Σχεδόν δυο εκατομμύρια εργαζόμενοι στη Γερμανία θα δουν τα εισοδήματά τους να αυξάνονται σημαντικά.
Ο συνασπισμός «φανάρι» σχημάτισε τη νέα κυβέρνηση την Τετάρτη μετά από μακρές διαπραγματεύσεις. Έτσι, την απερχόμενη Άνγκελα Μέρκελ θα αντικαταστήσει ο σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς.
Ως μέρος της συμφωνίας μεταξύ των τριών κομμάτων που σχηματίζουν τη νέα κυβέρνηση, η χώρα πρόκειται να προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού της στα €12 ανά ώρα, από τα €9,60 ανά ώρα που ισχύουν αυτή τη στιγμή.
Η κίνηση ενδέχεται να ενισχύσει τα μηνιαία εισοδήματα σχεδόν δύο εκατομμυρίων ανθρώπων στη Γερμανία που λαμβάνουν βασικό μισθό ή περίπου το 5% του συνόλου του εργατικού δυναμικού, σύμφωνα με τον Κάρστεν Μπρζέσκι, οικονομολόγο της ING που μίλησε στο CNN. Κατά τη γνώμη του, η κίνηση είναι «σαφώς σημαντική».
Ο κατώτατος μισθός ήδη ήταν προγραμματισμένο να αυξηθεί στα €10,45 τον Ιούλιο του 2022. Το κείμενο της συμφωνίας των τριών κομμάτων δεν προσδιορίζει πότε θα τεθεί σε ισχύ αυτή η νέα – σαφώς μεγαλύτερη – αύξηση.
Ο οικονομολόγος της UBS, Φέλιξ Χιούφνερ, δήλωσε ότι η κίνηση πρόκειται «να ενισχύσει τη γενικότερη ανάπτυξη» ολόκληρης της γερμανικής οικονομίας, προειδοποιώντας ωστόσο ότι θα μπορούσε να «συμβάλει σε γενικότερες μισθολογικές πιέσεις».
Η ιδιαιτέρως «σφιχτή» κεντρική τράπεζα της χώρας προχώρησε στο ασυνήθιστο βήμα του δημόσιου σχολιασμού αυτού του νέου μέτρου, αποκαλώντας το «ανησυχητικό». Ανέφερε ότι θα μπορούσε να έχει έμμεσες επιπτώσεις για τους πιο υψηλόμισθους.
Πληθωριστικές πιέσεις
Οικονομολόγοι και νομοθέτες σε όλο τον κόσμο παρακολουθούν στενά την αύξηση των μισθών, ως μια από τις κεντρικές παραμέτρους του πληθωρισμού. Στη Γερμανία, ο πληθωρισμός άγγιξε τον Οκτώβριο το 4,5%, φτάνοντας στα υψηλότερα επίπεδα σχεδόν των τελευταίων τριάντα χρόνων, τη στιγμή που το κόστος της ενέργειας και των τροφίμων εκτινάχθηκε.
Η Γερμανία εισήγαγε για πρώτη φορά έναν εθνικό κατώτατο μισθό της τάξης των €8,50 την ώρα το 2015.
Η υποστήριξη προς του κατώτατους μισθούς στην Ευρώπη έχει αυξηθεί, καθώς η δύναμη των εργατικών σωματείων περιοριζόταν. Η Κομισιόν αναφέρει ότι έχει υπάρξει σημαντική μείωση του ποσοστού των εργαζομένων στην ΕΕ που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις από το 2000 έως το 2015, με τις μεγαλύτερες αποκλίσεις να καταγράφονται στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη.
Στις αρχές του μήνα ανακοινώθηκε νέο ευρωπαϊκό νομοσχέδιο με στόχο την ενίσχυση των κατώτατων μισθών των κρατών της Ένωσης, ενώ την Πέμπτη το Ευρωκοινοβούλιο έδωσε το «πράσινο φως» για την έναρξη διαπραγματεύσεων με το Συμβούλιο προς αυτή την κατεύθυνση.
Εκπεφρασμένος στόχος των ευρωβουλευτών είναι ο κατώτατος μισθός να «διασφαλίζει αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης» και «οι συλλογικές διαπραγματεύσεις να ενισχυθούν στις χώρες που καλύπτουν λιγότερο από το 80% των εργαζομένων», με «σεβασμό στα εθνικά προνόμια και την αυτονομία των κοινωνικών εταίρων όσον αφορά τον καθορισμό των μισθών».
«Στη διάρκεια της προηγούμενης κρίσης, η μείωση των κατώτατων μισθών και η αποσάθρωση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων ήταν το πικρό φάρμακο που συστήθηκε σε πολλά κράτη-μέλη», δήλωσε η ευρωβουλεύτρια Άγκνες Τζονγκέριους, που υποστήριξε το μέτρο, σε ανακοίνωσή της. «Τώρα, παλεύουμε να αυξήσουμε το νομοθετημένο κατώτατο μισθό και να ενισχύσουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στην Ευρώπη».
Ο κατώτατος μισθός στη Γερμανία ήταν ήδη ένας από τους υψηλότερους εντός της ΕΕ.