Στην πλατεία του Αγίου Πέτρου και χοροστατούντος του πάπα Φραγκίσκου θα γίνει την Πέμπτη 5 Ιανουαρίου και στις 9:30 το πρωί η κηδεία του επίτιμου Πάπα Βενέδικτου, που πέθανε σήμερα το πρωί, σε ηλικία 95 ετών.
Το «παρών» αναμένεται να δώσουν πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες, που θα ταξιδέψουν στο Βατικανό για την τελετή. Ήδη, από τις 2 Ιανουαρίου, η σορός του επίτιμου Πάπα θα εκτεθεί σε λαϊκό προσκήνυμα.
Από οικογένεια αγροτών σε προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας
Η πορεία του Γιόζεφ Ράτσινγκερ, όπως ήταν το κατά κόσμον όνομά του, ξεκίνησε από τη Γερμανία, όπου γεννήθηκε ως παιδί οικογένειας αγροτών και ολοκληρώθηκε σε μοναστήρι, στις εγκαταστάσεις του Βατικανού, όπου διέμενε από το 2013, όταν αιφνιδίασε τους πάντες, ανακοινώνοντας την πρόθεσή του να παραιτηθεί.
Η παραίτησή του έγινε για λόγους υγείας. Ο ίδιος έγινε ο πρώτος ποντίφικας που μετά από 600 χρόνια προχώρησε στη συγκεκριμένη πράξη. Έκτοτε, πήρε τον τίτλο του Επίτιμου Πάπα.
Κατά τη διάρκεια της πορείας του ζήτησε «συγγνώμη» από θύματα παρενοχλήσεων και σεξουαλικών κακοποιήσεων για τις οποίες ευθύνονταν κληρικοί, ένα σκάνδαλο που προκάλεσε τριγμούς στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Ποιος ήταν ο Πάπας Βενέδικτος
Ο επίτιμος πάπας Βενέδικτος, Γιόζεφ Ράτσινγκερ, είχε γεννηθεί στις 27 Απριλίου του 1927 στο Πασάου της Γερμανίας. Ο πατέρας του προερχόταν από οικογένεια αγροτών και ήταν μέλος της τοπικής χωροφυλακής, ενώ η μητέρα του, πριν παντρευτεί, είχε δουλέψει ως μαγείρισσα σε διάφορα ξενοδοχεία.
Ο Ράτσινγκερ πέρασε τα εφηβικά του χρόνια σε μικρή απόσταση από τα σύνορα με την Αυστρία, κοντά στο Σάλτζμπουργκ. Όπως είχε πει ο ίδιος, γνώρισε την εχθρική στάση του ναζισμού προς την Καθολική Εκκλησία και ήταν αυτόπτης μάρτυρας την ημέρα που ο ιερέας της ενορίας του ξυλοκοπήθηκε από τους ναζί. Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο κατετάγη στις εφεδρικές αντιαεροπορικές δυνάμεις και στην συνέχεια, από το 1946 μέχρι το 1951, σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στο Μόναχο. Στις 29 Ιουνίου του 1951 χειροτονήθηκε ιερέας και άρχισε αμέσως να διδάσκει θεολογία, μαζί με γνωστούς καθηγητές της εποχής, στην Βόννη. Πήρε μέρος, ως ειδήμων, στην Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού , από το 1962 μέχρι το 1965. Το 1977 ο πάπας Παύλος ο Έκτος τον διόρισε αρχιεπίσκοπο Μονάχου και, την ίδια χρονιά, ορίσθηκε καρδινάλιος από τον ίδιο ποντίφικα.
Το 1981, ο πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β’ διόρισε τον Γιόζεφ Ράτσινγκερ επικεφαλής του «υπουργείου» του Βατικανού για την ορθότητα της πίστεως και όπως έχει υπογραμμίσει το ίδιο το Βατικανό «το συνολικό έργο του, ως συνεργάτη του πάπα Ιωάννη Παύλου του Δεύτερου, ήταν διαρκές και πολύτιμο». Λίγο πριν από τον θάνατό του, ο Πολωνός ποντίφικας του ζήτησε να γράψει τους στοχασμούς της Καθολικής Οδού του μαρτυρίου, (Via Crucis) για το Πάσχα του 2005, στο Κολοσσαίο.
Στις 19 Απριλίου του 2005, ο Βενέδικτος εξελέγη ποντίφικας από το Κονκλάβιο των καρδιναλίων. Κύριο σημείο αναφοράς του, η ανάγκη για επίτευξη της ειρήνης σε όλες τις περιοχές του πλανήτη. Παράλληλα, προσπάθησε να περιορίσει τη γραφειοκρατική ισχύ αρκετών ανώτατων υπηρεσιών του Βατικανού με επικεφαλής κληρικούς και έδωσε έμφαση και στον διαθρησκευτικό διάλογο, ιδίως με τους Ορθόδοξους. Δεν έλειψαν οι αναλυτές που υπογράμμισαν ότι ο Βενέδικτος θέλησε να αναβιώσει κάποια τυπικά στοιχεία της παράδοσης, αρχίζοντας από τα ίδια του τα άμφια: για παράδειγμα, φόρεσε και πάλι κόκκινη κάπα και σκούφο, τα καρμάουρο και ταμπάρο και κόκκινα υποδήματα.
‘Όπως γράφει ο ιταλικός Τύπος, ήταν και ο πρώτος ποντίφικας ο οποίος ζήτησε συγγνώμη από τα θύματα παρενοχλήσεων και σεξουαλικών κακοποιήσεων για τις οποίες ευθύνονταν κληρικοί. Συνάντησε, δε πολλά από τα θύματα των καταδικαστέων και τραυματικών αυτών συμπεριφορών. Για παράδειγμα, σε ότι αφορά την Ιρλανδία, το 2006 ο πάπας ζήτησε την παραίτηση επισκόπων της που δεν είχαν καταπολεμήσει με αρκετή αποφασιστικότητα κρούσματα παιδεραστίας μέσα στην Καθολική Εκκλησία. Το 2011, όμως, κάποιοι από τους συνδέσμους θυμάτων κακοποιήσεων από κληρικούς προσέφυγαν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, κατηγορώντας τον Γερμανό πάπα και άλλους υψηλόβαθμους κληρικούς του Βατικανού για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και συγκάλυψη των σεξουαλικών κακοποιήσεων. Το 2012, η προσφυγή και οι κατηγορίες αποσύρθηκαν από τους ίδιους τους δικηγόρους των συνδέσμων.
Στις 28 Φεβρουαρίου του 2013, ο Βενέδικτος παραιτήθηκε επίσημα από ποντίφικας, προκαλώντας τεράστια έκπληξη στους πιστούς καθολικούς και όχι μόνο. Αιτία της απόφασής του αυτής, όπως υπογράμμισε ο ίδιος, τα προβλήματα υγείας του, που είχαν επιδεινωθεί. Μετά την εκλογή του Φραγκίσκου, ο Βενέδικτος ονομάσθηκε «επίτιμος ποντίφικας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας».