Τα ηγετικά στελέχη του κυβερνώντος Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου (ANC) της Νότιας Αφρικής ανέβαλαν την απόφαση για το αν ο πρόεδρος Σίριλ Ραμαφόζα θα πρέπει να παραμείνει στο αξίωμά του, έπειτα από τη δημοσιοποίηση μιας έκθεσης σύμφωνα με την οποία ενδέχεται να επέδειξε ανάρμοστη συμπεριφορά.
Το μέλλον του Ραμαφόζα διακυβεύεται αφότου δόθηκε στη δημοσιότητα, την Τετάρτη, μια έκθεση επιτροπής ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων σχετικά με τις αποκαλύψεις ότι έκρυβε εκατομμύρια δολάρια, σε μετρητά, στο ιδιωτικό αγρόκτημά του και δεν κατήγγειλε καν ότι κλάπηκαν το 2020.
Η ύπαρξη των μετρητών στη φάρμα εκτροφής βοοειδών Φάλα Φάλα και το γεγονός ότι ο πρόεδρος δεν ανέφερε στην αστυνομία τη διάρρηξη αποκαλύφθηκαν μόλις τον περασμένο Ιούνιο.
Ο Ραμαφόζα, ο οποίος δεν μετείχε στη σημερινή συνεδρίαση, αρνείται ότι έχει διαπράξει οποιοδήποτε παράπτωμα και δεν του έχει ασκηθεί δίωξη. Υποστηρίζει ότι τα χρήματα ήταν πολύ λιγότερα από τα 4-8 εκατομμύρια που αναφέρονται στον Τύπο και ότι προέρχονταν από την πώληση ζώων.
Τα μέσα ενημέρωσης αποκαλούν την υπόθεση «Farmgate».
Μετά τη συνεδρίαση της Εθνικής Εκτελεστικής Επιτροπής του ANC, ο Γενικός Ταμίας του κόμματος, Πολ Μασατίλε, είπε ότι η επιτροπή θα ξανασυνεδριάσει πριν από τις 6 Δεκεμβρίου για να συζητήσει το θέμα και να λάβει μία απόφαση. Τα συμπεράσματα της έρευνας πρόκειται να συζητηθούν εκείνη την ημέρα στο κοινοβούλιο.
Η υπόθεση μπορεί να χρονολογείται από το 2020 αλλά αναδύθηκε και πάλι πριν από τις κρίσιμες εκλογές στη Νότια Αφρική. Όλα ξεκίνησαν με μια διάρρηξη. Ο Ραμαφόζα, ένας πλούσιος επιχειρηματίας προτού να εκλεγεί πρόεδρος, διαθέτει μεταξύ άλλων και το αγρόκτημα Φάλα Φάλα όπου υπάρχει μια κύρια κατοικία και εκτρέφονται ζώα. Τον Φεβρουάριο του 2020, διαρρήκτες, πιθανόν σε συνεννόηση με κάποιον εργαζόμενο στο κτήμα, μπήκαν στο σπίτι. Ο πρόεδρος εκείνη την ημέρα έλειπε στην Αντίς Αμπέμπα για τη σύνοδο της Αφρικανικής Ένωσης.
Οι εισβολείς ανακάλυψαν τα μετρητά κρυμμένα σε έναν καναπέ της κατοικίας και διέφυγαν με τη λεία τους.
Στα αρχεία της αστυνομίας δεν υπάρχει καμία καταγγελία για την κλοπή. Ο Ραμαφόζα ισχυρίζεται ότι είχε ενημερώσει την υπηρεσία ασφαλείας της προεδρίας.
Αιφνιδίως, μια μήνυση
Η υπόθεση έμεινε άγνωστη στο ευρύ κοινό επί δύο και πλέον χρόνια.
Το σκάνδαλο ξέσπασε την 1η Ιουνίου, όταν ανακοινώθηκε ότι κατατέθηκε μήνυση από τον Άρθουρ Φρέιζερ, τον πρώην επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών και πρώην υπεύθυνο της σωφρονιστικής υπηρεσίας που άφησε ελεύθερο υπό όρους το 2021 τον πολιτικό αντίπαλο του Ραμαφόζα, τον προκάτοχό του στην προεδρία Τζέικομπ Ζούμα.
Λόγω της μήνυσης ξεκίνησε μια ποινική έρευνα, έξι μήνες πριν από την κρίσιμη συνεδρίαση του κόμματος για την επανεκλογή του Ραμαφόζα στην ηγεσία του. Μέχρι στιγμής δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες.
Ο Φρέιζερ υποστηρίζει ότι «περισσότερα από τέσσερα εκατομμύρια δολάρια» ήταν κρυμμένα στο σπίτι και τα βρήκαν οι διαρρήκτες. Τα χρήματα, λέει, είχαν εισαχθεί «παράνομα» στη χώρα από έναν σύμβουλο του Ραμαφόζα, για λογαριασμό του προέδρου. «Ο πρόεδρος απέκρυψε το έγκλημα από την αστυνομία και την εφορία», είπε, κατηγορώντας τον Ραμαφόζα ότι οργάνωσε, μέσω της υπηρεσίας προστασίας του προέδρου, τον εντοπισμό των δραστών και τον «περιορισμό» τους προτού να εξαγοράσει τη σιωπή τους.
Ένα μικρό κόμμα, το Κίνημα για τη Μεταμόρφωση της Αφρικής (ATM), κατέθεσε πρόταση μομφής σε βάρος του προέδρου.
Η πώληση των ζώων
Ο Ραμαφόζα ουδέποτε διέψευσε ότι στο σπίτι του υπήρχαν δεσμίδες μετρητών. Στην επίσημη ανακοίνωση που υπέβαλε στην κοινοβουλευτική επιτροπή η οποία εξέταζε την υπόθεση, υποστήριζε ότι τα χρήματα ήταν πολύ λιγότερα, 580.000 δολάρια όπως λέει, και ότι προέρχονταν από την πώληση βούβαλων.
Δύο μήνες πριν από τη διάρρηξη ένας Σουδανός επιχειρηματίας «ήρθε στο αγρόκτημα για να δει τους προς πώληση βούβαλους (…) Επέλεξε αυτούς του που άρεσαν και πλήρωσε τοις μετρητοίς».
Ο υπάλληλος που είχε αναλάβει την πώληση, παραμονή των διακοπών για το τέλος του έτους, «δεν αισθανόταν άνετα με την ιδέα ότι θα άφηνε τα χρήματα στο χρηματοκιβώτιο» στο οποίο είχαν πρόσβαση πολλοί άλλοι και θεώρησε πιο ασφαλές να τα κρύψει κάτω από τα μαξιλάρια ενός καναπέ.
Ο Ραμαφόζα αρνείται επίσης ότι «καταδίωξε τους κλέφτες».
«Ποτέ δεν έκλεψα χρήματα και δεν θα το κάνω ποτέ», επέμεινε, όταν μίλησε για πρώτη φορά για το θέμα αυτό, τον Ιούνιο.
Τα τρία μέλη της ανεξάρτητης ερευνητικής επιτροπής ωστόσο σχολίασαν ότι «είναι δύσκολο να αποδεχθούν ότι ένας αλλοδαπός που είχε επάνω του 580.00 δολάρια έφτασε κατά τύχη (στο αγρόκτημα) ανήμερα τα Χριστούγεννα». Το γεγονός ότι τα χρήματα παρέμειναν κρυμμένα στον καναπέ επί μήνες είναι ένα άλλο «προβληματικό στοιχείο».
«Η συνήθης πρακτική είναι να καταθέτουμε τα χρήματα στην τράπεζα την επόμενη εργάσιμη», πρόσθεσε η επιτροπή.
Εξάλλου, οι 20 βούβαλοι που πωλήθηκαν σε κάποιον Μουστάφα Μοχάμεντ Ιμπραχίμ Χαζίμ -τα στοιχεία του δεν έχουν επαληθευτεί- βρίσκονται ακόμη στο Φάλα Φάλα: «Υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσο το συνάλλαγμα προέρχεται όντως από την πώλησή τους», καταλήγει η έκθεση.