Τρεις μήνες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η πλειοψηφία των Δανών, σχεδόν το 67%, τάχθηκε χθες Τετάρτη υπέρ της ένταξης στην κοινή αμυντική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τη σχεδόν ολοκληρωμένη καταμέτρηση.
Η νίκη του «ναι» στο δημοψήφισμα που διεξήχθη στη Δανία καταγράφεται μετά την υποβολή των αιτημάτων της Φινλανδίας και της Σουηδίας να ενταχθούν στο NATO, καθώς η ένοπλη σύρραξη στην Ουκρανία ωθεί πολλές ευρωπαϊκές χώρες να αλλάξουν άρδην αμυντική πολιτική.
«Απόψε, η Δανία έστειλε ένα σημαντικό μήνυμα. Στους συμμάχους μας στην Ευρώπη και στο NATO και στον (πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ) Πούτιν. Δείξαμε ότι όταν ο Πούτιν εισβάλλει σε μια ελεύθερη χώρα και απειλεί τη σταθερότητα στην Ευρώπη, συσπειρωνόμαστε», τόνισε η πρωθυπουργός Μέτε Φρέντεριξεν σε υποστηρικτές της.
«Υπήρχε μια Ευρώπη πριν από την 24η Φεβρουαρίου, πριν από τη ρωσική εισβολή, και υπάρχει μια Ευρώπη μετά», πρόσθεσε.
Ο ηγέτης του συντηρητικού κόμματος της αντιπολίτευσης Σέρεν Πέιπε από την πλευρά του υπογράμμισε στο κοινοβούλιο αφού δημοσιοποιήθηκαν οι πρώτες δημοσκοπήσεις εξόδου πως «όλα κατατείνουν στο ότι έπειτα από τριάντα χρόνια, οι Δανοί αποφάσισαν σήμερα ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε το ‘opt out’ (σ.σ. την εξαίρεσή) μας όσον αφορά την άμυνα και πρέπει να συνεργαστούμε πιο στενά με την Ευρώπη».
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ εξήραν το ιστορικό αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στη Δανία.
«Χαιρετίζω το ισχυρό μήνυμα δέσμευσης στην κοινή μας ασφάλεια που έστειλε ο λαός της Δανίας», ανέφερε μέσω Twitter η επικεφαλής της Κομισιόν, «πεπεισμένη ότι η Δανία και η ΕΕ θα ωφεληθούν αμφότερες από την απόφαση αυτή». «Ο λαός της Δανίας έκανε μια ιστορική επιλογή», σχολίασε από την πλευρά του ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Κράτος μέλος της ΕΕ από το 1973, η Δανία έριξε την πρώτη κανονιά του ευρωσκεπτικισμού το 1992, απορρίπτοντας (50,7%) τη συνθήκη του Μάαστριχτ, κάτι πρωτοφανές την εποχή εκείνη.
Για να αρθεί το αδιέξοδο –που απειλούσε την εφαρμογή της ιδρυτικής συνθήκης σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση–, η Κοπεγχάγη εξασφάλισε σειρά εξαιρέσεων, «opt outs» στο ιδιόλεκτο των Βρυξελλών, και η χώρα είπε εντέλει το ναι την ακόλουθη χρονιά.
Έκτοτε, η Δανία αποφάσισε να μείνει εκτός ευρώ –απορρίφθηκε στο δημοψήφισμα του 2000– και επίσης εκτός της ευρωπαϊκής πολιτικής σε ό,τι αφορά τις εσωτερικές υποθέσεις και τη δικαιοσύνη –απορρίφθηκε στο δημοψήφισμα του 2015–, καθώς και σε ό,τι αφορά την άμυνα.
Δυνάμει αυτής της τελευταίας απόφασης, η σκανδιναβική χώρα, ιδρυτικό μέλος του NATO, δεν έχει συμμετάσχει σε καμία κοινή στρατιωτική αποστολή της ΕΕ.
Άλλοτε θεωρούμενη περιθωριακή, η κοινή αμυντική πολιτική των 27 απέκτησε μεγαλύτερο εύρος τα τελευταία χρόνια, αν και η ιδέα του ευρωστρατού συνεχίζει να συναντά αντιστάσεις σε αρκετές πρωτεύουσες.
Δύο εβδομάδες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η πρωθυπουργός της Δανίας ανακοίνωνε ότι κατέληξε σε συμφωνία με τα περισσότερα κόμματα στο κοινοβούλιο για να τεθεί σε δημοψήφισμα ο τερματισμός της εξαίρεσης, καθώς και για να γίνουν μεγάλες επενδύσεις στην άμυνα, προκειμένου να αυξηθούν στο επίπεδο του 2% του ΑΕΠ για τις στρατιωτικές δαπάνες που θέλει το NATO.
Έντεκα από τα 14 κόμματα, που καταλαμβάνουν τα τρία τέταρτα των εδρών του κοινοβουλίου, κάλεσαν τους υποστηρικτές τους να ψηφίσουν ναι.
Δύο παρατάξεις της ευρωσκεπτικιστικής ακροδεξιάς, το Κόμμα του Λαού της Δανίας (DF) και οι Νέοι Συντηρητικοί, τάχθηκαν υπέρ του όχι.
Στην ένταξη στην κοινή αμυντική πολιτική της ΕΕ εναντιώθηκε επίσης η παράταξη της ριζοσπαστικής αριστεράς Λίστα Ενότητας.
Μετά την υποβολή των υποψηφιοτήτων της Σουηδίας και της Φινλανδίας για την ένταξή τους στο NATO, οι τρεις σκανδιναβικές χώρες οδεύουν προσεχώς να ανήκουν ταυτόχρονα στην ευρωπαϊκή κοινή αμυντική πολιτική και στην Ατλαντική Συμμαχία.
Το δημοψήφισμα δεν αφορούσε τις αυτόνομες περιοχές της Δανίας, ούτε τη Γροιλανδία –που παραμένει άλλωστε εκτός ΕΕ–, ούτε τις νήσους Φερόε.