Quantcast

Κίνα: «Τσουνάμι» κορωνοϊού στην επαρχία – Εντολή σε κλινικές να μην δέχονται ηλικιωμένους

Οι μάσκες σπανίζουν 

Γιατροί εξαντλημένοι από πολύωρη εργασία, τεστ και φάρμακα δυσεύρετα, κλινικές όχι καλά εξοπλισμένες αντιμέτωπες με πλήθος ασθενών: στην επαρχία Ανχούι, μια από τις πιο φτωχές της ανατολικής Κίνας, το πλήγμα από την COVID-19 είναι βαρύ.

Σε όλη τη χώρα, τα νοσοκομεία είδαν να συρρέουν οι ασθενείς μετά την αιφνίδια άρση των υγειονομικών περιορισμών από την Κίνα στις αρχές Δεκεμβρίου.

Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα κρίσιμη στην ύπαιθρο, όπου υπάρχει χρόνια έλλειψη γιατρών, εξοπλισμού και εκπαίδευσης. Σίγουρα, μέρος των κατοίκων κάνει το μακρύ ταξίδι για να αναζητήσει θεραπεία στην πόλη, αλλά οι υπόλοιποι δεν έχουν απαραιτήτως τα μέσα να μετακινηθούν και καταφεύγουν στις αγροτικές κλινικές.

Όταν η COVID-19 έφτασε στην επαρχία στα μέσα Δεκεμβρίου, οι γιατροί της Ανχούι βρέθηκαν γρήγορα να μην έχουν άλλα τεστ ή φάρμακα.

«Κανείς δεν μπορούσε να κάνει τεστ, ως εκ τούτου δεν γνωρίζαμε αν ήμασταν θετικοί ή όχι», διηγείται ο Σάο, κάτοικος χωριού κοντά στην Μπένγκμπου, μια πόλη 3,3 εκατομμυρίων κατοίκων.

«Ήταν απόλυτο χάος», προσθέτει και σημειώνει: «Τα πράγματα ήταν καλύτερα όταν η κυβέρνηση μας κρατούσε όλους περιορισμένους».

Γιατρός διηγείται ότι όφειλε να δουλεύει 14 ώρες την ημέρα τον Δεκέμβριο καθώς η κλινική του χωριού του, η οποία έχει μόνον δύο αίθουσες, άρχισε ξαφνικά να δέχεται έως και τον δεκαπλάσιο αριθμό ασθενών από αυτόν που είχε υπό φυσιολογικές συνθήκες.

Οι ασθενείς “υποχρεώνονταν να περιμένουν στην ουρά έξω” από το κτίριο, καθώς η αίθουσα αναμονής ήταν γεμάτη, εξηγεί.

 

 

Ας προστατευθούμε

Ο επικεφαλής μικρού κέντρου υγείας σε γειτονική πόλη διηγείται ότι τα αποθέματα φαρμάκων ήταν «στο χαμηλότερο επίπεδο και ως εκ τούτου έπρεπε να σταματήσουμε να συνταγογραφούμε».

Οι κλινικές που ήταν γεμάτες κόσμο έλαβαν εντολή να μην δέχονται πλέον ηλικιωμένους ασθενείς που παρουσίαζαν σοβαρά συμπτώματα και να τους παραπέμπουν σε νοσοκομεία των πόλεων, πρόσθεσε.

Σε πίσω αίθουσα, λίγοι ασθενείς με ορό βρίσκονται στριμωγμένοι στο τέρμα ενός ελαφρώς φωτισμένου και με υγρασία διαδρόμου. Υπάρχουν μερικές κενές θέσεις, κάτι το οποίο δείχνει ότι η πίεση έχει λίγο χαλαρώσει, τουλάχιστον προς το παρόν.

Όμως η κατάσταση παραμένει τεταμένη στην πόλη Φενγκγιάνγκ, όπου δημοσιογράφοι του AFP είδαν δεκάδες ηλικιωμένους ασθενείς με COVID-19 και ορό σε αίθουσα παρακολούθησης.

«Ας μην αφήσουμε τα πράγματα στην τύχη τους. Ας προστατευθούμε» από τον ιό, αναγράφεται σε πανό που βρίσκεται κρεμασμένο στον τοίχο.

Την ίδια ώρα υπάρχουν πολλές αναφορές για αύξηση των θανάτων μεταξύ των ηλικιωμένων.

«Πολλοί από τους πιο ηλικιωμένους του χωριού δεν τα κατάφεραν», λέει ο Σουν, ένας τριαντάχρονος κάτοικος της πόλης.

 

 

Οι μάσκες σπανίζουν 

Η κινεζική κυβέρνηση περιόρισε τον περασμένο μήνα την καταχώριση των θανάτων από COVID σε αυτούς που οφείλονται άμεσα σε αναπνευστική ανεπάρκεια που συνδέεται με τον νέο κορονοϊό.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα από τις αρχές Δεκεμβρίου στη χώρα αυτή του 1,4 δισεκατομμυρίου κατοίκων, μόνον κάποιες δεκάδες θάνατοι να αποδίδονται στον ιό.

Ο γιατρός χωριού δήλωσε ότι στην δική του ζώνη “περίπου 50” ηλικιωμένοι έχουν πεθάνει από τις αρχές Δεκεμβρίου, η πλειονότητα των οποίων είχε ήδη άλλα προβλήματα υγείας, όπως διαβήτης ή καρδιακές παθήσεις.

Σε ερώτηση που τους έγινε, οι υγειονομικές αρχές της Μπένγκμπου, στην οποία υπάγονται τα χωριά που επισκέφθηκε το AFP, δεν έδωσαν αριθμό θανάτων ούτε κρουσμάτων σε τοπικό επίπεδο.

Οι μάσκες σπανίζουν σε αυτό το μέρος της χώρας, το οποίο δεν επισκέπτονται συχνά δυτικοί δημοσιογράφοι.

Ωστόσο, όπως παντού στην Κίνα, ο ιός δεν είναι ποτέ μακριά. Πανό στον δρόμο καλεί τον πληθυσμό να «ενισχύσει επιστημονικά την πρόληψη και τον έλεγχο της επιδημίας».

Στο χωριό Χισάν, μια πενηντάχρονη γυναίκα δηλώνει ότι ανυπομονεί «να επιστρέψουν όλοι οι νέοι» με αφορμή το Νέο Σεληνιακό Έτος (στις 22 Ιανουαρίου φέτος), ακόμη κι αν αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει νέο κύμα του κορονοϊού.

Στην επαρχία Ανχούι, κάτοικος περίπου της ίδιας ηλικίας δεν συμμερίζεται τον ενθουσιασμό της. «Φοβόμαστε πραγματικά», λέει.

 

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP