Τα τελευταία χρόνια, περισσότεροι από 250 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε τρομοκρατικές ενέργειες στην Γαλλία.
Με μια νέα πρωτοβουλία της γαλλικής κυβέρνησης εντείνονται οι έλεγχοι σε υπόπτους για τρομοκρατία ή άλλα βαριά εγκλήματα με στόχο είτε την τιμωρία τους από τη γαλλική δικαιοσύνη είτε την άμεση απέλαση στις χώρες προέλευσης.
Ο ειδικός σε ζητήματα τρομοκρατίας από το Γαλλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων στο Παρίσι (Ifri) Μαρκ Εκέρ δηλώνει στη DW: «Το προφίλ των δραστών έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Πολλοί από αυτούς δεν είναι πια γάλλοι υπήκοοι, δεν έχουν γεννηθεί στη Γαλλία, ούτε έχουν πάει σε γαλλικό σχολείο. Τα τελευταία 2-3 χρόνια οι περισσότερες τρομοκρατικές ενέργειες πραγματοποιήθηκαν από άτομα που είχαν έρθει πρόσφατα στη χώρα. Κάποιοι είχαν άδεια παραμονής, κάποιοι είχαν κάνει αίτηση ασύλου, ενώ άλλοι βρίσκονταν παρανόμως στη Γαλλία».
Όσοι απελάθηκαν δεν επιστρέφουν στη Γαλλία
Σύμφωνα με στοιχεία της γαλλικής κυβέρνησης, στη Γαλλία έχουν καταγραφεί στις βάσεις δεδομένων 23.000 εν δυνάμει τρομοκράτες. 1.115 από αυτούς δεν είχαν ξεκαθαρισμένο στάτους παραμονής και έτσι οι αρχές απέλασαν περισσότερους από τους μισούς στις πατρίδες τους. Οι υπόλοιποι είτε εκτίουν ποινές, είτε βρίσκονται σε διαδικασία απέλασης.
Τους Γάλλους ειδικούς ανησυχεί το γεγονός ότι οι περισσότεροι δράστες τρομοκρατικών ενεργειών δεν ήταν γνωστοί στις αρχές. Ο τσετσενικής καταγωγής Αμπουλάχ Α. ο οποίος τον περασμένο Οκτώβριο αποκεφάλισε τον καθηγητή ιστορίας Σαμουέλ Πατί, αλλά και ο Τυνήσιος, ο οποίος λίγο αργότερα σκότωσε τρεις ανθρώπους σε εκκλησία στη Νίκαια, ήταν άγνωστοι στις διωκτικές αρχές.
«Ο Τυνήσιος βρίσκονταν παράνομα στη Γαλλία και είχε εισέλθει στη χώρα περίπου ένα μήνα πριν από την τρομοκρατική επίθεση», εξηγεί ο Μαρκ Εκέρ.
Ανοιχτό παραμένει αν η αύξηση των απελάσεων αποκλιμακώσει την τεταμένη κατάσταση στον τομέα ασφαλείας στη Γαλλία. Ο Γάλλος ειδικός θεωρεί μάλλον απίθανη μια επιστροφή στη Γαλλία όσων απελάθηκαν λόγω της πολυπλοκότητας των διαδικασιών εισόδου, αλλά και του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS).
Πηγή: Deutsche Welle