Μια Λιβανέζα «διέρρηξε» τράπεζα στη Βηρυτό και έφυγε από εκεί με μερικές χιλιάδες δολάρια, λέγοντας ότι ήθελε να πληρώσει τα ιατρικά έξοδα της αδελφής της που πάσχει από καρκίνο.
Το περιστατικό αυτό, καθώς και ένα άλλο σαν αυτό που επίσης έλαβε χώρα σήμερα, δείχνουν την απελπισία πολλών πολιτών απέναντι στην αδυναμία να αποσύρουν τις καταθέσεις τους που έχουν μπλοκαριστεί στις τράπεζες εδώ και τρία χρόνια.
Στη χώρα σοβεί μια σοβαρή οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση: Η λιβανέζικη λίρα έχασε τουλάχιστον το 90% της αξίας της και το 80% του πληθυσμού έχει βυθιστεί στη φτώχεια από το 2019.
Σε εικόνες από τη ληστεία που μετέδωσε απευθείας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακούγεται η Σάλι Χάφεζ να ζητά φωνάζοντας στους υπαλλήλους ενός υποκαταστήματος της Blom Bank να της αποδεσμεύσουν ένα ποσό χρημάτων.
«Είμαι η Σάλι Χάφεζ, ήρθα σήμερα να ανακτήσω τα χρήματα της αδελφής μου που πεθαίνει στο νοσοκομείο» λέει η νεαρή γυναίκα στο βίντεο.
«Δεν είμαι εδώ για να σκοτώσω ή να βάλω φωτιά… Είμαι εδώ για να διεκδικήσω ό,τι δικαιούμαι», προσθέτει.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε σε τοπικό μέσο ενημέρωσης μετά την ενέργειά της, η Σάλι Χάφεζ λέει πως πήρε περίπου 13.000 από τα 20.000 ευρώ σε καταθέσεις της οικογένειάς της στην τράπεζα. Τα ιατρικά έξοδα της αδελφής της ανέρχονται σε 50.000 ευρώ, διευκρινίζει.
Σύμφωνα με ανταποκριτή του AFP επί τόπου, στο σημείο είχε πέσει βενζίνη ενώ βρέθηκε στο έδαφος ένα πιστόλι. Η Σάλι Χάφεζ δηλώνει πως επρόκειτο για ένα πλαστικό παιχνίδι που δανείστηκε από τον ανιψιό της.
Η Χάφεζ και οι φερόμενοι ως συνεργοί της κατάφεραν να διαφύγουν από ένα παράθυρο πριν από την άφιξη των δυνάμεων ασφαλείας. Η ληστεία κράτησε λιγότερο από μία ώρα.
Επίσης σήμερα, Τετάρτη, ένας άνδρας «εισέβαλε» σε μια τράπεζα στην πόλη Αλέι, βορειοανατολικά της πρωτεύουσας, σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Πληροφόρησης (Ani). Ο άνδρας συνελήφθη, πρόσθεσε το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων, χωρίς να διευκρινίζει αν κατάφερε να αποσύρει χρήματα.
Η Σάλι Χάφεζ, μια 28χρονη αρχιτεκτόνισσα, είναι ακτιβίστρια του κινήματος αμφισβήτησης που ξέσπασε τον Οκτώβριο του 2019 εναντίον της πολιτικής τάξης, δήλωσε η αδελφή της Ζέινα στο AFP. Σύμφωνα με την ίδια, η οικογένεια δεν ήξερε για την πρόθεσή της να «εισβάλει» στην τράπεζα.
Χαρακτηρίστηκε ηρωίδα από πολλούς χρήστες του διαδικτύου στον Λίβανο, όπου εικόνες της νεαρής γυναίκας, όρθιας πάνω σε ένα γραφείο, έκαναν τον γύρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
«Ευχαριστώ! Πριν από δύο εβδομάδες, πήγα κλαίγοντας στην Blom Bank. Είχα ανάγκη τα χρήματα για μια επέμβαση», έγραψε ένας χρήστης.
Παρόμοια περιστατικά συμβαίνουν τακτικά από το 2019 ανάμεσα σε υπαλλήλους τραπεζών και καταθέτες που δεν μπορούν να πάρουν τα χρήματά τους.
Τον περασμένο μήνα, ένας καταθέτης αποθεώθηκε από το πλήθος αφού εισέβαλε σε μια τράπεζα στη Βηρυτό, απαιτώντας, με ένα τουφέκι στο χέρι, τα 200.000 ευρώ και πλέον των καταθέσεών του, για να πληρώσει τα νοσοκομειακά έξοδα τα πατέρα του.
Τελικά η τράπεζα του έδωσε σχεδόν 30.000 ευρώ και ο άνδρας παραδόθηκε στις αρχές. Δεν του ασκήθηκε δίωξη.
Τον Ιανουάριο, ένας άλλος καταθέτης συνέλαβε ομήρους σε μια τράπεζα στο ανατολικό τμήμα της χώρας. Σύμφωνα με τοπικά ΜΜΕ, ανέκτησε εντέλει ένα μέρος των χρημάτων του προτού παραδοθεί στην αστυνομία.