Ο 31χρονος Άλεξ Μουλούμπα είναι νοσηλευτής στη Ζάμπια, εξειδικευμένος στην περίθαλψη ασθενών σε ΜΕΘ – μια ειδικότητα σπάνια για τη χώρα του. Όπως εξηγεί στους New York Times, ωστόσο, δελεαστικές προτάσεις από νοσοκομεία του εξωτερικού και κυρίως του Καναδά, όπως επίσης και η απόφαση αρκετών φίλων του να μεταναστεύσουν, τον έχουν κάνει να σκέφτεται σοβαρά να εγκαταλείψει τη χώρα.
Μεταβολές στα μοτίβα μετανάστευσης
Ο Καναδάς είναι μόνο μια από τις πολλές πλούσιες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της Βρετανίας που προχωρούν σε πολυάριθμες προσλήψεις επαγγελματιών υγείας από τον αναπτυσσόμενο κόσμο για να καλύψουν τα κενά που προκάλεσε στα συστήματα υγείας τους η πανδημία του κοροναϊού. Το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει μεταβολές στα μοτίβα της διεθνούς μετανάστευσης και έχει εγείρει ηθικά ερωτήματα, καθώς καθιστά ακόμη πιο ευάλωτα τα συστήματα υγείας των φτωχότερων κρατών.
«Είναι βέβαιο ότι η διεθνής μετανάστευση έχει αυξηθεί», τονίζει στους Times ο Χάουαρντ Κάτον, επικεφαλής του Διεθνούς Συμβουλίου Νοσηλευτών. Όμως προσθέτει ότι «ο υψηλός, πολύ υψηλός κίνδυνος είναι ότι οι νοσηλευτές στρατολογούνται από τις χώρες που έχουν τα μικρότερα περιθώρια απώλειας προσωπικού».
Χίλιοι νοσηλευτές το μήνα
Περίπου 1.000 νοσηλευτές φτάνουν κάθε μήνα στις ΗΠΑ από αφρικανικά κράτη, τις Φιλιππίνες και την Καραϊβική, εκτιμά η Σίνεντ Κάρμπερι, πρόεδρος της Grady Peyton International, μιας εταιρείας διεθνούς εύρεσης προσωπικού. Αν και οι ΗΠΑ αποτελούν εδώ και χρόνια πόλο έλξης για νοσηλευτικό προσωπικό από το εξωτερικό, εξηγεί ότι η ζήτηση από τα αμερικανικά νοσοκομεία έχει αγγίξει ρεκόρ δεκαετιών αυτό το διάστημα. Εκτιμάται ότι περίπου 10.000 νοσηλευτές περιμένουν αυτή τη στιγμή ακρόαση σε αμερικανικές πρεσβείες σε όλο τον κόσμο, προκειμένου να αποκτήσουν την απαραίτητη βίζα, έχοντας ήδη βρει θέση εργασίας στη χώρα.
Από τα μέσα του 2020, ο αριθμός των νοσηλευτών από όλο τον κόσμο που υποβάλλουν αίτηση για αναγνώριση της ειδικότητάς τους στις ΗΠΑ έχει εκτοξευτεί, «φτάνοντας στη φετινή χρονιά, όταν και σημειώθηκε ρεκόρ 30 ετών από άποψη αριθμών», σύμφωνα με τον Τζέιμς Μπούτσαν του Health Foundation, μιας βρετανικής φιλανθρωπικής οργάνωσης με συμβουλευτικό ρόλο στον ΠΟΥ αλλά και σε εθνικές κυβερνήσεις αναφορικά με την κινητικότητα των επαγγελματιών υγείας.
«Οι μισοί ετοιμάζονται να φύγουν»
«Υπάρχουν 15 νοσηλευτές στη μονάδα μου και οι μισοί έχουν υποβάλει αίτηση για δουλειά στο εξωτερικό», εξηγεί από την πλευρά του ο Μάικ Νοβέδα, νοσηλευτής σε μαιευτική κλινική στις Φιλιππίνες, ο οποίος ωστόσο έχει λάβει προσωρινή απόσπαση σε νοσοκομείο Covid της Μανίλα. «Μέσα σε έξι μήνες θα έχουν φύγει».
Καθώς η πανδημία μπαίνει στον τρίτο χρόνο της και τα κρούσματα Όμικρον αυξάνονται δραματικά σε όλο τον κόσμο, η έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού μετατρέπεται σε πηγή ανησυχίας για όλο τον πλανήτη. Περίπου 180.000 επαγγελματίες υγείας έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας του κοροναϊού, σύμφωνα με τον ΠΟΥ. Άλλοι έχουν παραιτηθεί εξαιτίας των αφόρητων πιέσεων και προβλημάτων όπως η έλλειψη προστατευτικού εξοπλισμού. Περίπου το 20% των επαγγελματιών υγείας στις ΗΠΑ παραιτήθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας.
Προνόμια σε μετανάστες νοσηλευτές
Ο ΠΟΥ έχει καταγράψει απεργίες και άλλες κινητοποιήσεις επαγγελματιών υγείας σε περισσότερες από 80 χώρες του πλανήτη στη διάρκεια του 2021 – αριθμός που φυσιολογικά καταγράφεται μέσα σε μια δεκαετία. Τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και στις πλούσιες χώρες, η έλλειψη προσωπικού είχε ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της περίθαλψης.
Χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής έχουν δημιουργήσει ειδικές διαδικασίες για να επιταχύνουν τη μετανάστευση επαγγελματιών υγείας, αλλά και για την αναγνώριση πτυχίων που αποκτήθηκαν σε ιδρύματα του εξωτερικού.
Η βρετανική κυβέρνηση εισήγαγε μάλιστα και ειδικό πρόγραμμα βίζας για την κάλυψη των κενών στα νοσοκομεία με διεθνές προσωπικό. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει προνόμια όπως μειωμένα κόστη και ταχύτερη επεξεργασία των αιτήσεων.
Από την πλευρά του, ο Καναδάς προχώρησε σε χαλάρωση των γλωσσικών προαπαιτούμενων για τις θέσεις εργασίας στην υγεία και σε επιτάχυνση της αναγνώρισης πτυχίων που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό, ενώ η Ιαπωνία προσφέρει προνόμια για το προσωπικό των οίκων ευγηρίας. Η Γερμανία επιτρέπει σε γιατρούς που σπούδασαν στο εξωτερικό να προσληφθούν άμεσα.
Ο Κώδικας του ΠΟΥ
Το 2010, τα κράτη-μέλη του ΠΟΥ υιοθέτησαν έναν Παγκόσμιο Κώδικα Πρακτικής για τις Διεθνείς Προσλήψεις Προσωπικού Υγείας, εξαιτίας και της μαζικής μετανάστευσης νοσηλευτών και γιατρών από χώρες της υποσαχάριας Αφρικής που μαστίζονταν από το AIDS. Αφρικανικές κυβερνήσεις είχαν εκφράσει τη δυσαρέσκειά τους που τα πανεπιστήμιά τους παρήγαγαν ιατρούς και νοσηλευτές χρησιμοποιώντας δημόσιους πόρους, μόνο και μόνο για να τους δουν να εγκαταλείπουν τη χώρα για τις ΗΠΑ και τη Βρετανία αμέσως μόλις αποκτούσαν το πτυχίο τους, καθώς δεν θα μπορούσαν ποτέ να εισπράξουν αντίστοιχους μισθούς στη χώρα καταγωγής τους.
Ο κώδικας αυτός αναγνωρίζει μεν το δικαίωμα των ατόμων στη μετανάστευση, όμως καλεί τα πλούσια κράτη να προχωρούν σε προσλήψεις βάσει διμερών συμφωνιών, με την εμπλοκή του υπουργείου υγείας της χώρας προέλευσης του προσωπικού.
Συμφωνίες και ανταλλάγματα
Ως αντάλλαγμα για την οργανωμένη στρατολόγηση υγειονομικού προσωπικού, η χώρα υποδοχής θα πρέπει να προσφέρει υποστήριξη σε πρωτοβουλίες ιατρικής περίθαλψης που θα ωφελούν τη χώρα προέλευσης. Οι χώρες υποδοχής θα πρέπει επίσης να προσφέρουν προγράμματα «εκμάθησης και επιστροφής» στο πλαίσιο των οποίων οι επαγγελματίες υγείας θα επιστρέφουν στην πατρίδα τους με νέες δεξιότητες μετά από κάποια χρονική περίοδο.
Όμως ο Κάτον υποστηρίζει μιλώντας στους Times ότι η σημερινή εικόνα απέχει σημαντικά από τα παραπάνω. «Για τους νοσηλευτές που προσλαμβάνονται δεν υπάρχει καμιά πρόθεση επαναπατρισμού – συχνά συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Θέλουν να εγκατασταθούν στη νέα χώρα και να φέρουν μαζί τους τις οικογένειές τους».
Ελλείψεις και εκροές
Η Ζάμπια εμφανίζεται να έχει πλεόνασμα νοσηλευτών «στα χαρτιά». Κάθε χρόνο χιλιάδες νέοι απόφοιτοι νοσηλευτικής μένουν άνεργοι, παρά το γεγονός ότι η νέα κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι θα προσλάβει 11.200 επαγγελματίες υγείας εντός του 2022. Όμως τα γραφεία εύρεσης εργαζομένων των ανεπτυγμένων κρατών αναζητούν έμπειρο προσωπικό, όπως η Λίλιαν Μουάπε, προϊσταμένη νοσηλεύτρια στο νοσοκομείο που εργάζεται ο Μουλούμπα.
«Οι άνθρωποι φεύγουν διαρκώς», λέει η Μουάπε στους Times. Τα e-mail της έχουν γεμίσει μηνύματα γραφείων που την ενημερώνουν για τη δυνατότητά της να εκδώσει γρήγορα βίζα για τις ΗΠΑ.
Το αποτέλεσμα είναι ελλείψεις προσωπικού που «γονατίζουν» τα νοσοκομεία της χώρας.
«Χάνουμε τους ικανότερους νοσηλευτές και δεν είναι εφικτό να τους αντικαταστήσουμε», εξηγεί. «Πλέον, στις ΜΕΘ έχουμε πέντε εκπαιδευμένους νοσηλευτές, ενώ θα έπρεπε να έχουμε 20. Οι υπόλοιποι είναι γενικοί νοσηλευτές που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις πιέσεις του κοροναϊού».
Στα πρόθυρα της κατάρρευσης
Ο Δρ. Μπράιαν Σάμπα, γενικός ιατρός στη Λουσάκα, πρόσφατα ξεκίνησε τις διαδικασίες γλωσσικής εξέτασης, το πρώτο βήμα για να μεταναστεύσει στη Βρετανία. Είναι επικεφαλής ιατρικού σωματείου και γνωρίζει καλά πόσο πολύτιμοι είναι οι γιατροί στη Ζάμπια. Αυτή τη στιγμή, λιγότεροι από 2.000 γιατροί εργάζονται στα δημόσια νοσοκομεία, στα οποία στηρίζεται η πλειοψηφία του πληθυσμού, ενώ στο σύνολο της χώρας υπάρχουν 5.000 γιατροί, εξηγεί στους Times. Αυτό μεταφράζεται σε έναν γιατρό ανά 12.000 άτομα, με την οδηγία του ΠΟΥ να ορίζει τη σωστή αναλογία σε έναν γιατρό ανά 1.000 άτομα.
Είκοσι γιατροί έχουν πεθάνει από κοροναϊό στη χώρα. Στην τελευταία του θέση εργασίας, ο Σάμπα ήταν ο μόνος γιατρός σε μια επαρχία 80.000 ατόμων, ενώ πολλές φορές έχει αναγκαστεί να εργάζεται σχεδόν επί 24 ώρες σερί, κάνοντας επείγοντα χειρουργεία.
Η πανδημία έχει επιδεινώσει σημαντικά την κατάσταση, με τον Σάμπα να περιγράφει περιπτώσεις που έψαχνε επί ώρες για τον απαραίτητο εξοπλισμό για τη διασωλήνωση ασθενών. Ο μισθός του κινείται λίγο κάτω από τα $1.000 τον μήνα.
«Φυσικά υπάρχουν περισσότερα πλεονεκτήματα από τη μετανάστευση σε σχέση με την εργασία εδώ», λέει στους Times. «Επομένως όσοι από εμάς μένουμε στη χώρα, το κάνουμε επειδή υπάρχουν πράγματα που μας κρατάνε εδώ, όχι επειδή είμαστε καλά εδώ».
Αυξητική τάση ήδη πριν την πανδημία
Η μετανάστευση των επαγγελματιών υγείας, συχνά από φτωχά προς πλούσια κράτη, αυξανόταν ήδη πριν από την πανδημία. Συγκεκριμένα, στη δεκαετία που ολοκληρώθηκε το 2016, είχε ήδη αυξηθεί κατά 60%, σύμφωνα με τον Δρ. Τζόρτζιο Κομέτο, ειδικό σε ζητήματα υγειονομικού προσωπικού που εργάζεται στον ΠΟΥ.
Οι Φιλιππίνες και η Ινδία παρήγαγαν σκόπιμα πλεονάζοντα αριθμό νοσηλευτών επί σειρά ετών, με σκοπό να τους αποστείλουν στο εξωτερικό και να ενισχύσουν την οικονομία τους μέσω εμβασμάτων. Νοσηλευτές από τις δύο αυτές χώρες αποτελούν σχεδόν το σύνολο του υγειονομικού προσωπικού ορισμένων χωρών του Περσικού Κόλπου. Όμως; αυτή τη στιγμή, οι Φιλιππίνες αντιμετωπίζουν τις δικές τους ελλείψεις. Ο Νοβέδα υποστηρίζει ότι οι συνάδελφοί του, εξαντλημένοι από τις απαιτήσεις της πανδημίας που συχνά τους εξανάγκαζαν σε 24ωρες βάρδιες, υποβάλλουν αιτήσεις για θέσεις εργασίας στο εξωτερικό σε αριθμούς-ρεκόρ.
Ταυτόχρονα, οι δυσκολίες στην ανθρώπινη μετακίνηση που έφερε η πανδημία, πολλές φορές έχει αφήσει «στον αέρα» τόσο τους μετανάστες νοσηλευτές, όσο και τους εργοδότες τους στο εξωτερικό.
Κόκκινες λίστες και παραθυράκια
Παρά το γεγονός ότι κάποιες χώρες έχουν προχωρήσει σε διμερείς συμφωνίες, αυτή δεν είναι παρά μια μέθοδος πρόσληψης. «Ακούμε διαρκώς ότι γραφεία εύρεσης εργασίας μιλούν απευθείας με νοσηλευτές άλλων χωρών προσφέροντας ιδιαίτερα δελεαστικές προτάσεις», εξηγεί ο Κάτον.
Η Βρετανία έχει συντάξει μια «κόκκινη λίστα» με χώρες που έχουν υπερβολικά εύθραυστα συστήματα υγείας για να αντέξουν να χάσουν το προσωπικό τους, από τις οποίες δεν προσλαμβάνει εργαζομένους στο NHS. Όμως ορισμένοι επαγγελματίες υγείας παρακάμπτουν αυτό το εμπόδιο, μεταναστεύοντας στη Βρετανία μέσω ενός πρακτορείου που προσλαμβάνει νοσηλευτές για ιδιωτικά ιδρύματα, όπως οι οίκοι ευγηρίας. Στη συνέχεια, αφού έχουν ήδη εγκατασταθεί στη χώρα, μετακινούνται στο NHS που προσφέρει καλύτερους μισθούς.
Ηθικά διλήμματα
Ο Μάικλ Κλέμενς, ειδικός στη διεθνή μετανάστευση από τις αναπτυσσόμενες χώρες στο Κέντρο για την Παγκόσμια Ανάπτυξη στην Ουάσινγκτον επισημαίνει ότι η αυξανόμενη ανησυχία για τις ροές νοσηλευτικού προσωπικού από τις αναπτυσσόμενες χώρες, αγνοεί τα δικαιώματα των ίδιων των εργαζομένων.
«Η προσφορά μια ευκαιρίας απασχόλησης ικανής να αλλάξει τη ζωή κάποιου, να αλλάξει το μέλλον των παιδιών του, δεν είναι ηθικό έγκλημα», υποστηρίζει. «Είναι μια πράξη με περίπλοκες συνέπειες».
Η Βρετανία εισήλθε στην πανδημία έχοντας ήδη 10% λιγότερους από τους αναγκαίους νοσηλευτές. Ο Κάτον σημειώνει ότι αρκετές χώρες στρέφονται στη στελέχωση των συστημάτων υγείας τους με μεταναστευτικό προσωπικό όχι μόνο για να αντιμετωπίσουν την πανδημία, αλλά και ως πάγια στρατηγική κάλυψης των ελλείψεων. Αν τα πράγματα έχουν όντως έτσι, υποστηρίζει, τότε οι χώρες υποδοχής θα πρέπει να εκτιμήσουν με μεγαλύτερη προσοχή τις επιπτώσεις αυτής της στρατηγικής για τη χώρα προέλευσης και να υπολογίσουν το κόστος των κρατών που εκπαιδεύουν αυτούς τους νοσηλευτές.
Ο Άλεξ Μουλούμπα, ο νοσηλευτής από τη Ζάμπια, εξηγεί στους Times ότι αν μεταναστεύσει στον Καναδά δεν θα μείνει εκεί για πάντα, αλλά για πέντε ή έξι χρόνια, με σκοπό να συγκεντρώσει χρήματα. Δεν θα πάρει μαζί του την οικογένειά του, γιατί θέλει να διατηρήσει ζωντανούς τους δεσμούς με την πατρίδα του.
«Αυτή είναι η χώρα μου και πρέπει να προσπαθήσω να κάνω κάτι για αυτή», καταλήγει.