Μπάιντεν: Περιμένει το «Πράσινο φως» από το Κογκρέσο για υπέρογκες επενδύσεις

«Είμαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρουμε»

Ο Τζο Μπάιντεν θέλει να το πιστεύει και το υποσχέθηκε χθες Παρασκευή: οι οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που θέλει θα εγκριθούν από το Κογκρέσο. Αλλά κατά τη διάρκεια της σπάνιας επίσκεψής του στον λόφο του Καπιτωλίου, υποτίθεται για να συσπειρώσει τους Δημοκρατικούς, που σπαράσσονται από εσωκομματικό εμφύλιο, δεν όρισε καμιά προθεσμία.

 

 

«Δεν έχει σημασία εάν θα γίνει σε έξι λεπτά, σε έξι ημέρες ή σε έξι εβδομάδες. Θα το καταφέρουμε», είπε ο κ. Μπάιντεν, την ώρα που ο διάλογος σχετικά με τα δύο νομοσχέδια τα οποία προβλέπουν γιγαντιαίες δημόσιες δαπάνες για τις υποδομές, την κοινωνική πρόνοια κ.ά. έχει πρακτικά παραλύσει.

Ο πρώην γερουσιαστής, βαθύς γνώστης του τρόπου που λειτουργεί το αμερικανικό Κογκρέσο, θέλησε να δώσει εικόνα αισιοδοξίας μπροστά στην εικόνα μιας κοινοβουλευτικής ομάδας στην οποία παρότι γίνονται διαπραγματεύσεις για ημέρες, παραμένει διχασμένη.

Η ψηφοφορία που η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, η Νάνσι Πελόσι, δήλωνε πως θα γίνει εντός αυτής της εβδομάδας για τουλάχιστον το πρώτο από τα νομοσχέδια, αυτό για τις επενδύσεις στις υποδομές, αναβλήθηκε μια πρώτη φορά την Πέμπτη και ξανά χθες Παρασκευή, επ’ αόριστον.

Χάρη στην επίσκεψη του αρχηγού του κράτους, που δεν επέμεινε να διεξαχθεί άμεσα ψηφοφορία, οι Δημοκρατικοί κέρδισαν έτσι χρόνο στη δύσκολη αναζήτηση ισορροπίας.

Ο Τζο Μπάιντεν έχει υποσχεθεί ότι θα «ανοικοδομήσει» την Αμερική, θα την κάνει «καλύτερη», μετά την πανδημία του νέου κορωνοϊού, μπροστά στην κλιματική αλλαγή και στον ανταγωνισμό της Κίνας. Θέλει να αποκατασταθούν οι υποδομές και να δημιουργηθεί νέα κοινωνική αρχιτεκτονική.

Ο εβδομηντάρης, η δημοτικότητα του οποίου υπέστη πλήγμα εξαιτίας της χαοτικής απόσυρσης των αμερικανικών ένοπλων δυνάμεων από το Αφγανιστάν και δυσκολεύεται να συνεγείρει ενθουσιασμό για τις μεταρρυθμίσεις του, επιδιώκει με τα υπό εξέταση νομοσχέδια μια στεκιά που θα αλλάξει τα δεδομένα.

Αλλά η προοδευτική πτέρυγα αρνείται να ψηφίσει το νομοσχέδιο για τις υποδομές αν δεν λάβουν απτές εγγυήσεις για τις κοινωνικές δαπάνες. Από την άλλη, για ορισμένους κεντρώους Δημοκρατικούς, με πιο ορατούς τον γερουσιαστή Τζο Μάντσιν και τη γερουσιάστρια Κίρστεν Σίνεμα, το ζήτημα είναι το ύψος του ποσού για τις κοινωνικές δαπάνες, που θέλουν να μειωθεί, καθώς θα συγκεντρωθεί με φορολογία στους πλουσιότερους Αμερικανούς και στις πολυεθνικές.

Πέραν των παζαριών αυτών, ο διάλογος σε εξέλιξη αφορά επίσης καθαυτού την φιλοσοφία του σχεδίου του κ. Μπάιντεν, που υποτίθεται πως θα κάνει την Αμερική του 21ου αιώνα μοντέλο ευημερίας και σταθερότητας.

Για τους κεντρώους Δημοκρατικούς και σύμπασα την παράταξη των Ρεπουμπλικάνων το κράτος δεν πρέπει να ανακατεύεται πολύ, ακόμα κι αν έχει τις καλύτερες προθέσεις, στην ιδιωτική ζωή των Αμερικανών. Για την αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών, με πιο ηχηρή φωνή αυτή του Μπέρνι Σάντερς, αντίθετα είναι επείγουσα ανάγκη να διορθωθούν οι πελώριες ανισότητες. Στη μέση, ο πρόεδρος Μπάιντεν αποπειράται μια δύσκολη σύνθεση, τονίζοντας συνεχώς ότι «είμαι καπιταλιστής» μεν, αλλά πρέπει να υποστηριχθεί η μεσαία τάξη.

Μολονότι οι Δημοκρατικοί διατηρούν τον έλεγχο του Κογκρέσου, η πλειοψηφία τους στη Γερουσία είναι τόσο οριακή που ακόμη και η παραμικρή διαρροή εκμηδενίζει την πιθανότητα να εγκριθεί οποιοδήποτε σχέδιο νόμου. Χωρίς να λογαριάζεται πως διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο να χάσουν την πλειοψηφία τους σε κάτι περισσότερο από έναν χρόνο, στις ενδιάμεσες εκλογές.

Για να γίνουν ακόμα πιο περίπλοκα τα πράγματα, οι Ρεπουμπλικάνοι, που τρίβουν τα χέρια μπροστά στον εμφύλιο στη συμπολίτευση, μολονότι λένε πως δεν θέλουν να αφεθεί να κηρύξει στάση πληρωμών το ομοσπονδιακό κράτος, προτρέπουν τους Δημοκρατικούς να προχωρήσουν μόνοι τους, χωρίς να χρειαστούν οι δικές τους ψήφοι, ώστε με περαιτέρω περίπλοκους κοινοβουλευτικούς ελιγμούς να αυξηθεί πριν από τη 18η Οκτωβρίου το «όριο του χρέους».

Αυτή η δημοσιονομική διαδικασία, που εδώ και χρόνια θεωρείται τεχνική αλλά πλέον έχει αιχμαλωτιστεί στις κομματικές αντιπαραθέσεις, θα απέτρεπε την επαπειλούμενη κήρυξη στάσης πληρωμών από τις ΗΠΑ, που θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες.