Γάλλος πρόξενος: Όταν απειλείται η ειρήνη στην ανατολική Μεσόγειο η Γαλλία είναι εκεί

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΣΥΜΜΑΧΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΔΡΑ ΜΕ ΙΣΧΥ

Τί δηλώνει ο Γάλλος Πρόξενος για τις διεθνείς εξελίξεις.

 

Το σύνθημα «Ελλάς – Γαλλία συμμαχία» παραμένει επίκαιρο όσο ποτέ, με αφορμή -μεταξύ άλλων- και τις εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο, τονίζει, σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο απερχόμενος πρόξενος της Γαλλίας στη Θεσσαλονίκη Φιλίπ Ρέι (Philippe Ray).

 

«Οι σχέσεις μας είναι εξαιρετικές και το σύνθημα “Ελλάς- Γαλλία συμμαχία”, που χρονολογείται από την επιστροφή στη Δημοκρατία το 1974, είναι ακόμα πολύ επίκαιρο και έχει λαμπρό μέλλον», τονίζει ο Γάλλος πρόξενος, επικαλούμενος ως έμπρακτο παράδειγμα τη στάση της Γαλλίας στην περίοδο της χρηματοπιστωτικής κρίσης αλλά και στις εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο. «Είμαστε δύο χώρες της Μεσογείου και μοιραζόμαστε τις ίδιες αξίες και την ίδια φιλοδοξία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι αυτά δεν είναι μόνο λόγια. Κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Γαλλία ήταν πάντα με την Ελλάδα στις συζητήσεις που γίνονταν στις Βρυξέλλες. Κι όταν απειλείται η ειρήνη και η σταθερότητα στην ανατολική Μεσόγειο, όπως συμβαίνει σήμερα με τις πρόσφατες επικίνδυνες πρωτοβουλίες της Τουρκίας, η Γαλλία είναι και εκεί, ο πρώτος σύμμαχος της Ελλάδας που αντιδρά και ενεργεί αυθόρμητα και με ισχύ».

 

Χαρακτηρίζει, δε, «σημαντικές ευκαιρίες για περαιτέρω ανάπτυξη των διμερών δεσμών στον επιστημονικό, οικονομικό, πολιτικό, πολιτιστικό και καλλιτεχνικό τομέα» τον επικείμενο εορτασμό (το 2021) των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 αλλά και το γεγονός ότι η Γαλλία θα είναι η τιμώμενη χώρα στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης την ίδια χρονιά. «Θα είναι μια εξαιρετική ευκαιρία, καθ ‘όλη τη διάρκεια του έτους, να παρουσιάσουμε τη Θεσσαλονίκη και τις δυνατότητές της σε γαλλικές εταιρείες και επενδυτές», σημειώνει.

 

«Θεσσαλονίκη, πύλη των Βαλκανίων»

Ο Γάλλος πρόξενος υπογραμμίζει ακόμη ότι «με τη γεωγραφία και τη στρατηγική της θέση, η Θεσσαλονίκη είναι φυσικά η “Πύλη των Βαλκανίων”» και ότι με τον εκσυγχρονισμό των υποδομών της, που βρίσκεται σε εξέλιξη, ανακτά τη θέση αυτή, που κατέχει για αιώνες. «Το νέο εκτεταμένο αεροδρόμιο, η Εγνατία Οδός και η αναβάθμιση των σιδηροδρομικών συνδέσεων με γειτονικές χώρες συμβάλλουν σ’ αυτό. Το μετρό θα καταστήσει την πόλη πιο ελκυστική και θα επιτρέψει έναν πιο αρμονικό και σύγχρονο πολεοδομικό σχεδιασμό», επισημαίνει.

 

Υπογραμμίζει, παράλληλα, τον στρατηγικό ρόλο του εκσυγχρονισμού του λιμανιού στην όλη διαδικασία, με τη συμμετοχή της γαλλικής εταιρείας CMA-CGM, η οποία «δείχνει», όπως λέει, τον δρόμο και για άλλες γαλλικές επενδύσεις. «Ένα από τα κύρια στοιχεία αυτής της ανάπτυξης είναι ο εκσυγχρονισμός του λιμανιού που θα επιτρέψει την επανέναρξη των θαλάσσιων εμπορικών δραστηριοτήτων προς την κατεύθυνση των Βαλκανίων. Είναι το έργο της γαλλικής εταιρείας CMA-CGM, ειδικευμένης παγκοσμίως στον τομέα των μεταφορών και της υλικοτεχνικής μέριμνας, η οποία είναι ο νέος φορέας εκμετάλλευσης του λιμένα και έχει μεγάλες ελπίδες για την ανάπτυξη και το μέλλον αυτού. Η παρουσία αυτής της μεγάλης εταιρείας θα ενθαρρύνει και άλλες γαλλικές εταιρείες να ενδιαφερθούν για την πόλη και τη Βόρεια Ελλάδα», υπογραμμίζει.

 

Μια θητεία γεμάτη …«αναμνήσεις της Σαλονίκης»

Ο Γάλλος πρόξενος, ο οποίος ολοκληρώνει τον Αύγουστο τη θητεία του στη Θεσσαλονίκη, αποχωρεί με μια …«βαλίτσα» εικόνες κι αναμνήσεις από μια πόλη που φρόντισε να γνωρίσει σπιθαμή προς σπιθαμή αφού, όπως εξηγεί, «ένας ξένος διπλωμάτης δεν είναι ούτε τουρίστας ούτε μόνιμος αυτόχθων κάτοικος, πρέπει να παρατηρεί και να καταλάβει τι είναι ορατό και τι είναι λιγότερο ορατό, να ενσωματωθεί στην κοινωνική ζωή, να γίνει γνωστός και να γίνει αποδεκτός σε διαφορετικά περιβάλλοντα». Και, μάλιστα, «όλα αυτά για να είναι σε θέση να ενεργεί με σύνεση και, την κατάλληλη στιγμή, να σφυρηλατεί συνεργασίες και κυρίως να προσδίδει προστιθέμενη αξία στη ζωή της πόλης και στην ανάπτυξη σχέσεων μεταξύ της χώρας καταγωγής του και αυτής που τον υποδέχεται».

 

Μεταξύ άλλων, οι «αναμνήσεις της Σαλονίκης» που, όπως χαρακτηριστικά λέει θα παραμείνουν ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη του είναι: «η ζεστή ατμόσφαιρα αυτής της ζωντανής πόλης μέρα και νύχτα, η εξαιρετική φιλοξενία των κατοίκων της, ο πλούτος της ταραχώδους ιστορίας της με πολλές “ταυτότητες”, τα αρχαιολογικά ευρήματα και οι κρυμμένοι αρχιτεκτονικοί θησαυροί που ανακαλύπτει κανείς τυχαία περπατώντας στις πλατείες, στα σοκάκια, στα υπόγεια, στις βεράντες κάποιας ταβέρνας και στην ομορφιά του Θερμαϊκού Κόλπου, με τα ηλιοβασιλέματά του που φωτίζουν τον Όλυμπο».

 

Ο Φιλίπ Ρέι δηλώνει επίσης «πολύ εντυπωσιασμένος από τη δύναμη του χαρακτήρα των Ελλήνων, την αισιοδοξία τους και την ικανότητά τους να αντιμετωπίζουν τις δοκιμασίες» αποδίδοντας τα χαρακτηριστικά αυτά στην «ισχυρή οικογενειακή αλληλεγγύη στην Ελλάδα, η οποία δεν υπάρχει -ή μάλλον δεν υπάρχει πλέον- σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες», σημειώνοντας πως «είτε από παράδοση είτε από αναγκαιότητα, αυτό έχει θετικές συνέπειες για το άτομο και την κοινότητα (στην οποία ζει)».

 

Οι «Ελληνογαλλικές Συζητήσεις», που έφεραν πιο κοντά Έλληνες και Γάλλους, και η συνεργασία με τα ελληνικά πανεπιστήμια

Με την ιδιότητα (και) του διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης, ο Φιλίπ Ρέι εγκαινίασε το 2017 τον κύκλο των «Ελληνογαλλικών Συζητήσεων» καλώντας προσωπικότητες ή εμπειρογνώμονες από τη Γαλλία να έρθουν και να συζητήσουν δημόσια με έναν Έλληνα συνομιλητή για να συγκρίνουν τα οράματά τους σε κοινωνικά ζητήματα.

 

«Παρατήρησα ότι οι Γάλλοι και οι Έλληνες έχουν κοινές αναφορές, ισχυρό, αμοιβαίο σεβασμό και αγάπη, αλλά ταυτόχρονα δεν γνωρίζουν τις διαφορές τους, τις πολιτιστικές και κοινωνικές τους ιδιαιτερότητες. Μου φάνηκε απαραίτητο να αντιπαραθέσουμε τις απόψεις μας, να ανοίξουμε έναν διάλογο», λέει ο Γάλλος πρόξενος εξηγώντας τη γενεσιουργό αιτία αυτών των δημόσιων διαλέξεων που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία και βρήκαν ιδιαίτερη ανταπόκριση μεταξύ των φοιτητών -και όχι μόνο- των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων της πόλης.

 

Άλλωστε, όπως αναφέρει και ο ίδιος, όλες οι δράσεις του Γαλλικού Ινστιτούτου βασίζονται, συνήθως, σε συνεργασίες με κάποιο πανεπιστημιακό τμήμα ή καθηγητή, λόγω, αφενός μεν του εντυπωσιακού μεγέθους της πανεπιστημιακής «δεξαμενής» στη Θεσσαλονίκη, αφετέρου δε, της ποιότητάς της. Μάλιστα, πέραν της συνεργασίας με το ΑΠΘ και το ΠΑΜΑΚ, το Γαλλικό Ινστιτούτο έχει απλώσει τα «φτερά» του και στην περιφέρεια και συνεργάζεται από τον Φεβρουάριο του 2018 με το τμήμα ψηφιακών μέσων και επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (Καστοριά).

 

«Στις συνεργασίες, μεταξύ των δύο χωρών μας, εκτός από τα ελληνογαλλικά μεταπτυχιακά, πραγματοποιήσαμε ένα πρωτότυπο πρότζεκτ με τους εμπνευστές του CREABALK, που συνδέουν το ΠΑΜΑΚ με δύο γαλλικά πανεπιστήμια, τη Λυών και την Aix-Marseille. Αυτό το διεπιστημονικό πρόγραμμα των κοινωνικών επιστημών ξεκίνησε το 2019 και χρησιμοποιεί τη Θεσσαλονίκη ως “αστικό εργαστήριο”. Υπάρχει μια ισχυρή παράδοση στις πανεπιστημιακές σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας, αναπτύσσονται, αλλά υπάρχει ανάγκη καινοτομίας και συνεχούς ανανέωσης», υπογραμμίζει ο Φιλίπ Ρέι.

 

Το βραβείο Γκονκούρ, το «γαλλόφωνο αυτοκίνητο» και η ανάγκη για περισσότερα Γαλλικά στην Ελλάδα

Το Γαλλικό Ινστιτούτο εργάζεται συστηματικά για την προώθηση της γαλλοφωνίας στην Ελλάδα, προωθώντας μια σειρά δράσεων, όπως το «Γαλλόφωνο Αυτοκίνητο», που πραγματοποιεί δρομολόγια σε μικρότερα χωριά, όπου παρουσιάζει ψυχαγωγικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες για μικρούς μαθητές, αλλά και διάφορες άλλες εκπαιδευτικές, πολιτιστικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες, που αποσκοπούν να πείσουν γονείς και μαθητές να μιλήσουν Γαλλικά, μια γλώσσα που -μεταξύ άλλων- «είναι ένα σημαντικό επιπλέον πλεονέκτημα στον κόσμο της εργασίας σήμερα».

 

«Πριν από έναν αιώνα, ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων μιλούσε Γαλλικά, στην καθημερινή ζωή και στις εμπορικές σχέσεις και πολλά σχολεία δίδασκαν τη γλώσσα. Σήμερα μόνο οι μισοί Έλληνες μαθητές μαθαίνουν Γαλλικά ως δεύτερη ξένη γλώσσα. Δεν είναι αρκετό. Επιπλέον, δεν μπορούν όλα τα ελληνικά σχολεία να προσφέρουν μαθήματα Γαλλικών λόγω των ποσοστώσεων, παρά την παρουσία πολλών Γάλλων δασκάλων. Αυτό μας λυπεί πολύ κι ελπίζουμε ότι θα υπάρξει εξέλιξη επειδή η εκμάθηση ξένων γλωσσών αποτελεί για τους νέους τη βάση μιας ανοιχτής εκπαίδευσης στον κόσμο», σημειώνει ο κ. Ρέι, πρωτοβουλία του οποίου υπήρξε η φετινή ένταξη του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης στο σύνολο των οργανισμών που συμμετέχουν στα περίφημα «Βραβεία Γκονκούρ του Εξωτερικού» [σ.σ. το πρώτο ελληνικό λογοτεχνικό βραβείο Γκονκούρ/Prix Goncourt έλαβε ο συγγραφέας Jean-Paul Dubois (Ζαν-Πωλ Ντιμπουά) με το βιβλίο του «Tous les hommes n’habitent pas le monde de la même manière» (Δεν ζουν όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο με τον ίδιο τρόπο].

 

Από τον Εμπράρ και τον Μπαρτισόλ στην ελληνογαλλική σύμπραξη Νικοφηρίδη- Κουόμο

Μπορεί ο Hébrard (Εμπράρ), ο οποίος κατάρτισε τα νέα πολεοδομικά σχέδια της Θεσσαλονίκης το 1917 και σχεδίασε την πλατεία Αριστοτέλους, και ο Bartissol (Μπαρτισόλ), ο οποίος δημιούργησε το σημερινό λιμάνι σύμφωνα με το μοντέλο της Μασσαλίας, να είναι οι πιο διάσημοι Γάλλοι στον ρου της ιστορίας της πόλης, ωστόσο ο Γάλλος πρόξενος μνημονεύει μια σειρά ακόμη από ομοεθνείς του, που άφησαν το δικό τους μοναδικό αποτύπωμα, όπως οι: Hennebique, Pleyber, Sarrail και Franchet d’Esperey.

 

«Στην πραγματικότητα, η παρουσία των Γάλλων στη Θεσσαλονίκη είναι σχεδόν 400 ετών. Ο πρώτος ξένος πρόξενος στην πόλη ήταν Γάλλος, διορισμένος το 1686. Μιλάμε για όλες αυτές τις γαλλικές ιστορίες λεπτομερώς στην έκθεση μας “Souvenirs de Salonique”. Υπάρχουν πολλοί Γάλλοι που έχουν αφήσει το σημάδι τους στην πόλη από τον 17ο αιώνα. Αυτή είναι η περίπτωση των 400.000 Γάλλων στρατιωτών της Στρατιάς της Ανατολής μεταξύ του 1915 και του 1918- μια πολύ ισχυρή στιγμή της πολιτικής Συμμαχίας μεταξύ Γαλλίας και Θεσσαλονίκης. Μερικοί είναι λιγότερο γνωστοί- πρόκειται για αρχιτέκτονες, γιατρούς, στρατιώτες, μηχανικούς, αρχαιολόγους, πολεοδόμους που συνέβαλαν στον εκσυγχρονισμό της Θεσσαλονίκης, χωρίς να ξεχνάμε τους καλλιτέχνες-στρατιώτες που έκαναν την πόλη γνωστή στους Γάλλους μέσω των ζωγραφιών και φωτογραφιών τους, τις διάσημες καρτ-ποστάλ “Σουβενίρ της Σαλονίκης”».

 

Ο Φιλίπ Ρέι δεν παραλείπει ν’ αναφερθεί ακόμη στους Γάλλους εκπαιδευτικούς των Καθολικών σχολείων, που καθιέρωσαν την εκπαίδευση στα Γαλλικά στη βόρεια Ελλάδα, στους απόγονους των οικογενειών από τη Θεσσαλονίκη που μετανάστευσαν στη Γαλλία στις αρχές του 20ού αιώνα αλλά συνεχίζουν να διατηρούν αυτόν τον δεσμό, αλλά και στο πετυχημένο αρχιτεκτονικό ελληνο-γαλλικό «δίδυμο» των Νικηφορίδη- Κουόμο, στο οποίο η Θεσσαλονίκη οφείλει εν πολλοίς το ανανεωμένο, τα τελευταία χρόνια, παραλιακό της μέτωπο.