυμα στα αγγλικά. «Εάν μπορούσαμε να συνεργαστούμε με την κυβέρνηση της Τουρκίας, μπορώ να δώσω έναν τρέχοντα αριθμό τηλεφώνου και επίσης μια έγκυρη διεύθυνση κατοικίας που θα μπορούσε να είναι ο σημερινός τόπος διαμονής του. Και μια έγκυρη διεύθυνση email. Έχω αποδείξεις ότι έχει αυτόν τον αριθμό», είπε.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Nordic Monitor, το συγκεκριμένο μήνυμα οδήγησε τελικά σε ποινική έρευνα για τον Κουρακάν, ο οποίος κατά το παρελθόν είχε αντιμετωπίσει αρκετές κατηγορίες για ψεύτικες υποθέσεις που ξεκίνησαν από την κυβέρνηση Ερντογάν από το 2015. «Ο Γιουσούφ Φατίχ Ακάι, επικεφαλής του αντιτρομοκρατικού γραφείου στο αστυνομικό τμήμα της Άγκυρας, διαβίβασε το email του πληροφοριοδότη στον αρχηγό της Άγκυρας Εισαγγελία στις 5 Αυγούστου 2022 μαζί με τον φάκελο της αστυνομικής έρευνας. Ο φάκελος έρευνας της μυστικής αστυνομίας αποκάλυψε ότι το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών είχε ήδη αναγνωρίσει την κατοικία του Κουρουκάν στην πόλη Κλίφτον του Νιου Τζέρσεϊ και μοιράστηκε τις πληροφορίες με άλλα τμήματα της κυβέρνησης. Η δήλωσή του για τη διεύθυνσή του σε πέντε τραπεζικά εμβάσματα προς την Τουρκία μέσω MoneyGram συνολικού ποσού 2.270 δολαρίων μεταξύ 2017 και 2019 εντοπίστηκαν επίσης από τις τουρκικές αρχές και προστέθηκαν στον φάκελο της υπόθεσής του», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο δημοσίευμα.

 

Ποιες είναι οι ταρίφες για τους καταδότες του Ερντογάν;

Όπως τονίζεται στο εκτενές κείμενο, το δίκτυο πληροφόρησης της Τουρκίας στις κοινότητες της διασποράς, ειδικά στην Ευρώπη, έχει επεκταθεί πολύ από το 2014, όταν ο Ερντογάν βρέθηκε ένοχος σε μαζικές έρευνες για διαφθορά που δημοσιοποιήθηκαν τον Δεκέμβριο του 2013. Οι φάκελοι της υπόθεσης διαφθοράς αποκάλυψαν πώς ο Ερντογάν και οι συνεργοί του έγιναν… χρυσοί από μίζες, δωροδοκία, κατάχρηση εξουσίας και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες για το ιρανικό καθεστώς. Όταν αποκαλύφθηκαν στοιχεία με τη μορφή υποκλοπών, τραπεζικών αρχείων και παρακολούθησης βίντεο και φωτογραφιών, τέσσερις υπουργοί έπρεπε να παραιτηθούν από το υπουργικό συμβούλιο του Ερντογάν.

Όπως τονίζεται στο δημοσίευμα «ο Τούρκος πρόεδρος τότε κατηγόρησε τους αντιπάλους του, κυρίως μέλη του κινήματος Γκιουλέν, στο εσωτερικό και στις δυτικές χώρες, ότι ενορχήστρωσαν τις έρευνες για δωροδοκία για να τον εκδιώξουν από την εξουσία σε αυτό που αποκάλεσε δικαστικό πραξικόπημα. Χιλιάδες δικαστές και εισαγγελείς, συμπεριλαμβανομένων όσων συμμετείχαν στην έρευνα για κυβερνητικούς αξιωματούχους, απολύθηκαν, καθώς ξεκίνησε μια άνευ προηγουμένου καταστολή του κινήματος».

Όπως αναφέρει το Nordic Monitor από το 2019, η ανταμοιβή για τους πληροφοριοδότες κυμαινόταν μεταξύ μισού και 10 εκατομμυρίου τουρκικών λιρών ανάλογα με την κατηγορία.

Σύμφωνα με τους κανονισμούς, τα όρια ανταμοιβής αυξάνονται κάθε χρόνο σύμφωνα με τους επίσημους συντελεστές που ανακοινώνει η φορολογική αρχή στο πλαίσιο της διαδικασίας αναπροσαρμογής (yeniden değerleme), η οποία καθορίζει την αξία των περιουσιακών στοιχείων προσαρμοσμένη στον πληθωρισμό.

Το ποσοστό αναπροσαρμογής για το έτος 2020 ήταν 9,11 τοις εκατό και αυξήθηκε σε 36,20 τοις εκατό το 2021 και 122,93 τοις εκατό το 2022. Ως αποτέλεσμα, η υψηλότερη ανταμοιβή σε μετρητά ανέρχεται σε πάνω από 33 εκατομμύρια τουρκικές λίρες ή περίπου 1,8 εκατομμύρια δολάρια την τρέχουσα ημέρα. Τα μετρητά πληρώνονται από το Υπουργείο Εσωτερικών και η ταυτότητα του πληροφοριοδότη κρατείται μυστική. Ο πληροφοριοδότης δεν χρειάζεται να είναι Τούρκος υπήκοος.

Εκατοντάδες αντίπαλοι της κυβέρνησης Ερντογάν έχουν προσγειωθεί σε αυτούς τους καταλόγους τα τελευταία χρόνια ως άτομα καταζητούμενα για τρομοκρατικές κατηγορίες εν μέσω κατάφωρης κατάχρησης του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης για τιμωρία αντιφρονούντων σε πολιτικά υποκινούμενες, ψευδείς υποθέσεις που δεν έχουν στοιχεία που να δικαιολογούν σοβαρές κατηγορίες.