Το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ εξακολουθεί να αναζητεί τα συντρίμμια του κινεζικού μπαλονιού το οποίο καταρρίφθηκε το Σάββατο από αμερικανικό πολεμικό αεροσκάφος στα ανοικτά των ακτών της Νότιας Καρολίνας, αφού πέταγε για πολλές ημέρες στον αμερικανικό εναέριο χώρο.
Ο στρατηγός Γκλεν ΒανΧερκ, διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στη Βόρεια Αμερική, διευκρίνισε χθες Κυριακή ότι το πολεμικό ναυτικό διεξάγει “επιχειρήσεις ανάκτησης, με τη βοήθεια του αμερικανικού λιμενικού, προκειμένου να ασφαλίσει την περιοχή και να διατηρήσει τη δημόσια ασφάλεια”.
Το Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι επρόκειτο για ένα κατασκοπευτικό μπαλόνι το οποίο “χρησιμοποιούσε η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας σε μια προσπάθεια να παρακολουθήσει στρατηγικές εγκαταστάσεις” στις ΗΠΑ.
Το Πεκίνο διαβεβαιώνει ότι πρόκειται για ένα μετεωρολογικό μπαλόνι, το οποίο ξέφυγε από την τροχιά του.
Την Παρασκευή η πολεμική αεροπορία της Κολομβίας ανακοίνωσε επίσης ότι εντόπισε ένα άλλο αντικείμενο, το οποίο είχε “παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτά ενός μπαλονιού”. Το αντικείμενο αυτό πετούσε σε ύψος 17 χιλιομέτρων και με μέση ταχύτητα 46 χιλιομέτρων την ώρα, επεσήμανε η κολομβιανή πολεμική αεροπορία.
Το περιστατικό επιδείνωσε τις ήδη τεταμένες σινοαμερικανικές σχέσεις. Εξαιτίας του ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή η επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν στο Πεκίνο, η πρώτη αυτού του επιπέδου από το 2018.
“Σοβαρό πλήγμα”
Σήμερα η κινεζική κυβέρνηση εκτίμησε ότι οι ΗΠΑ, καταρρίπτοντας το κινεζικό μπαλόνι, “επηρέασαν σοβαρά και έπληξαν” τις διμερείς σχέσεις.
“Οι αμερικανικές ενέργειες επηρέασαν σοβαρά και έπληξαν τις προσπάθειες και την πρόοδο των δύο πλευρών να σταθεροποιήσουν τις σινοαμερικανικές σχέσεις μετά τη συνάντηση στο Μπαλί” μεταξύ των προέδρων Τζο Μπάιντεν και Σι Τζινπίνγκ, ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο υφυπουργός Εξωτερικών της Κίνας Σίε Φενγκ.
Το μπαλόνι εισήλθε για πρώτη φορά στον αμερικανικό εναέριο χώρο στις 28 Ιανουαρίου, βόρεια των Αλεούτιων νήσων, στην Αλάσκα. Στη συνέχεια εισήλθε στον εναέριο χώρο του Καναδά, στις 30 Ιανουαρίου, και μετά ξαναπέρασε στις ΗΠΑ, στο Άινταχο, στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας, στις 31 Ιανουαρίου.
Οι Ρεπουμπλικάνοι κατηγόρησαν το Σαββατοκύριακο τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν ότι δεν αντέδρασε αρκετά γρήγορα και σθεναρά.
“Όπως πάντα, όταν πρόκειται για την εθνική ασφάλεια και την εξωτερική πολιτική, η κυβέρνηση Μπάιντεν απάντησε αρχικά με τρόπο αναποφάσιστο και στη συνέχεια πολύ αργά”, κατήγγειλε ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ.
“Δεν θα έπρεπε να έχουμε αφήσει τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας να μετατρέψει σε περίγελο τον εναέριο χώρο μας”, τόνισε σε ανακοίνωσή του, χαρακτηρίζοντας το περιστατικό “χαμένη ευκαιρία” υπεράσπισης της αμερικανικής “κυριαρχίας”.
Ο Μπάιντεν δήλωσε ότι είχε δώσει εντολή την Τετάρτη να καταρριφθεί το μπαλόνι “μόλις αυτό καταστεί δυνατό”, αλλά το Πεντάγωνο ήθελε αυτό να φτάσει πάνω από τη θάλασσα προτού το πράξει προκειμένου να αποφευχθούν ζημιές από την πτώση συντριμμιών στη Γη.
“Η κατάρριψη του μπαλονιού πάνω από το νερό δεν ήταν απλώς η πιο ασφαλής επιλογή, αλλά επίσης θα επιτρέψει να μεγιστοποιηθεί ο αριθμός των πληροφοριών που θα συγκεντρωθούν”, απάντησε χθες Κυριακή ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ.
Αυτό θα επιτρέψει “να αναλυθεί η τεχνολογία που χρησιμοποιεί ο κινεζικός στρατός”.
Ο Σούμερ διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει “και άλλες ενέργειες εναντίον της Κίνας” και ανακοίνωσε μια κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση για το θέμα στις 15 Φεβρουαρίου παρουσία όλων των γερουσιαστών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ