Θεωρίες συνωμοσίας για την πανδημία εξετάζουν οι ελβετικές Αρχές στο πλαίσιο των ερευνών για την ομαδική αυτοκτονία στο Μοντρέ, την περασμένη Πέμπτη. Ακόμη δεν έχει εξιχνιαστεί η μυστηριώδης υπόθεση θανάτου των τεσσάρων μελών της οικογένειας των Γάλλων.
Πέντε μέλη της οικογένειας, έπεσαν το ένα μετά το άλλο (μέσα σε διάστημα πέντε λεπτών) από το μπαλκόνι του διαμερίσματός τους, που βρίσκεται στον έβδομο όροφο. Ο 40χρονος πατέρας, η 41χρονη μητέρα, η 8χρονη κόρη τους και η δίδυμη αδελφή της μητέρας, έχασαν τη ζωή τους. Ο θάνατός τους ήταν ακαριαίος.
Το πέμπτο μέλος της οικογένειας, ο 15χρονος γιος επέζησε της πτώσης, ωστόσο βρίσκεται σε κώμα και η κατάσταση της υγείας του είναι εξαιρετικά κρίσιμη.
Όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, η οικογένεια είχε δημιουργήσει ένα μεγάλο απόθεμα τροφίμων και φαρμάκων, που ήταν συσκευασμένα σε κουτιά, και τοποθετημένα μέσα στο διαμέρισμα, ενώ είχε αποσυρθεί από την κοινωνία.
Η έρευνα «επιτρέπει να υποθέσουμε ότι όλα τα θύματα πήδηξαν από το μπαλκόνι το ένα μετά το άλλο», αναφέρεται στην ανακοίνωση της τοπικής αστυνομίας.
Η αστυνομία φέρεται να έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο εμπλοκής κάποιου άλλου, τρίτου, προσώπου. Επίσης, δεν υπήρξαν αναφορές για ασυνήθιστους θορύβους ή φωνές από το διαμέρισμα, όπως ανακοινώθηκε. Εντοπίστηκε μία φορητή σκάλα στο μπαλκόνι, ωστόσο, δεν βρέθηκαν στοιχεία πάλης.
Οι θεωρίες συνωμοσίας
Σύμφωνα με το δίκτυο swissinfo, η οικογένεια είχε φτάσει στο Μοντρέ από τη Γαλλία πριν από περίπου δύο χρόνια. Οι λόγοι για τους οποίους πήδηξαν από το μπαλκόνι του διαμερίσματός τους, παραμένουν άγνωστοι.
Ωστόσο, η αστυνομία ανέφερε ότι από την έναρξη της πανδημίας, η οικογένεια είχε «ενδιαφερθεί πολύ για τις θεωρίες συνωμοσίας και επιβίωσης».
Η οικογένεια είχε δημιουργήσει ένα μεγάλο απόθεμα τροφίμων και φαρμάκων, που ήταν συσκευασμένα σε κουτιά, και τοποθετημένα μέσα στο διαμέρισμα. Αυτά τα προϊόντα εκτιμάται ότι θα τους επέτρεπαν να αντιμετωπίσουν μία «μεγάλη κρίση», ανέφερε η αστυνομία.
Η οικογένεια είχε αποσυρθεί από την κοινωνία και ζούσε σχεδόν με αυτάρκεια, με «έναν φόβο ότι οι αρχές μπορεί να παρέμβουν στον τρόπο ζωής τους», επισημαίνεται.
Ο πατέρας φέρεται να διατηρούσε μια διαδικτυακή επιχείρηση έκδοσης εισιτηρίων. Η δίδυμη αδερφή της μητέρας ήταν η μόνη που δούλευε εκτός σπιτιού ως οφθαλμίατρος. Ούτε η μητέρα ούτε το νεαρό κορίτσι ήταν επίσημα εγγεγραμμένοι στις τοπικές αρχές, γεγονός που εξηγούσε γιατί το παιδί δεν πήγε στο σχολείο. Ο μεγαλύτερος γιος, σπούδαζε στο σπίτι.