«Καλύτερα να μην κυβερνήσεις καθόλου, αν πρόκειται να κυβερνήσεις με λάθος τρόπο». Με αυτή την ατάκα, στις 19 Νοεμβρίου 2017 ο Κρίστιαν Λίντνερ διέλυε με σχεδόν θεατρικό τρόπο τις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης «Τζαμάικα», με τη Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) και τους Πράσινους. Ο αρχηγός των Φιλελευθέρων (FDP) δήλωνε τότε ότι δεν έβλεπε βάση εμπιστοσύνης για συγκυβέρνηση. Κίτρινοι και Πράσινοι ξανακρέμασαν στις ντουλάπες τα κοστούμια και τα ταγέρ και η χώρα συνέχισε όπως πριν, με «μεγάλο» συνασπισμό, CDU/CSU και Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD). Τέσσερα χρόνια μετά τα πράγματα ήταν ακόμη πιο δύσκολα. Ο «φυσικός» εταίρος είχε χάσει τις εκλογές και ο καγκελάριος θα ήταν σοσιαλδημοκράτης. Κι όμως, το FDP, έστω με βαριά καρδιά, ανέλαβε τις ευθύνες του και μπήκε στην κυβέρνηση με το SPD και τους Πράσινους – για να εμποδίσει τη στροφή της χώρας προς τα αριστερά, όπως διαφήμιζε. Σήμερα, το FDP καταριέται την ώρα που μπήκε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση και έκτοτε σταδιακά …βγαίνει από όλες τις κρατιδιακές κυβερνήσεις. Η ήττα της περασμένης Κυριακής, στην Κάτω Σαξονία, επισημοποίησε το αδιέξοδο.
Τον Σεπτέμβριο του 2021 η κατάσταση ήταν βεβαίως πολύ διαφορετική από ό,τι σήμερα. Η Γερμανία είχε αρχίσει να ξαναζεσταίνει τις μηχανές της ανάπτυξης έπειτα από σχεδόν δύο χρόνια πανδημίας και νωθρότητας. Οι προοπτικές ήταν θριαμβικές και όλοι περίμεναν τη νέα εποχή: την ψηφιακή μετάβαση, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το νέο κοινωνικό κράτος. Το FDP, πονηρά σκεπτόμενο, διεκδίκησε το υπουργείο Οικονομικών. Το υπουργείο δηλαδή, από όπου εγκρίνονται – ή απορρίπτονται – οι πολιτικές όλων των υπολοίπων. Τι καλύτερο προκειμένου να μπορεί το παραδοσιακό κόμμα της οικονομίας και του κέντρου να βάζει «φρένο» στις αριστερές «απερισκεψίες» των εταίρων του. Και αν κάποτε έπρεπε να τους κάνει και το χατίρι, η γερμανική οικονομία μπορούσε να το αντέξει.
Σχεδόν έναν χρόνο μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού «φωτεινού σηματοδότη», η κατάσταση δεν θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετική από όλες τις προβλέψεις. Η Γερμανία μπαίνει στο 2023 με ύφεση, η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας ασθμαίνει, τα πακέτα βοήθειας έχουν φθάσει τα τρία στον αριθμό και τα 300 δισεκατομμύρια σε ευρώ και ουδείς είναι σε θέση να υπολογίσει πόσα ακόμη θα δαπανηθούν για την αγορά ενέργειας. Η φτώχεια φέρνει γκρίνια, λένε και τόση γκρίνια είχε χρόνια να ζήσει γερμανική κυβέρνηση. Η συμβίωση ήταν ούτως ή άλλως εξ υποθέσεως δύσκολη και αποδεικνύεται ακόμη δυσκολότερη.
«Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι, οι δύο εταίροι να βρίσκουν συνέχεια ιδέες για έξοδα και ο τρίτος να ψάχνει πώς θα τις χρηματοδοτήσει», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του FDP Μπιτζάν Τζιρ-Σαράι και ζήτησε άμεσες αλλαγές στην κυβερνητική πολιτική. «Ο κόσμος νομίζει πια ότι είμαστε κι εμείς αριστερό κόμμα», διαμαρτυρήθηκε ο αρχηγός Κρίστιαν Λίντνερ. Στην Κάτω Σαξονία όμως, όπου το FDP έμεινε εκτός του τοπικού κοινοβουλίου, ο εχθρός δεν ήταν στα αριστερά του κόμματος. Η μεγαλύτερη αιμορραγία ψηφοφόρων του FDP σημειώθηκε προς την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), η οποία σχεδόν διπλασίασε τις δυνάμεις της και έφθασε στο 11%. Σύμφωνα μάλιστα με τον επικεφαλής του Ινστιτούτου Infratest dimap, Μάνφρεντ Γκιούλνερ και σε ομοσπονδιακό επίπεδο εκεί βρίσκεται το πρόβλημα των Φιλελευθέρων.
Παρά τις εσωκομματικές φωνές, η ηγεσία του κόμματος απορρίπτει για την ώρα το ενδεχόμενο αποχώρησης από τον κυβερνητικό συνασπισμό, που θα σήμαινε διάλυση της κυβέρνησης σε περίοδο βαθιάς κρίσης. Έτσι και αλλιώς, «είμαστε στην κυβέρνηση, όχι επειδή έχουμε κάποια συνάφεια περιεχομένου με το SPD και τους Πράσινους, αλλά επειδή αναγνωρίζουμε την ευθύνη μας απέναντι στη χώρα», δήλωσε ο κ. Λίντνερ. Η παραμονή ωστόσο στην κυβέρνηση δεν προμηνύεται ήρεμη. Από την Ουάσιγκτον και την έδρα του ΔΝΤ ο φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών παραδέχθηκε ότι η Γερμανία δεν θα αντεπεξέλθει στην κρίση όπως άλλες χώρες και – το σημαντικότερο – προανήγγειλε μέτρα «δημοσιονομικού αναχώματος», αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα ζητήσει φοροελαφρύνσεις, κάτι που δεν υπάρχει στην προγραμματική συμφωνία των τριών εταίρων. Μέχρι το τέλος του μήνα οι τρεις εταίροι θα πρέπει να έχουν συμφωνήσει σε συγκεκριμένα μέτρα.
Προηγουμένως, SPD, Πράσινοι και FDP θα πρέπει να έχουν βρει μια λύση για τη λειτουργία των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία εξελίσσεται σε ζήτημα ταυτότητας τόσο για τους Πράσινους όσο και για τους Φιλελεύθερους. Από τη στιγμή που κατέστη σαφές ότι η ενέργεια θα είναι «σπάνιο είδος» για τον ερχόμενο χειμώνα και ότι δεν θα υπάρξουν παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου, η συζήτηση στράφηκε αναπόφευκτα στο ενδεχόμενο οι πυρηνικοί σταθμοί να παραμείνουν σε λειτουργία προκειμένου να καλύψουν τυχόν ελλείψεις. Ο πράσινος υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, έπειτα από μεγάλη πίεση – από την αγορά και τα ΜΜΕ – δέχεται τώρα να παραμείνουν μέχρι την άνοιξη σε λειτουργία ως εφεδρικά δύο από τα τρία εναπομείναντα πυρηνικά εργοστάσια, τα οποία είχε προγραμματιστεί να κλείσουν οριστικά στο τέλος του έτους. Οι Φιλελεύθεροι από την άλλη πλευρά ζητούν όχι μόνο να συνεχίσουν την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος οι υπάρχοντες σταθμοί, αλλά να επαναλειτουργήσουν και κάποιοι ήδη κλειστοί.
Για να αντιληφθεί κανείς πόσο δύσκολη θα είναι η συνεννόηση στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού, αρκεί να θυμηθεί ότι οι Πράσινοι έχουν στηρίξει επί δεκαετίες την ύπαρξή τους στην αποπυρηνικοποίηση, ενώ οι Φιλελεύθεροι, μετά την «επανάσταση» για να μην εισαχθεί όριο ταχύτητας στους αυτοκινητοδρόμους και για να καταργηθεί η χρήση μάσκας στα ΜΜΜ, αναζητούν απεγνωσμένα πολιτικές με αληθινό «αντιαριστερό» πρόσημο, προκειμένου να διαχωρίσουν τη θέση τους από τους εταίρους τους. Η Welt γράφει χαρακτηριστικά ότι ο συνασπισμός έχει ακόμη 12 μήνες ζωής, μέχρι δηλαδή τις κρατιδιακές εκλογές της Βαυαρίας…
Το παράδοξο για τον Κρίστιαν Λίντνερ είναι ότι το 2017 απέφυγε να μπει στον κυβερνητικό συνασπισμό υπό την ‘Αγγελα Μέρκελ, φοβούμενος ότι η ιστορία θα επαναληφθεί και η ευέλικτη κεντρώα καγκελάριος θα …εξαφανίσει και πάλι το FDP, όπως συνέβη και το 2009-2013. Το 2021 πίστεψε, αντιθέτως, ότι θα μπορούσε να ασκήσει διακριτή πολιτική δίπλα στο SPD και στους Πράσινους. Ο δρόμος μέχρι το 2025 είναι μακρύς και δύσβατος…