Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, έκανε λόγο για σημαντική ημέρα.
Η αύξηση του πληθυσμού της γης είναι αποτέλεσμα μιας προοδευτικής αύξησης του προσδόκιμου ζωής χάρη στις προόδους που έχουν επιτευχθεί στους τομείς της δημόσιας υγείας, της διατροφής, της προσωπικής υγιεινής και της ιατρικής, επισημαίνουν σε ανακοίνωσή τους τα Ηνωμένα Έθνη.
Πριν το 1800, οι κάτοικοι του πλανήτη δεν ξεπερνούσαν το 1 δισεκατομμύριο, το 1804, έφτασαν το 1 δισεκατομμύριο, το 1927 τα 2 δισεκατομμύρια, το 1950 τα 2,5 δισεκατομμύρια, το 1960 τα 3 δισεκατομμύρια, το 1974 τα 4 δισεκατομμύρια, το 1987 τα 5 δισεκατομμύρια, το 1999 τα 6 δισεκατομμύρια και το 2011 τα 7 δισεκατομμύρια.
Ωστόσο, λόγω της δημογραφικής επιβράδυνσης, θα χρειαστούν περίπου 15 ακόμη χρόνια για να αγγίξει ο πληθυσμός της γης τα 9 δισεκατομμύρια, κάτι που υπολογίζεται να γίνει το 2037. Όπως προβλέπουν τα στοιχεία του ΟΗΕ, ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φτάσει τα 10,4 δισεκατομμύρια τη δεκαετία του 2080.
Οι παγκόσμιοι δείκτες κρύβουν πάντως μια τεράστια δημογραφική ποικιλομορφία: Περίπου το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού κατοικεί σε επτά χώρες (Κίνα, Ινδία, ΗΠΑ, Ινδονησία, Πακιστάν, Νιγηρία και Βραζιλία). Περισσότερη από τη μισή αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού ως το 2050 θα προέρχεται μόνο από 8 χώρες σύμφωνα με τον ΟΗΕ: τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Αίγυπτο, την Αιθιοπία, την Ινδία, τη Νιγηρία, το Πακιστάν, τις Φιλιππίνες και την Τανζανία.
Στο τέλος του αιώνα, οι τρεις πιο πολυπληθείς πόλεις παγκοσμίως θα βρίσκονται στη «μαύρη ήπειρο»: το Λάγος στη Νιγηρία, η Κινσάσα στη Λαική Δημοκρατία του Κονγκό και το Νταρ Ες Σαλάμ στην Τανζανία.
Η μεγαλύτερη δημοκρατία του πλανήτη, η Ινδία, μία χώρα με 1,4 δισεκατομμύρια κατοίκους, αναμένεται να λάβει τα σκήπτρα της πιο πολυπληθούς χώρας παγκοσμίως το 2023, από την Κίνα. Εκτιμάται ότι τις επόμενες δεκαετίες, η Ινδία θα βιώσει ραγδαία άνοδο του αστικού πληθυσμού της, την ώρα που οι μεγαλουπόλεις της είναι ήδη υπερ κορεσμένες και αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε βασικές υποδομές. Στο Μουμπάι, για παράδειγμα, περίπου το 40% του πληθυσμού ζει σε παραγκουπόλεις, περιοχές με συνωστισμό όπου οι άνθρωποι ζουν σε αυτοσχέδια καταλύματα και τις περισσότερες φορές δεν έχουν τρεχούμενο νερό, ηλεκτρικό ή εγκαταστάσεις υγιεινής.
Την ίδια ώρα, η δημογραφική έκρηξη προκαλεί μεγαλύτερα προβλήματα στις χώρες όπου υπάρχει ήδη μεγάλη φτώχεια. Κάθε χρόνο ο πληθυσμός της Γης αυξάνεται κατά 70 εκατομμύρια, αλλά το 80% αυτής της αύξησης εντοπίζεται στις φτωχότερες χώρες.
To 2021, περίπου 700 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ζούσαν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, με τη συντριπτική πλειονότητά τους να κατοικούν σε αφρικανικά κράτη.
Στη «μαύρη ήπειρο, βρίσκονται οι 23 από τις 28 φτωχότερες χώρες του κόσμου. Ταυτόχρονα, όμως εκεί καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά γονιμότητας και ο μεγαλύτερος ρυθμός αύξησης του πληθυσμού, ενώ αντιμετωπίζει κλιματική αστάθεια, λειψυδρία, θεομηνίες, επισιτιστική ανασφάλεια, που μαζί με τις πληθωριστικές τάσεις και την αύξηση του κόστους ζωής καθιστούν την καθημερινότητα των πολιτών έναν… γολγοθά .
Το όριο των 8 δισεκατομμυρίων κατοίκων του πλανήτη ξεπεράστηκε την ώρα που διεξάγεται η διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP27) στο Σαρμ ελ Σέιχ της Αιγύπτου.
Στη διάσκεψη αυτή φαίνεται για άλλη μια φορά η αδυναμία των κρατών να συμφωνήσουν για να μειωθούν σημαντικά οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, την ώρα που οι πλούσιες χώρες ευθύνονται κυρίως για την υπερθέρμανση του πλανήτη και οι φτωχές υφίστανται τις επιπτώσεις και ζητούν βοήθεια για να ανταπεξέλθουν.
«Ο αντίκτυπος των ανθρώπων στον πλανήτη καθορίζεται περισσότερο από τη συμπεριφορά μας παρά από τον αριθμό μας», επισημαίνει η Τζένιφερ Σκιούμπα, ερευνήτρια στο «Wilson Center».
Οι τρεις κύριοι φορείς που κάνουν προβλέψεις για τον παγκόσμιο πληθυσμό είναι τα Ηνωμένα Έθνη, το Ινστιτούτο Μετρήσεων και Αξιολόγησης Υγείας (IHME) στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον και το Κέντρο IIASA-Wittgenstein στη Βιέννη.
Για τον ΟΗΕ, ο παγκόσμιος πληθυσμός θα κορυφωθεί τη δεκαετία του 2080 και θα φτάσει στα 10,4 δισεκατομμύρια, αλλά το Ινστιτούτο Μετρήσεων και Αξιολόγησης Υγείας (IHME) στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον και το Κέντρο IIASA-Wittgenstein στη Βιέννη εκτιμούν ότι θα συμβεί νωρίτερα – μεταξύ 2060 και 2070. Αλλά αυτά είναι απλώς εκτιμήσεις. Από το 2011, έχουν αλλάξει πολλά στον κόσμο και οι εκτιμήσεις των ειδικών αλλάζουν συνεχώς.
Για παράδειγμα η θνησιμότητα εξαιτίας του AIDS μειώθηκε θεαματικά. Το ίδιο και η παιδική θνησιμότητα που κάποτε ταλάνιζε τους πληθυσμούς ειδικά στις υποανάπτυκτες χώρες.
Στα επόμενα χρόνια όμως τα δεδομένα άλλαξαν και πάλι.Η ιατρική κοινότητα βρέθηκε αντιμέτωπη με σοβαρό πρόβλημα υπογονιμότητας. Χαρακτηριστικά οι γυναίκες στη Νότια Κορέα έφερναν στον κόσμο πολύ λίγα παιδιά. Μια άλλη χώρα στην οποία ο πληθυσμός μειώνεται δραματικά είναι η Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Και δεν είναι οι μόνες.
Ωστόσο, ασχέτως των επί μέρους στατιστικών, ένα είναι το ερώτημα: Μπορεί ο πλανήτης να συντηρήσει τόσα δισεκατομμύρια κατοίκους και ταυτόχρονα να παραμείνει βιώσιμος;
Εδώ όλοι οι ειδικοί συμφωνούν. Αν δεν δράσουμε άμεσα η κλιματική κρίση σε συνδυασμό με την αποψίλωση όλων των φυσικών πόρων της γης και την αλόγιστη κατασπατάλησή τους θα οδηγήσει σύντομα σε καταστάσεις μη αναστρέψιμες.