Την Τρίτη συμπληρώθηκαν ακριβώς δύο χρόνια από τότε που ανακοινώθηκε ο πρώτος θάνατος από την πανδημία, στην πόλη Ουχάν της Κίνας. Από τότε άλλοι πέντε εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από τον ιό, ενώ περισσότεροι από 300 εκατομμύρια έχουν προσβληθεί και η καταμέτρηση συνεχίζεται…
Ακόμη δεν έχει δοθεί εμπεριστατωμένη απάντηση στο ερώτημα για την προέλευση και την αρχική πορεία του ιού. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) απευθύνει εκκλήσεις στο Πεκίνο να δημοσιοποιήσει τα στοιχεία, ενώ ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν φαίνεται αποφασισμένος να «επιστρατεύσει» ακόμη και τις μυστικές υπηρεσίες, για να πάρει απαντήσεις.
Χωρίς αποτέλεσμα η αποστολή του ΠΟΥ
Τον Ιανουάριο του 2021 ο ΠΟΥ είχε συγκροτήσει επιστημονική αποστολή στην Κίνα για να εξετάσει την προέλευση του ιού, αλλά η κινεζική κυβέρνηση παρακολουθούσε διαρκώς την έρευνα των εμπειρογνωμόνων. Σε μία πρώτη εκτίμηση οι επιστήμονες επισήμαναν ότι είναι μάλλον απίθανο να προέρχεται ο ιός από κάποιο εργαστήριο, δεν αποκλείεται όμως να έχει μεταδοθεί από ένα ζώο στον άνθρωπο. Οι ανακοινώσεις προκάλεσαν σκεπτικισμό, η επιστημονική κοινότητα ζήτησε από τον ΠΟΥ να συνεχίσει τις έρευνες, αλλά η κινεζική κυβέρνηση απέρριψε την πρόταση για μία δεύτερη επιστημονική αποστολή, προειδοποιώντας μάλιστα ότι «δεν συμφωνεί με την προσπάθεια πολιτικοποίησης» ενός επιστημονικού ζητήματος.
Ο Τουνσουέι Τσι, διευθυντής του Κέντρου Παγκόσμιας Υγείας στο κρατικό πανεπιστήμιο του Όρεγκον, υποστηρίζει ότι: «Σύμφωνα με τις ενδείξεις που έχουμε ο ιός άρχισε να εξαπλώνεται στην πόλη Βουχάν τον Νοέμβριο του 2019. Γιατί το αποσιωπούσε αυτό η κινεζική κυβέρνηση; Υπέφερε ο κινεζικός λαός και ο κόσμος ολόκληρος. Η αρχική απόφαση συγκάλυψης είναι η χαρακτηριστική αντίδραση ενός αυταρχικού καθεστώτος απέναντι σε μία κρίση. Ένα τέτοιο καθεστώς στηρίζει τη νομιμοποίησή του και στην ασφάλεια των πολιτών. Και όταν η ασφάλεια βρίσκεται σε κίνδυνο, πρώτη αντίδραση είναι η συγκάλυψη. Η απόφασή τους να αποσιωπήσουν πληροφορίες για την πανδημία έχει δυσχεράνει τις έρευνες για την προέλευση του ιού».
Στόχος μία πολιτική «zero Covid»
Δύο χρόνια μετά τα πρώτα κρούσματα του ιού στο Βουχάν, η Κίνα επιβάλλει και πάλι αυστηρούς περιορισμούς σε ολόκληρες πόλεις, προκειμένου να εμποδίσει την εξάπλωση της πανδημίας. Εδώ και τρεις εβδομάδες 13 εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται σε λοκντάουν στην πόλη Σιάν. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάποιοι διαμαρτύρονται για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Υποχρεωτική καραντίνα έχει επιβληθεί από την Τρίτη και στην πόλη Ανγιάνγκ. Αναβιώνει η αυστηρή τακτική αποσιώπησης που είχαν ακολουθήσει οι κινεζικές αρχές στην Ουχάν το 2020;
Το Πεκίνο υποστηρίζει ότι μία αυστηρή απάντηση στην πανδημία είναι καλύτερη από τη «μεσοβέζικη» τακτική που ακολουθούν οι περισσότερες χώρες της Δύσης και παραπέμπει στην επίσημη στατιστική, σύμφωνα με την οποία ο αριθμός των κρουσμάτων δεν ξεπερνά τα 100.000 ημερησίως, έναντι ενός εκατομμυρίου στις ΗΠΑ. Ο Ζι Τσεν, επίκουρος καθηγητής Δημόσιας Υγείας στο πανεπιστήμιο του Γιέιλ, υποστηρίζει ότι οι όποιες αποφάσεις για την επιβολή νέων υγειονομικών μέτρων λαμβάνονται σε τοπικό επίπεδο: «Υπάρχει μεγάλη διαφορά στο πώς χειρίζεται το θέμα της πανδημίας η κάθε δημοτική αρχή. Ακόμη και αν η Κίνα καταργούσε αυτή τη στιγμή τους περιορισμούς, κάποιες περιοχές της χώρας δεν θα μπορέσουν να τη διαχειριστούν τόσο καλά, όσο άλλες. Παραμένουν προσηλωμένοι στην στρατηγική ‘zero covid’».
Ο Μέι Σαν Χο, ερευνητής στο Ινστιτούτο Βιοϊατρικής της Ταϊβάν, πιστεύει ότι κύριος λόγος για την εμμονή των κινεζικών αρχών στη στρατηγική αυτή είναι η διεξαγωγή των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου «με κάθε τίμημα». Κατά τα λοιπά, εκτιμά ο Ζι Τσεν από το Πανεπιστήμιο του Γιέιλ, η Κίνα μάλλον θα αργήσει να ανοίξει και πάλι τα σύνορά της. «Πρόκειται για ένα θέμα-ταμπού στην Κίνα», επισημαίνει. «Οι δημοσιογράφοι αποφεύγουν σχετικές ερωτήσεις, κανείς δεν θέλει να κάνει προβλέψεις. Μπορεί να συμβεί σε έναν χρόνο από τώρα, αλλά δεν νομίζω ότι περιλαμβάνεται στην ατζέντα για το 2022».