Quantcast

Καμερούν: 140 νεκροί σε 7 μήνες μετά την επανεμφάνιση της χολέρας

Η χολέρα, ασθένεια που προκαλεί οξεία διάρροια και μπορεί να σκοτώσει μέσα σε ώρες ελλείψει θεραπείας, επανεμφανίζεται σποραδικά στη χώρα της κεντρικής Αφρικής - Προβλέπεται να αρχίσει εκστρατεία εμβολιασμού τον Ιούνιο

Εκατόν σαράντα άνθρωποι πέθαναν εξαιτίας της χολέρας από τον Οκτώβριο του 2021 στο Καμερούν, όπου έχουν καταγραφεί πάνω από 7.000 κρούσματα της ασθένειας μετά την επανεμφάνισή της, ανακοίνωσε χθες ο πρωθυπουργός του κράτους της Αφρικής.

Η χολέρα, ασθένεια που προκαλεί οξεία διάρροια και μπορεί να σκοτώσει μέσα σε ώρες ελλείψει θεραπείας, επανεμφανίζεται σποραδικά στην πελώρια χώρα της κεντρικής Αφρικής με πάνω από 25 εκατομμύρια κατοίκους.

«Τα επικαιροποιημένα στοιχεία για την επιδημιολογική κατάσταση κάνουν λόγο από τον Οκτώβριο του 2021 για συνολικά 7.287 καταγεγραμμένα κρούσματα, συμπεριλαμβανομένων 140 θανάτων», ανέφερε σε ανακοίνωση Τύπου που δημοσιοποίησαν οι υπηρεσίες του ο Τζόζεφ Τζον Νγκούτε.

Προηγούμενος απολογισμός, που είχε δημοσιοποιηθεί τον Μάρτιο, έκανε λόγο για 62 νεκρούς επί συνόλου 2.100 κρουσμάτων. «Τρεις περιφέρειες συνεχίζουν να καταγράφουν νέους ασθενείς», σημείωσε ο πρωθυπουργός, διευκρινίζοντας πως πρόκειται για τη Λιτοράλ, κυρίως την πρωτεύουσα της –και οικονομική πρωτεύουσα της χώρας–, τη Ντουάλα, τη Δυτική περιφέρεια και την αγγλόφωνη Νοτιοδυτική περιφέρεια.

Προβλέπεται να αρχίσει εκστρατεία εμβολιασμού στη χώρα τον Ιούνιο, σύμφωνα με την κυβέρνηση.

Η προηγούμενη έξαρση της χολέρας στο Καμερούν, από τον Ιανουάριο ως τον Αύγουστο του 2020, είχε στοιχίσει τη ζωή σε 66 ανθρώπους.

Στις αρχές του 2021, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) υπολόγιζε πως κάθε χρόνο σε παγκόσμια κλίμακα καταγράφονται 1,3 ως 1,4 εκατομμύρια κρούσματα χολέρας και 21.000 ως 143.000 θάνατοι εξαιτίας της ασθένειας.

Υπάρχουν «ασφαλή εμβόλια κατά της χολέρας, που χορηγούνται από το στόμα», και «πρέπει να αξιοποιούνται μαζί με τη βελτίωση της ύδρευσης και της αποχέτευσης για να περιορίζονται οι εξάρσεις της χολέρας και να ευνοείται η πρόληψη σε γνωστές περιοχές υψηλού κινδύνου», τόνιζε η υπηρεσία του ΟΗΕ.