Quantcast

Ντονμπάς : Η Ρωσία θέλει να διατηρήσει τον έλεγχο των εξελίξεων

Με την επιλογή της εκκένωσης η Ρωσία προσπαθεί να διατηρήσει τον έλεγχο των επόμενων κινήσεων

Σε έναν πόλεμο που χωρίς να έχει κηρυχθεί έχει ανακοινωθεί πολλές φορές και όπου σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ασαφές ένα τον πόλεμο τον προσδοκούν ή τον επιδιώκουν κυρίως αυτοί που θα τον διεξάγουν ή αυτοί που τον ανακοινώνουν, είναι προφανές ότι χρειάζεται προσοχή σε εκτιμήσεις.

Ιδίως όταν οι ίδιες λίγοι πολύ ακολουθίες γεγονότων έχουν παρουσιαστεί ως επιθετικές ενέργειες και ως προβοκάτσιες από όλους τους δυνάμει εμπλεκομένους και όπου οι κατηγορίες δεν αφορούν πια το ενδεχόμενο false flag operations αλλά false false flag operations.

Με αυτόν τον τρόπο πρέπει κανείς να εξετάσει τις εξελίξεις σε σχέση με το Ντονμπάς, με αφορμή και την κλιμάκωση της έντασης στη «γραμμή επαφής» ανάμεσα στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις και τις δυνάμεις αυτοαποκαλούμενων  «Λαϊκών Δημοκρατιών».

 

Η απόφαση για εκκένωση

Το σημείο κλειδί εδώ δεν είναι τόσο η κλιμάκωση των επιθέσεων ή η συζήτηση για το ποιος πήρε την πρωτοβουλία, ή και για το τι ακριβώς συμβαίνει και τι σηματοδοτεί η επίμονη διάψευση της Ουκρανίας ότι δεν επίκειται επίθεση, όσο η ρωσική απόφαση για εκκένωση των αμάχων από αυτές τις περιοχές, εκκένωση η οποία θα συντονιστεί από τις αρχές που ήδη ανακοινώνουν και μέτρα υπέρ όσων προσφύγων φτάσουν στο ρωσικό έδαφος.

Η απόφαση για την εκκένωση είναι μια προσπάθεια να διατηρήσει η ρωσική πλευρά τον έλεγχο των κινήσεων και να μπορεί αυτή να πάρει αποφάσεις για το πώς θα κινηθεί, αντί να αντιδρά σε πρωτοβουλίες άλλων.

Το στοιχείο του ελέγχου των εξελίξεων είναι σημαντικό γιατί είναι σαφές ότι εάν όντως υπάρξει ουκρανική επιθετική ενέργεια προς το Ντονμπάς (η ίδια η Ουκρανία αρνείται ότι έχει τέτοιο σχεδιασμό) η Ρωσία θα βρεθεί ανάμεσα σε δύο επιλογές: είτε να επιμείνει σε μια ψύχραιμη στάση, δηλαδή να αποφύγει την κλιμάκωση, με κίνδυνο όμως στο εσωτερικό της Ρωσίας να φανεί αδύναμη η ρωσική κυβέρνηση απέναντι στην επίθεση που δέχονται ρωσικοί πληθυσμοί (ας μην ξεχνάμε ότι η πρόσφατη απόφαση της Δούμας για αναγνώριση της αυτοδιάθεσης των «Λαϊκών Δημοκρατιών» έδειξε μια ομόθυμη φόρτιση σε όλο το πολιτικό τόξο), είτε να προχωρήσει σε στρατιωτική απάντηση με τον κίνδυνο όμως αυτή, πέραν των κυρώσεων, να οδηγήσει και σε έναν συνολικότερο πόλεμο με το ΝΑΤΟ ή δυνάμεις του, καθώς δεν είναι τόσο εύκολο να επαναληφθεί ένα σενάριο ανάλογο με αυτό της Γεωργίας το 2008.

Η απόφαση για εκκένωση σημαίνει ότι ακόμη και εάν υπάρξουν επιθετικές ενέργειες της ουκρανικής πλευράς, αυτές δεν θα έχουν εκείνη την επίπτωση στους αμάχους που θα δημιουργούσε μεγάλη εσωτερική πίεση στη Ρωσία να αντιδράσει άμεσα. Στο βαθμό που δεν θα υπάρχουν θύματα μεταξύ των αμάχων θα μπορεί πιο εύκολα να σταθμίσει τις επόμενες κινήσεις.

Η Ρωσία δείχνει να έχει σχέδια για να μπορεί να τους υποδεχτεί και προφανώς θα το παρουσιάσει ως μια μεγάλη ανθρωπιστική χειρονομία που θα είναι ιδιαίτερα δημοφιλής και στο εσωτερικό της Ρωσίας αλλά και στη διεθνή σφαίρα θα φανεί ως μια χειρονομία διαφορετική από αυτή της επιθετικότητας.

Η ουκρανική πλευρά επίσης δεν θα είναι τόσο αυτονόητο ότι θα μπορούσε απλώς να «προελάσει». Καταρχάς η ίδια η χειρονομία της εκκένωσης διαμορφώνει την εικόνα ότι επίκειται επίθεση από την ουκρανική πλευρά με τη σειρά της πιέζεται να δεσμευτεί ότι δεν θα το κάνει και να διαψεύσει τυχόν αντίθετες πληροφορίες.  Έπειτα το Ντονμπάς θεωρείται, με βάση και τις Συμφωνίες του Μινσκ μια περιοχή στην οποία υπάρχει ένα ανοιχτό ζήτημα και για το οποίο χρειάζεται συνεννόηση και διάλογος για ένα θεσμικό πλαίσιο που να τους δίνει ένα βαθμό αυτονομίας εντός της Ουκρανίας. Άρα μια απλή «ανακατάληψη» θα φάνταζε επιθετική ενέργεια όντως. Αυτό θα μπορούσε να άνοιγε τον δρόμο όντως για μια διαδικασία συνεννόησης και ειρηνικής επίλυσης ή για να μετατραπεί η περιοχή σε μια εκ των πραγμάτων «ειδική ζώνη» ως προς τη διεθνή κοινότητα.

Από την άλλη, η Ρωσία θεωρεί ότι εάν αποφασίσει να απαντήσει στρατιωτικά σε τυχόν «επιθετικές ενέργειες» της Ουκρανικής πλευράς, αυτό θα φαντάζει πιο «νομιμοποιημένο» εάν θα έχει προηγηθεί η εκκένωση και προσπάθεια να παρουσιαστούν οι ανατολικές επαρχίες ως αμυνόμενες και δεχόμενες επίθεση.

Η δήλωση του Πούτιν, μαζί με τον Λουκασένκο, ότι η Δύση ούτως ή άλλως θα επιβάλει τις κυρώσεις και θα βρει πρόσχημα αποτυπώνει ότι η ρωσική πλευρά έχει ήδη σταθμίσει το ενδεχόμενο αυτό και άρα το εάν και πώς θα κινηθεί δεν θα κριθεί από αυτή την παράμετρο.

Και αυτό παραπέμπει ακριβώς στο ότι η Ρωσία διεκδικεί να ανακτήσει έναν έλεγχο των εξελίξεων και του αφηγήματος γύρω από αυτές και να ξεφύγει από μια συνθήκη στην οποία θα πρέπει να κάνει κινήσεις υπό πίεση. Και ένα βασικό στοιχείο μιας τέτοιας προσπάθειας είναι να μην κινηθεί κατά τον τρόπο που προβλέπουν τα σενάρια και η ρητορική που έρχεται από τη Δύση.

Βεβαίως όταν οι τόνοι παραμένουν τόσο υψηλοί, όταν υπάρχει αντικειμενικά συγκέντρωση τόσο μεγάλης έντασης και φόρτισης, πραγματικής αλλά και επικοινωνιακής, εύλογη είναι η ανησυχία ότι υπάρχει πάντα και το ενδεχόμενο του ιστορικού απροόπτου αλλά και ατυχήματος. Το σίγουρο πάντως είναι ότι οι πραγματικές συγκρούσεις είναι πάντα πιο σύνθετες από τα όποια «αφηγήματα».