Η απροσδόκητη συρρίκνωση του γερμανικού ΑΕΠ στο τέλος του 2022 καθιστά πλέον πιο πιθανή την ύφεση στη μεγαλύτερη οικονομίας της Ευρωζώνης, με φόντο το αυξημένο κόστος της ενέργειας.
Ειδικότερα, η νέα μέτρηση της ομοσπονδιακής στατιστικής υπηρεσίας έδειξε ότι το ΑΕΠ της Γερμανίας τελικά μειώθηκε κατά 0,2% στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, αντί της προκαταρκτικής εκτίμησης ότι διατηρήθηκε στάσιμο.
Έτσι, μία νέα συρρίκνωση στο πρώτο τρίμηνο του 2023 θα σημάνει τον τεχνικό ορισμό της ύφεσης, δηλαδή δύο διαδοχικά τρίμηνα υποχώρησης της οικονομικής δραστηριότητας.
Όπως σημειώνει το Bloomberg, αρκετοί δείκτες υπέδειξαν τις τελευταίες εβδομάδες μία αυξανόμενη εμπιστοσύνη στη Γερμανία έπειτα από έναν ήπιο χειμώνα που επέτρεψε υψηλή πληρότητα στις δεξαμενές φυσικού αερίου, εξαλείφοντας τον κίνδυνο ελλείψεων κατά την περίοδο θέρμανσης. Παράλληλα, οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου υποχώρησαν πολύ μακριά από τα επίπεδα ρεκόρ, τροφοδοτώντας ελπίδες ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί νωρίτερα από ό,τι αναμενόταν.
Ωστόσο, η ζήτηση στην οικονομία υποχωρεί καθώς τα αυξημένα κόστη συνεχίζουν να διοχετεύονται στους καταναλωτές. Μία τάση που παρατηρήθηκε επίσης και στην Σουηδία, της οποία το ΑΕΠ συρρικνώθηκε απροσδόκητα στο τέταρτο τρίμηνο όπως έγινε γνωστό σήμερα.
Ο Salomon Fiedler, οικονομολόγος της Berenberg, αναφέρει ότι “αναμένουμε κάτι από τα ίδια στις αρχές του 2023, δηλαδή μία μέτρια μείωση του πραγματικού ΑΕΠ που αντικατοπτρίζει κυρίως τη χαμηλότερη κατανάλωση”
Ο ίδιος προσθέτει βέβαια ότι “μετά την ήπια χειμερινή ύφεση, η οικονομία είναι πιθανό να σταθεροποιηθεί την άνοιξη και να αρχίσει να επεκτείνεται σημαντικά ξανά στα μέσα του 2023”.
Το Βερολίνο προέβλεψε την περασμένη εβδομάδα ανάπτυξη 0,2% για το 2023, σε σύγκριση με προηγούμενη εκτίμηση για συρρίκνωση 0,4%. Ωστόσο, ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ εξακολουθεί να προειδοποιεί για πιθανή ύφεση, επισημαίνοντας ότι η κρίση που πυροδότησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν έχει τελειώσει.
Όπως σημειώνει το Bloomberg, σε κάθε περίπτωση το outlook της Γερμανίας παραμένει αβέβαιο. Ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αποδειχθεί επίμονος εν μέσω εντεινόμενων απαιτήσεων για αυξήσεις μισθών. Οι ταχυδρομικοί υπάλληλοι έχουν προχωρήσει σε απεργία ζητώντας αύξηση 15%, ενώ οι υπάλληλοι του δημόσιου τομέα ζητούν επίσης διψήφιο ποσοστό.
Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι αποφασισμένη να αντιμετωπίσει τις αυξήσεις των τιμών με περιοριστική νομισματική πολιτική. Όπως όλα δείχνουν θα προχωρήσει σε δύο διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων της κατά 50 μονάδες βάσης (0,5%) εντείνοντας την πλέον επιθετική πορεία σύσφιξη στην ιστορία της. Και ο πλήρης αντίκτυπος των μέτρων αυτών δεν έχει γίνει ακόμη αισθητός.