Ο Μπόρις Μιντς είναι ένας από τους λίγους πλούσιους Ρώσους επιχειρηματίες που τάσσονται κατά της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η πλειονότητα των ανθρώπων υψηλού προφίλ στη χώρα παρέμεινε σιωπηλή για τον πόλεμο, αποφεύγοντας την κριτική στο Κρεμλίνο.
Υπάρχει μια απλή εξήγηση, σύμφωνα με τον κ. Μιντς: «Όλοι φοβούνται».
Το Κρεμλίνο έχει τη φήμη ότι καταπνίγει τους ειλικρινείς επικριτές του προέδρου Πούτιν, με το περιεχόμενο των ρωσικών ειδησεογραφικών καναλιών να ελέγχεται. Οι διαδηλώσεις έχουν, επίσης, απαγορευτεί στη χώρα από το 2014, όπως αναφέρει το BBC.
Ο κ. Μιντς ανέφερε ότι «κάθε πρόσωπο», που ασκεί ανοιχτή κριτική στον Πούτιν, «έχει λόγους να ανησυχεί για την προσωπική του ασφάλεια».
Ωστόσο, σε συνέντευξη που έδωσε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, δήλωσε στο BBC: «Δεν έχω καμία πρόθεση να ζήσω σε καταφύγιο για βόμβες, όπως κάνει ο κ. Πούτιν».
Και συνέχισε: «Οποιοσδήποτε επιχειρηματίας είναι ικανός να χρηματοδοτεί την αντιπολίτευση ή να καλλιεργεί διαμαρτυρίες, οι άνθρωποι αυτοί θεωρούνται εχθροί του Πούτιν και, ως εκ τούτου, εχθροί του κράτους».
Αναπόφευκτη φυλάκιση
Πρόκειται για μια κατάσταση την οποία ο κ. Μιντς έχει βιώσει από πρώτο χέρι, αφού μίλησε για πρώτη φορά δημόσια κατά των πολιτικών του προέδρου Πούτιν το 2014 μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ουκρανία.
Ο κ. Μιντς θεώρησε ότι έπρεπε να φύγει από τη Ρωσία το 2015 για το Ηνωμένο Βασίλειο, στο πλαίσιο της αυξανόμενης καταστολής της πολιτικής αντιπολίτευσης, με τον Μπόρις Νεμτσόφ να δολοφονείται εκείνο το έτος.
Ο κ. Νεμτσόφ ήταν σφοδρός αντίπαλος του προέδρου Πούτιν. Η δολοφονία του το 2015 είναι η πιο προβεβλημένη πολιτική δολοφονία από τότε που ο Πούτιν ανέβηκε στην εξουσία. Οι αρχές αρνούνται οποιαδήποτε ανάμειξη.
Δύο χρόνια αργότερα, η πρώην επενδυτική εταιρεία O1 Group του κ. Μιντς βρέθηκε σε ανοιχτή σύγκρουση με την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, όπως είπε, με την έναρξη νομικών διαδικασιών σε πολλές διαφορετικές δικαιοδοσίες.
«Όταν αρχίζουν να συμβαίνουν τέτοια πράγματα, είναι ένα σαφές μήνυμα ότι κάποιος πρέπει να εγκαταλείψει αμέσως τη χώρα», σημείωσε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το «πιο γενναίο βήμα» για τους πλούσιους Ρώσους που αντιπαθούν τον Βλαντιμίρ Πούτιν είναι να «πάνε σιωπηλά στην εξορία». Ο Μιντς αναφέρει την περίπτωση του Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, ο οποίος ήταν κάποτε ο πλουσιότερος άνθρωπος της Ρωσίας, αλλά φυλακίστηκε για σχεδόν μια δεκαετία με τις κατηγορίες της απάτης και της φοροδιαφυγής που, όπως λέει, είχαν πολιτικά κίνητρα.
Ο Ρώσος δισεκατομμυριούχος συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Ρώσο πρόεδρο στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά μίλησε μαζί του κανονικά μόνο στις 2 Ιανουαρίου 2000, δύο ημέρες αφότου ο Πούτιν διορίστηκε υπηρεσιακός πρόεδρος της Ρωσίας.
Ο Μιντς, ο οποίος εργάστηκε υπό τον πρώην Ρώσο πρόεδρο, Μπορίς Γέλτσιν, τη δεκαετία του 1990, ήταν πρόθυμος να συζητήσει τα σχέδιά του για τη μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης.
«Ο κ. Πούτιν άκουσε τις προτάσεις μου χωρίς να σχολιάσει ή να διαφωνήσει. Την επόμενη ημέρα, ο Πούτιν με απέλυσε», αποκάλυψε ο ίδιος.
Ήξερε τότε ότι το όραμα του Πούτιν για τη χώρα του ήταν μίλια μακριά από εκείνο της προηγούμενης κυβέρνησης. Εγκαταλείποντας την πολιτική, ο κ. Μιντς ξεκίνησε μια χρηματιστηριακή εταιρεία για ιδιώτες πελάτες τρία χρόνια αργότερα.
Στον κ. Μιντς δεν έχουν επιβληθεί κυρώσεις από τη βρετανική κυβέρνηση, σε αντίθεση με άλλους Ρώσους επιχειρηματίες, που έχουν εντοπιστεί να διατηρούν στενούς δεσμούς με το Κρεμλίνο.
Ωστόσο, το όνομά του εμφανίστηκε στη λεγόμενη «λίστα Πούτιν» που κυκλοφόρησε από τις ΗΠΑ το 2018. Από τα 210 ονόματα, 114 από αυτά αναφέρονταν ως μέλη της κυβέρνησης ή συνδεόμενοι με αυτήν ή επιχειρηματίες-κλειδιά.
Τα υπόλοιπα 96, στα οποία περιλαμβανόταν και ο κ. Μιντς, καταγράφηκαν ως ολιγάρχες που προφανώς καθορίστηκαν περισσότερο από το γεγονός ότι είχαν αξία μεγαλύτερη από 1 δισ. δολάρια εκείνη την εποχή, παρά από τους στενούς δεσμούς τους με το Κρεμλίνο.
Ο πατέρας τεσσάρων παιδιών μπήκε στον κατάλογο των παγκόσμιων δισεκατομμυριούχων του Forbes το 2017 με συνολικό πλούτο 1,3 δισ. δολάρια.
«Δεν είναι κάθε Ρώσος επιχειρηματίας υπέρ του Πούτιν και, ομοίως, ούτε κάθε πλούσιος Ρώσος είναι “ολιγάρχης”», είπε.
Ζώντας τώρα στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο κ. Μιντς, ένας ενθουσιώδης συλλέκτης έργων τέχνης, αισθάνεται άνετα χωρίς την ανάγκη για επιπλέον ασφάλεια για να κρατήσει τον εαυτό του και την οικογένειά του ασφαλείς στη Βρετανία και δεν έχει καμία φιλοδοξία να επιστρέψει στη Ρωσία.