Quantcast

ΗΠΑ: Πώς διαμορφώνουν οι ενδιάμεσες εκλογές την προεδρική κούρσα του 2024

Οι ενδιάμεσες εκλογές συχνά λειτουργούν ως ετυμηγορία για τις επιδόσεις του προέδρου και το κόμμα που βρίσκεται στο Λευκό Οίκο τείνει να χάνει έδρες

Οι ΗΠΑ πραγματοποιούν ενδιάμεσες εκλογές στις 8 Νοεμβρίου για τις έδρες στο Κογκρέσο, το οποίο απαρτίζεται από δύο Σώματα – την Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία.

 

Το Κογκρέσο ψηφίζει τους εθνικούς νόμους. Η Βουλή αποφασίζει ποιοι νόμοι ψηφίζονται, ενώ η Γερουσία μπορεί να τους εγκρίνει ή να τους μπλοκάρει, επικυρώνει προεδρικούς διορισμούς και σπανιότερα διενεργεί έρευνα εις βάρος του προέδρου.

Όπως είναι κατανοητό, το εκλογικό αποτέλεσμα θα έχει σημαντικές επιπτώσεις για την υπόλοιπη διετία της προεδρικής θητείας του Τζο Μπάιντεν και στη συνέχεια.

Το Δημοκρατικό Κόμμα έχει την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στη Γερουσία την τελευταία διετία. Αυτό έχει βοηθήσει τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να περάσει τους νόμους που επιθυμούσε. Αλλά οι Δημοκρατικοί υπερτερούν με μικρή διαφορά, κάτι το οποίο προμηνύει μια σκληρή μάχη. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι Ρεπουμπλικανοί πιθανόν να κερδίσουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά οι Δημοκρατικοί τη Γερουσία.

 

Από τις 435 έδρες στη Βουλή, οι περισσότερες αναμένεται ότι θα παραμείνουν στο κόμμα που τις κατέχει ήδη, με μόλις 30 να θεωρούνται αμφίρροπες.

Οι αστικές περιοχές γύρω από πόλεις σε πολιτείες όπως η Πενσιλβάνια, η Καλιφόρνια, το Οχάιο και η Βόρεια Καρολίνα θα είναι καθοριστικές.

Στη Γερουσία, η σημερινή εικόνα είναι ότι είναι αμφίρροπες 4 από τις 35 έδρες.

Οι καθοριστικής σημασίας αναμετρήσεις εδώ αφορούν τη Νεβάδα, την Αριζόνα, την Τζόρτζια και την Πενσιλβάνια.

 

Τί αντίκτυπο θα έχουν τα αποτελέσματα;

 

Οι ενδιάμεσες εκλογές συχνά λειτουργούν ως ετυμηγορία για τις επιδόσεις του προέδρου και το κόμμα που βρίσκεται στο Λευκό Οίκο τείνει να χάνει έδρες.

Αυτό ανησυχεί τον πρόεδρο Μπάιντεν, το ποσοστό αποδοχής του οποίου κυμαίνεται κάτω από το 50% από τον περασμένο Αύγουστο.

Αν οι Δημοκρατικοί επικρατήσουν, ο πρόεδρος Μπάιντεν θα μπορέσει να συνεχίσει να προωθεί τα σχέδιά του για την κλιματική αλλαγή, να επεκτείνει τα κρατικά προγράμματα υγείας, να προστατεύει το δικαίωμα στην άμβλωση και να αυστηροποιεί τον έλεγχο των όπλων.

Εάν οι Ρεπουμπλικάνοι πάρουν τον έλεγχο όποιου από τα δύο Σώματα, θα μπορέσουν να μπλοκάρουν αυτά τα σχέδια.

Θα μπορούν επίσης να ελέγχουν τις ερευνητικές επιτροπές, ώστε να τερματίσουν την έρευνα για την επίθεση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021 από υποστηρικτές του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ – αν και η έρευνα πρόκειται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους.

Μπορεί επίσης να ξεκινήσουν νέες έρευνες για θέματα άλλου ενδιαφέροντος, που αρέσουν περισσότερο στους συντηρητικούς — όπως οι κινεζικές επιχειρηματικές συναλλαγές του γιου του Τζο Μπάιντεν ή η ξαφνική απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν.

Θα είναι πιο δύσκολο για το Μπάιντεν να κάνει νέους διορισμούς, μεταξύ άλλων και στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Η κυριαρχία των Ρεπουμπλικανών θα εμπόδιζε επίσης την εξωτερική του πολιτική – ιδιαίτερα ως προς τη βοήθεια στην Ουκρανία.

Σε αντάλλαγμα, ο πρόεδρος Μπάιντεν θα μπορούσε να ασκήσει το δικαίωμα του βέτο και να μπλοκάρει τους συντηρητικούς νόμους για τις αμβλώσεις, τη μετανάστευση και τους φόρους. Το αποτέλεσμα; Αδιέξοδο μέχρι τις επόμενες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές.

 

Πώς διαμορφώνουν οι ενδιάμεσες εκλογές την προεδρική κούρσα του 2024;

 

Οι ενδιάμεσες εκλογές θα μπορούσαν να μας δώσουν μια ιδέα για το ποιος θα είναι προεδρικός υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων το 2024.

Εάν οι υποψήφιοι που υποστηρίζονται από τον Τραμπ τα πάνε άσχημα, είναι λιγότερο πιθανό εκείνος να λάβει υποστήριξη από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα για να διεκδικήσει ξανά την προεδρία.

Στη Φλόριντα και το Τέξας, οι Ρεπουμπλικάνοι κυβερνήτες Ρον ΝτεΣάντις και Γκρεγκ Άμποτ ελπίζουν ότι η επανεκλογή τους θα τους επιτρέψει να προσπαθήσουν να εισέλθουν στον Λευκό Οίκο.

Εάν οι Δημοκρατικοί μπορέσουν να διατηρήσουν την εξουσία στο Μίσιγκαν, το Ουισκόνσιν και την Πενσυλβάνια, αυτό θα τους χαρίσει κάποια αυτοπεποίθηση καθώς οικοδομούν την εκστρατεία τους του 2024 για να επανεκλέξουν τον πρόεδρο Μπάιντεν.

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ