Η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στη ζώνη του ευρώ, μετρούμενη με το πραγματικό ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας, αυξήθηκε κατά την έναρξη της πανδημίας του κορονοϊού (COVID-19) προτού υποχωρήσει κατά τη διάρκεια της επακόλουθης οικονομικής ανάκαμψης.
Αυτό αναφέρουν σε έκθεσή τους οι Paloma Lopez-Garcia και Bela Szörfi της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τονίζοντας ότι η διαπίστωση αυτή έρχεται σε αντίθεση με τη γενική αντίληψη ότι η παραγωγικότητα είναι προκυκλική και αντανακλά τη μοναδική φύση αυτής της κρίσης.
Οι αναλυτές της ΕΚΤ μελετούν τα πρόσφατα μοτίβα στην παραγωγικότητα της εργασίας και εξετάζουν τον βαθμό στον οποίο ορισμένες από αυτές τις εξελίξεις ενδέχεται να εξασθενίσουν ή να παγιωθούν μετά την κρίση.
Όπως αναφέρουν, μεταξύ του τελευταίου τριμήνου του 2019 και του πρώτου τριμήνου του 2021, η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στη ζώνη του ευρώ παρέμεινε θετική και μάλιστα επιταχύνθηκε σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την πανδημία.
Η μέση αύξηση του ετήσιου πραγματικού ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας αυξήθηκε στο 1,7% κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, περισσότερο από το διπλάσιο του μέσου ρυθμού πριν από την πανδημία (2014-19), ενώ το πραγματικό ΑΕΠ και οι συνολικές ώρες εργασίας μειώθηκαν κατά ετήσιους μέσους όρους 5,7% και 7,4% αντίστοιχα .
Η πτώση της απασχόλησης ήταν πολύ μικρότερη, κυρίως λόγω των διαφορετικών προγραμμάτων διατήρησης θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν σε διάφορες χώρες της ζώνης του ευρώ – κατά μέσο όρο, η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,6% ετησίως την ίδια περίοδο.
Το δεύτερο τρίμηνο του 2021, ωστόσο, αυτές οι εξελίξεις αντιστράφηκαν, με τις ώρες εργασίας και την απασχόληση να ανακάμπτουν απότομα, προκαλώντας επιβράδυνση της αύξησης της παραγωγικότητας. Ωστόσο, η παραγωγικότητα είναι τώρα περισσότερο από 2% υψηλότερη από το επίπεδο πριν από την πανδημία που παρατηρήθηκε το τέταρτο τρίμηνο του 2019.
Η πανδημία και τα σχετικά μέτρα περιορισμού έχουν επηρεάσει τη συνολική αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας με πολλούς διαφορετικούς τρόπους.
Τα οφέλη της τηλεργασίας
Οι αναλυτές αναφέρουν ότι η παραγωγικότητα αυξήθηκε αμέσως μετά το πρώτο κύμα lockdown σε τομείς όπως η πληροφορική και η επικοινωνία (ΤΠΕ) και η χρηματοδότηση, όπου το προσωπικό μπορούσε να εργάζεται εξ αποστάσεως και οι εταιρείες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από νέες ψηφιακές λύσεις.
Ορισμένα από αυτά τα κέρδη παραγωγικότητας διατηρήθηκαν αφού οι οικονομίες άρχισαν να ανοίγουν ξανά.
Αν και μέρος της στροφής προς την εξ αποστάσεως εργασία μπορεί να αντιστραφεί με την πάροδο του χρόνου, ορισμένες είναι πιθανό να επιμείνουν, τουλάχιστον σε ορισμένους τομείς, και θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανοίξουν την πόρτα σε σημαντικά κέρδη όσον αφορά την παραγωγικότητα και την ευημερία των εργαζομένων.
Στην έκθεση τονίζεται ότι μελλοντικά η πανδημία μπορεί, να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην αύξηση της παραγωγικότητας εντός της εταιρείας.
Μια αύξηση στα λουκέτα των επιχειρήσεων καθώς αποσύρονται οι υποστηρικτικές πολιτικές θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστροφή θέσεων εργασίας, η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε υποβάθμιση των δεξιοτήτων εάν η ανακατανομή των εκτοπισμένων εργαζομένων σε άλλες επιχειρήσεις είναι αργή.
Η συσσώρευση ανθρώπινου κεφαλαίου μπορεί επίσης να επηρεαστεί από διακοπές της εκπαίδευσης και της κατάρτισης που προκαλούνται από το lockdown. Η διακοπή της εφοδιαστικής αλυσίδας μπορεί να συνεχιστεί και οι εταιρείες μπορεί να χρειαστεί να βρουν νέους προμηθευτές, νέες διαδρομές μεταφοράς ή νέες τοποθεσίες παραγωγής.
Επιπλέον, θα είναι σημαντικό να διατηρηθούν ευνοϊκές χρηματοοικονομικές συνθήκες για να καταστούν βιώσιμα νέα έργα ενίσχυσης της παραγωγικότητας και να αποτραπεί η υπερχείλιση του εταιρικού χρέους, σε συνδυασμό με την υψηλή αβεβαιότητα, που αποδυναμώνουν τις επενδύσεις στο μέλλον.
Ασύμμετρο σοκ
Ο αντίκτυπος του σοκ ήταν ασύμμετρος, γεγονός που πυροδότησε μια ανακατανομή πόρων σε όλους τους τομείς που ενισχύουν την παραγωγικότητα, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Τα μέτρα περιορισμού είχαν σημαντικό αντίκτυπο στους τομείς των υπηρεσιών που βασίζονται σε πρόσωπο με πρόσωπο αλληλεπιδράσεις. Αυτοί είναι, κατά μέσο όρο, σχετικά λιγότερο παραγωγικοί από άλλους τομείς που έχουν πληγεί λιγότερο, όπως η μεταποίηση ή οι κλάδοι τεχνολογίας.
Αυτή η εξέλιξη έρχεται σε έντονη αντίθεση με την περίοδο πριν από την κρίση, όταν η ανακατανομή του κλάδου συνέβαλε ελάχιστα –και αρνητικά– στη συνολική αύξηση της παραγωγικότητας.
Το μέλλον
Όσον αφορά το μέλλον, η αύξηση της παραγωγικότητας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την εδραίωση της ευρείας χρήσης ψηφιακής χρήσης και τον σχεδιασμό των στρατηγικών εξόδου από την πολιτική υποστήριξη.
Υπό αυτό το πρίσμα, η παρατηρούμενη επιτάχυνση της ψηφιακής απορρόφησης θα μπορούσε να είναι ένα θετικό αποτέλεσμα από την κρίση. Ωστόσο, η μακροπρόθεσμη τάση παραγωγικότητας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τους θεσμούς, τις υποδομές, τις δεξιότητες και τις μεθόδους παραγωγής και διαχείρισης που αναπτύσσονται και ψηφιοποιούνται παράλληλα.
Επιπλέον, η ψηφιακή υιοθέτηση πρέπει να είναι ευρέως διαδεδομένη, σε όλους τους τομείς και τις επιχειρήσεις. Και τέλος, η μαζική πολιτική στήριξη που παρασχέθηκε στον εταιρικό τομέα ήταν ζωτικής σημασίας για τον μετριασμό του αρχικού αντίκτυπου του σοκ.