Με αφορμή τη ματαίωση της επίσκεψης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Βερολίνο, ο γερμανικός Tύπος σχολιάζει το προεκλογικό σκηνικό στην Τουρκία και τις αντι-νατοϊκές τάσεις του Τούρκου προέδρου.
«Ο συνασπισμός του Ερντογάν κυμαίνεται περί το 41% κατά μέσο όρο, γεγονός που οφείλεται κυρίως στη χρόνια κακή οικονομική πολιτική και τη διαφθορά», παρατηρεί η Tageszeitung. «Ακόμη, μετά από χρόνια υποδαύλισης των συγκρούσεων, ο Ερντογάν παίζει, όπως το έφερε η μοίρα, τον ρόλο του ειρηνοφύλακα. Αφού βοήθησε στη διαπραγμάτευση μιας συμφωνίας για τα σιτηρά μεταξύ της Ρωσίας, της Ουκρανίας και των Ηνωμένων Εθνών, ο Ερντογάν βρίσκεται τώρα και πάλι στο επίκεντρο της δράσης.
Πριν από ένα χρόνο, οι αναλυτές προέβλεπαν ότι ο Ερντογάν θα έχανε σίγουρα. Αλλά γεννιούνται και πάλι αμφιβολίες μπροστά στις εξελίξεις και με μια αμήχανη αντιπολίτευση, που δεν μπορεί να δεσμευτεί σε έναν υποψήφιο.
Ανεξάρτητα από τις δημοσκοπήσεις, και μόνον η μετάθεση των εκλογών για τον Μάιο δείχνει ότι ο Ερντογάν βλέπει τη νίκη σε απόσταση αναπνοής», σχολιάζει η εφημερίδα του Βερολίνου.
»
Όσον αφορά στα ζητήματα του ΝΑΤΟ, πολλοί είναι βέβαιοι πως το μέλλον της Τουρκίας βρίσκεται εντός της συμμαχίας, γεγονός που γνωρίζει και η τουρκική κυβέρνηση, αναφέρει η DW.
«Κίνδυνος για το ΝΑΤΟ; Ο Ερντογάν γνωρίζει το ειδικό βάρος της Τουρκίας και παίζει με αυτό», τιτλοφορεί το άρθρο της η γερμανική εφημερίδα Tagesspiegel.
Ωστόσο, η Tagesspiegel, εκφράζει και την άκρως αντίθετη άποψη: «Στην Τουρκία υπάρχει μια αντινατοϊκή νοοτροπία εδώ και δεκαετίες. Επιπλέον, η απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 αποτέλεσε τομή – ο στρατός “εκκαθαρίστηκε” μαζικά από αξιωματικούς που ήταν φιλικοί προς τo ΝΑΤΟ. Εν τω μεταξύ, η ηγεσία της Τουρκίας κυριαρχείται από μια αντινατοϊκή παράταξη. […]
Τέλος, με τις συμμαχίες που έχει συνάψει ο Ερντογάν με τους λεγόμενους ευρασιατικούς κύκλους, είναι σαφές πως, προκειμένου να εξασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση και να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των συμμάχων, η Τουρκία πρέπει να απομακρυνθεί από τη Δύση – και ο Ερντογάν είναι αποφασισμένος να ωθήσει το ΝΑΤΟ στα όρια της υπομονής του».