Quantcast

Νότια Αφρική: «Εκρηκτική» αύξηση σημείωσαν οι εγκυμοσύνες ανήλικων κοριτσιών κατά τη διάρκεια της πανδημίας

Περισσότερες από 23.000 έφηβες έγιναν μητέρες μέσα σε διάστημα ενός έτους, 934 εξ αυτών κάτω των 14 ετών

Οι κυοφορίες εφήβων κοριτσιών, ακόμη και κοριτσιών σε προεφηβική ηλικία, σημειώνουν εκρηκτική αύξηση στη Νότια Αφρική αφότου εκδηλώθηκε η πανδημία του νέου κορωνοϊού, επισημαίνει η μη κυβερνητική οργάνωση Save the Children («Σώστε τα παιδιά»), κάνοντας λόγο περί αύξησής τους κατά 60% στην περιφέρεια του Γιοχάνεσμπουργκ, την πολυπληθέστερη της χώρας.

Νέες στατιστικές που δημοσιοποίησε το υπουργείο Υγείας της επαρχίας Χαουτένγκ, όπου ζει το ένα τέταρτο των Νοτιοαφρικανών, στο Γιοχάνεσμπουργκ, την πρωτεύουσα Πρετόρια και στα περίχωρά τους, αποκαλύπτουν πως πάνω από 23.000 ανήλικες γέννησαν από τον Απρίλιο του 2020 ως τον Μάρτιο του 2021, εκ των οποίων 934 ήταν ηλικίας κάτω των 14 ετών.

Στη Νότια Αφρική οι γεννήσεις στην εφηβεία αναγκάζουν πολλά κορίτσια – στιγματισμένα εξαιτίας των κυοφοριών τους, που συχνά τα ωθούν να παντρευτούν εξαναγκαστικά – να εγκαταλείπουν το σχολείο, «τα παγιδεύει στον φαύλο κύκλο της φτώχειας και της εξάρτησης από την κοινωνική πρόνοια», υπογραμμίζει η ΜΚΟ.

«Το να βλέπεις ένα παιδί να μεταμορφώνεται σε μητέρα σου ραγίζει την καρδιά. Τα παιδιά πρέπει να είναι παιδιά, όχι να φέρνουν στον κόσμο παιδιά. Είναι ιδιαίτερα συγκλονιστικό να μαθαίνεις πως κορίτσια γέννησαν ενώ δεν είχαν μπει καν ακόμη στην εφηβεία», τόνισε ο Μαρούμο Σεκγκομπέλα, στέλεχος της Save the Children αρμόδιο για ζητήματα υγείας και διατροφής.

Η πανδημία του νέου κορωνοϊού απειλεί να γίνει συνώνυμη με «αμετάκλητες οπισθοδρομήσεις και χαμένες προόδους» για τα κορίτσια στην εφηβεία, επέμεινε, καλώντας τις αρχές να διευκολύνουν την πρόσβαση στην ενημέρωση των παιδιών για τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία, την αντισύλληψη, την προστασία έναντι των σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών.

Στους έφηβους και στις έφηβες στη Νότια Αφρική δεν προσφέρεται επαρκής σεξουαλική αγωγή ούτε ενημέρωση, τονίζει η ΜΚΟ, καταγράφοντας επίσης την έλλειψη πρόσβασης σε «προσιτές και πρέπουσες» υπηρεσίες υγείας.