Χώρες που επιδιώκουν οφέλη μη καταδικάζοντας τον «αποτρόπαιο πόλεμο» της Ρωσίας σε βάρος της Ουκρανίας υιοθετούν κοιντόφθαλμη προσέγγιση και θα έχουν συνέπειες εάν υπονομεύσουν τις κυρώσεις της Δύσης, δήλωσε σήμερα η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν.
Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους «δεν θα είναι αδιάφοροι» σε ενέργειες που υπονομεύουν τις σαρωτικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει στη Μόσχα και στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν για την εισβολή, προειδοποίησε με βάση το κείμενο της ομιλίας της που έχει ετοιμαστεί για εκδήλωση του ινστιτούτου Atlantic Council.
Η Γέλεν δήλωσε ότι ο πόλεμος μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας επανασχεδίασε τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές και η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι αποφασισμένη στη δέσμευσή της να κάνει τη Ρωσία να λογοδοτήσει για τη «φρικώδη συμπεριφορά» της και τις παραβιάσεις της του διεθνούς δικαίου.
«Να είστε βέβαιοι, έως ότου ο Πούτιν δώσει τέλος στον αποτρόπαιο πόλεμο που επέλεξε, η κυβέρνηση Μπάιντεν θα εργαστεί με τους εταίρους μας για να οδηγήσουμε τη Ρωσία περαιτέρω προς την οικονομική, χρηματοπιστωτική και στρατηγική απομόνωση», δήλωσε.
Η ρωσική εισβολή έχει ωθήσει πολλές χώρες και εταιρίες να υιοθετήσουν ενιαία στάση και να αποκόψουν τους επιχειρηματικούς δεσμούς με τη Μόσχα με τρόπο που θα μπορούσε να βοηθήσει να διαμορφωθεί η παγκόσμια απάντηση σε άλλες «παγκόσμιες προκλήσεις που δεν έχουν αντιμετωπιστεί», δήλωσε η Γέλεν.
Ωστόσο κάποιες χώρες ακόμα «παραμένουν αμέτοχες, ίσως βλέποντας μια ευκαιρία να κερδίσουν κάτι διατηρώντας τη σχέση τους με τη Ρωσία και γεμίζοντας το κενό που αφήνουν άλλοι», δήλωσε η Γέλεν, χωρίς να κατονομάζει συγκεκριμένες χώρες.
«Τέτοια κίνητρα είναι κοντόφθαλμα. Διακυβεύεται το μέλλον της διεθνούς μας τάξης, τόσο για ειρηνική ασφάλεια και οικονομική ευημερία», δήλωσε η Γέλεν. «Και ας είμαστε ξεκάθαροι, η ενωμένη συμμαχία…δεν θα είναι αδιάφορη προς τις ενέργειες που υπονομεύουν τις κυρώσεις που έχουμε ορίσει».
Τα σχόλια της Γέλεν διατυπώνονται μερικές ημέρες αφού ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε την Ινδία, που δεν έχει επιβάλει κυρώσεις στη Μόσχα, ότι η αγορά περισσότερου πετρελαίου από τη Ρωσία δεν είναι προς το συμφέρον του Νέου Δελχί και μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στην αμερικανική απάντηση στον πόλεμο της Ουκρανίας.
Η Ουάσινγκτον και οι σύμμαχοί της έχουν προσπαθήσει να ασκήσουν πιέσεις στην Ινδία, την Κίνα και άλλες «αμέτοχες» χώρες να υιοθετήσουν ξεκάθαρη στάση απέναντι στη Ρωσία και σε αυτό που η Μόσχα χαρακτηρίζει «ειδική στρατιωτική επιχείρηση».
Η Γέλεν δήλωσε ότι πολυμερής προσέγγιση έδωσε τη δυνατότητα στις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ομάδας των 7 (G7) να επιφέρουν σημαντικό κόστος στη Ρωσία και ξεκαθάρισε ότι ενεργούν υποστηρίζοντας μια βασισμένη σε κανόνες παγκόσμια τάξη που προστατεύει την ειρήνη και την ευημερία.
Η Αμερικανίδα υπουργός δήλωσε ότι η ίδια προσέγγιση –και οι κοινές αξίες– μπορούν να βοηθήσουν να επιλυθούν άλλα μεγάλα ζητήματα, όπως η κλιματική αλλαγή, το τέλος της πανδημίας της COVID-19 και η στήριξη χωρών χαμηλού εισοδήματος.
Σύμφωνα με τη Γέλεν, χρειάζονται επίσης αλλαγές για να «εκσυγχρονιστούν οι υφιστάμενοι θεσμοί μας –το ΔΝΤ (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) και οι πολυμερείς αναπτυξιακές τράπεζες– ούτως ώστε να είναι κατάλληλοι για τον 21ο αιώνα».
«Κάποιοι ίσως πουν ότι τώρα δεν είναι η κατάλληλη ώρα για μεγαλεπήβολα σχέδια», δήλωσε η ίδια, επικαλούμενη τον πόλεμο και την πανδημία. «Ωστόσο, θεωρώ ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να αντιμετωπίσουμε τα κενά στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα που βλέπουμε σε πραγματικό χρόνο».
Αμερικανοί αξιωματούχοι άρχισαν να ετοιμάζουν προτάσεις για τη δημιουργία του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και της μεταπολεμικής διεθνούς χρηματοπιστωτικής αρχιτεκτονικής το 1941, στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και τώρα χρειάζεται μια νέα αρχιτεκτονική, δήλωσε η Γέλεν.
«Όπως και τότε, δεν θα πρέπει να περιμένουμε για μια νέα ομαλότητα. Θα πρέπει να αρχίσουμε να διαμορφώνουμε ένα καλύτερο μέλλον σήμερα».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ