Την επέκταση του καταλόγου της ΕΕ για τα εγκλήματα, ώστε να περιλαμβάνει τη ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους, πρότεινε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
«Η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους έχουν σημειώσει κατακόρυφη αύξηση σε ολόκληρη την Ευρώπη και έχουν καταστεί ιδιαίτερα σοβαρό και ανησυχητικό φαινόμενο – τόσο εντός, όσο και εκτός διαδικτύου», επισημαίνει η Επιτροπή, τονίζοντας ότι απαιτείται κοινή δράση για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης σε επίπεδο ΕΕ.
Ωστόσο, επί του παρόντος δεν υπάρχει νομική βάση για την ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους και των εγκλημάτων μίσους σε επίπεδο ΕΕ, τονίζει η Επιτροπή.
«Ο υφιστάμενος κατάλογος της ΕΕ για τα εγκλήματα στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) πρέπει να επεκταθεί, ώστε να διασφαλιστεί η ύπαρξη ελάχιστων κοινών κανόνων σχετικά με τον τρόπο ορισμού των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων που ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ», επισημαίνει στην ανακοίνωσή της, προσθέτοντας ότι η σημερινή πρωτοβουλία είναι το πρώτο στάδιο της διαδικασίας επέκτασης του συγκεκριμένου καταλόγου. Στο επόμενο στάδιο, τα κράτη μέλη πρέπει να εγκρίνουν την πρωτοβουλία, προτού η Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση.
Η αντιπρόεδρος για θέματα Αξιών και Διαφάνειας, Βιέρα Γιούροβα, δήλωσε ότι «το μίσος δεν έχει θέση στην Ευρώπη. Αντιβαίνει στις θεμελιώδεις αξίες και τις αρχές μας» και προσέθεσε ότι «χρειαζόμαστε δράση της ΕΕ, για να διασφαλίσουμε ότι το μίσος ποινικοποιείται με τον ίδιο τρόπο παντού στην Ευρώπη.».
Η σημερινή πρωτοβουλία παρουσιάζει στοιχεία για την επέκταση του καταλόγου της ΕΕ για τα εγκλήματα, ώστε να περιλαμβάνει τη ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους υπό το πρίσμα των κριτηρίων που ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ:
-Η διασυνοριακή διάσταση της ρητορικής μίσους και των εγκλημάτων μίσους: Η ρητορική μίσους στο διαδίκτυο εξαπλώνεται γρήγορα και είναι προσβάσιμη σε όλους οπουδήποτε. Οι ιδεολογίες, στις οποίες βασίζονται η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους, μπορούν να αναπτυχθούν διεθνώς και να διαδοθούν γρήγορα στο διαδίκτυο. Τα εγκλήματα μπορούν να διαπραχθούν από δίκτυα με μέλη από διάφορες χώρες.
-Η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους ως τομέας εγκληματικότητας: Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους αποτελούν τομέα εγκληματικότητας, δεδομένου ότι μοιράζονται ένα εγγενές ειδικό χαρακτηριστικό, το «μίσος», το οποίο στοχεύει άτομα ή ομάδες ατόμων που μοιράζονται (ή που θεωρείται ότι μοιράζονται) τα ίδια προστατευόμενα χαρακτηριστικά.
-Η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους ως τομέας ιδιαιτέρως σοβαρής εγκληματικότητας: Η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους είναι ιδιαιτέρως σοβαρά εγκλήματα, καθώς υπονομεύουν τις κοινές αξίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα της ΕΕ, όπως κατοχυρώνονται στα άρθρα 2 και 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
-Εξελίξεις στον τομέα της εγκληματικότητας: Τα δύο φαινόμενα έχουν σημειώσει σταθερή αύξηση λόγω των διαφόρων οικονομικών, κοινωνικών και τεχνολογικών αλλαγών και εξελίξεων. Η πανδημία COVID-19 είναι ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν στην αύξηση αυτή.
-Καμία εναλλακτική λύση για την επέκταση του καταλόγου των εγκλημάτων της ΕΕ: Η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους ποινικοποιούνται σε διαφορετικό βαθμό από το ένα κράτος μέλος της ΕΕ στο άλλο. Μόνο η επέκταση του καταλόγου των εγκλημάτων της ΕΕ ώστε να περιλαμβάνει τη ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους μπορεί να επιτρέψει μια αποτελεσματική και ολοκληρωμένη προσέγγιση ποινικού δικαίου για τα φαινόμενα αυτά σε επίπεδο ΕΕ, παράλληλα με τη συνεκτική προστασία των θυμάτων τέτοιων πράξεων.
Το Συμβούλιο πρέπει να εκδώσει ομόφωνα, αφού λάβει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, απόφαση για τον προσδιορισμό της ρητορικής μίσους και των εγκλημάτων μίσους ως ενός ακόμα τομέα εγκληματικότητας, που πληροί τα κριτήρια τα οποία ορίζονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.
Κατόπιν, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει την έκδοση νομοθεσίας για τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων σχετικά με τους ορισμούς και τις κυρώσεις της ρητορικής μίσους και των εγκλημάτων μίσους, η οποία θα εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία.